Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης

Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2010

Ενα ταξίδι στην Τυνησία (1)


Γράφει ο ΒΑΓΓΕΛΗΣ Θ. ΚΑΚΑΤΣΑΚΗΣ
e-mail: Kakatsakis@sch.gr

Να τα γράψω όλα όσα είδα, άκουσα, γεύτηκα, μύρισα και άγγιξα
στην Τυνησία τις έξι (6) μέρες που βρέθηκα εκεί (από 3 - 8 Δεκεμβρίου 2009) μαζί με άλλους εννέα (9) δημοσιογράφους, σ' ένα πρόγραμμα αποστολής ΜΜΕ της Πρεσβείας και του Εθνικού Οργανισμού της Τυνησίας στην Ελλάδα, σε δύο δισέλιδα της εφημερίδας,
όπως σχεδιάζω, των αδυνάτων, βέβαια, αδύνατο.
Ούτε σε δύο τόμους χωρίς υπερβολή πεντακοσίων συνολικά σελίδων δεν χωρούν όλα τούτα! Ολα όσα, σαν πρώτες ύλες, συνέλεξαν οι αισθήσεις μου και επιτόπου ή αργότερα επεξεργάστηκαν οι βιοτεχνίες του νου και της καρδιάς μου. Μένω, υποχρεωτικά λοιπόν, μόνο σε κάποια, λίγα, απ' αυτά. Ετσι, όπως σαν τίτλοι έρχονται στον νου μου. Κι όσα χωρέσουν...
Η ΤΥΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΜΩΧΑΜΕΤ ΜΠΑΣΑΡ
Η Τυνησία του Μωχάμετ Μπασάρ, ο πρώτος τίτλος που σκέφτομαι αρχίζοντας. Ο κοινός παρονομαστής όλων των άλλων, των όποιων άλλων τίτλων, αν προτιμάτε. Κι αυτό, όχι τόσο γιατί ο πάντα γελαστός συγκεκριμένος άνθρωπος, ως υπεύθυνος των προγραμμάτων αποστολής Ελλήνων δημοσιογράφων (όπως και δημοσιογράφων άλλων χωρών της Βαλκανικής Χερσονήσου και της Κύπρου) στην Τυνησία μας συνόδευσε (μαζί με την γαλλίδα γραμματέα του Πρέσβη Αννα Μοέλ) στο ταξίδι μας. Ούτε τόσο γιατί ήταν σε 24ωρη βάση ο ξεναγός και ο φύλακας-άγγελός μας, πάντα έτοιμος να επιλύσει το όποιο πρόβλημά μας και να απαντήσει στην όποια απορία μας.
Αλλά κυρίως γιατί, κατά γενική εκτίμηση όλων που συμμετείχαμε στην αποστολή (Νατάσα Σινιώρη από την "Καθημερινή" , Σωτηρία Λαρίγκα απ' τον "Αγγελιοφόρο" Θεσσαλονίκης, Νατάσα Παπανικολάου από το "Εθνος", Θάνος Περβολαράκης απ' την "Πατρίδα" Ηρακλείου, Χρήστος Φρούσιος απ' το "Επαθλο" Ναυπλίου, Βάνα Καρατόγλου απ' τον "Αδέσμευτο Τύπο", Ιωάννα Γκομούζα απ' το "Αθηνόραμα", Νιόβη Καραπιπέρη από το "7 μέρες TV" και Κατερίνα Τασσοπούλου από την "Θεσσαλία" Βόλου, εκτός απ' τον γράφοντα) ήταν για μας ο ιδανικός πρεσβευτής της χώρας του. Της Τυνησίας των Βερβερίνων. Της Τυνησίας των Βεδουίνων. Της Τυνησίας των Αράβων. Της Τυνησίας του μύθου της Διδώς. Της Τυνησίας του Αννίβα. Της Τυνησίας των Ρωμαίων. Της Τυνησίας του Μπαρμπαρόσα. Της Τυνησίας των Τούρκων Μπέηδων. Της Τυνησίας των Γάλλων. Της Τυνησίας του Χαμπίμπ Μπουργκίμπα και του Μπεν Αλή. Της Τυνησίας της ελιάς. Της Τυνησίας της Σαχάρας. Της Τυνησίας του Ατλαντα. Της Τυνησίας των οάσεων. Της Τυνησίας των αντιθέσεων. Της Τυνησίας του τουρισμού. Της Τυνησίας των Τυνησίων του χθες, του σήμερα και του αύριο. Σε όλα τα επίπεδα. Και βεβαίως στο επίπεδο της φιλοξενίας. Να 'σαι καλά και πάντα άξιος Μωχάμετ!
ΣΕΒΑΣΜΟΣ
ΣΤΟΝ ΧΡΟΝΟ
Χθες αργά το βράδυ, είδα από το μπαλκόνι του δωματίου μου, που βρισκόταν στο ύψος του 17ου ορόφου του υπερπολυτελούς ξενοδοχείου "Αfrica" κι ενώ μέσα στην τηλεόραση αναβόσβηνε ένα "Welcome mr Kakatsakis Evangelos", την Τύνιδα ν' απλώνεται με όλη την εκτυφλωτική λάμψη της από κάτω μου. Πρόκειται για μια σύγχρονη ευρωπαϊκή μεγαλούπολη , μ' όλα τα σέα και τα μέα της, που δεν απεμπολεί όμως το αραβικό χρώμα της, σκέφτηκα. Αυτήν την σκέψη κάνω και σήμερα, 4 Δεκεμβρίου, ώρα Τυνησίας 9 π.μ. που την διασχίζουμε, με ένα πουλμάκι πηγαίνοντας για το Μουσείο Μπάρντο για να δούμε τα σπάνια εκθέματά του και τη μοναδική σε όλον τον κόσμο συλλογή ψηφιδωτών που διαθέτει.
Τη διατυπώνω φωναχτά και ακούω επ' αυτού απόψεις απ' τους υπόλοιπους. Κυρίως απ' αυτούς που προτίμησαν χθες, παρά την κούραση του ταξιδιού, με το που φτάσαμε, να βγουν και να δουν και κάποιες απ' τις κρυμμένες πτυχές της. Ούτως ή άλλως θα την κάνω και αργότερα, όταν μετά την επίσκεψη στο Μουσείο, πηγαίνοντας για τη Μεντίνα και το μεγάλο Παζάρι της Πόλης βρεθούμε στην απέραντη άπλα της πλατείας Δημαρχείου. Και βεβαίως και σ' όλες τις άλλες μεσογειακές πόλεις που θα επισκεφθούμε τις επόμενες μέρες. Ωστόσο, περνάμε μπροστά απ' το τεράστιο μεταλλικό αραβικής τεχνοτροπίας, ρολόι που βρίσκεται στο τέρμα της λεωφόρου Χαμπίμπ Μπουργκίμπα και ο Μωχάμετ βρήκε την ευκαιρία να κάνει ένα βήμα παραπέρα στην εισαγωγή του για την Τυνησία του σήμερα και τις προσπάθειες του σημερινού, από το 1987 προέδρου της Μπεν Αλί για την ανάπτυξή της, μιλώντας μας για το μήνυμα που στέλνει τόσο το συγκεκριμένο ρολόι όσο και όλα τα παρόμοια ρολόγια των άλλων τυνησιακών πόλεων στους Τυνήσιους. Για τον σεβασμό που πρέπει να δείχνουν στον χρόνο. Για τα μεγάλα έργα που πρέπει να γίνουν στην χώρα σε συγκεκριμένα χρονικά όρια. Η Τυνησία δεν πρέπει να χάσει ούτε ένα λεφτό για να κάμει αυτά που πρέπει να γίνουν, μας λέει...
ΣΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΜΠΑΡΝΤΟ
Ενα απ' αυτά που έχουν γίνει και για το οποίο οι Τυνήσιοι δηλώνουν περήφανοι είναι και το περίφημο Μουσείο Μπάρντο που πρώτα απ' όλα επισκεφτόμαστε. Το Μουσείο αυτό που στεγάζεται σ' ένα παλιό ανάκτορο των Χουσεϊνιτών μπέηδων κατέχει μια απαράμιλλη συλλογή ρωμαϊκών ψηφιδωτών από τον 2ο ως τον 4ο αιώνα που κάποτε κοσμούσαν τα σπίτια πλούσιων πολιτών της ρωμαϊκής Αφρικής και διαθέτει πάμπολλα αντικείμενα άλλων περιόδων, όπως φοινικικές ταφικές μάσκες, αρχαιοελληνικά γλυπτά, ισλαμικά πλακάκια, καθώς και ευρήματα από ένα ναυάγιο του 1ου αιώνα π.Χ. Ιδιαίτερη εντύπωση μας κάνει η αίθουσα Ντούγκα με το περίτεχνα διακοσμημένο ταβάνι της με άνθινα μοτίβα και αριστουργήματα, αυτό όμως που μας κάνει να ξεσταθούμε είναι η έντονη παρουσία της ελληνικής μυθολογίας με απίθανες λεπτομέρειες. Μένουμε σε πολλές από τις σκηνές της για να φωτογραφηθούμε ξανά και ξανά. Ούτως η άλλως όλα όσα υπάρχουν και στα έξι παραρτήματα του Μουσείου δεν προλαβαίνουμε να τα δούμε ούτε σε δύο μέρες, όχι σε δύο ώρες που έχουμε στη διάθεσή μας. Ο τουρίστας, ο κάθε τουρίστας, έχει εξάλλου το δικαίωμα της επιλογής. Νομίζω!
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΖΟΝΤΑΣ
ΣΤΗ ΜΕΝΤΙΝΑ
Τρέχοντας σχεδόν για να προλάβουμε το μεσημεριανό γεύμα που θα είναι έτοιμο στις 2 το μεσημέρι (καθυστερήσαμε πίνοντας καφέ, χαζεύοντας, φωτογραφίζοντας και συζητώντας επί παντός επιστητού, Ελληνες είμαστε!) διασχίζουμε βιαστικά την Μεντίνα (παλιά πόλη) της Τύνιδας που έχει ανακηρυχθεί απ' την Ουνέσκο Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς. Χίλια και, χρόνια μετρούν τα στενά σοκάκια, τα τζαμιά, τα ανατολίτικα παζάρια, οι μυστηριώδεις πολύχρωμες πύλες και οι κρυμμένες αυλές της που σφύζουν από ζωή, λέει. Στα 20 σουκ (σουκ πάει να πει αγορά ή σκεπαστό παζάρι διαρρυθμισμένο ανάλογα με τα αγαθά που πωλούνται σε αυτό) μπορεί κανείς να βρει ό,τι μπορεί να φανταστεί. Κυριολεκτικά τα πάντα. Τίποτα όμως δεν αγοράζουμε, παρά τις με σπαστά ελληνικά εκκλήσεις των μαγαζατόρων, που ξέρουν ότι οι καλύτεροι τουρίστες είναι οι Ελληνες. Οι φωτογραφίες πάντως φωτογραφίες, με πρώτο τον Χρήστο τον Φρούσιο που αν τον αφήναμε, ακόμα θα φωτογράφιζε...
Η ΚΑΡΧΗΔΟΝΑ ΤΗΣ ΔΙΔΩΣ
Η ιστορία της Καρχηδόνας συνδέεται με την Διδώ, την πριγκίπισσα της Τύρου. Κυνηγημένη από τον αδελφό της τον Πυγμαλίωνα, ο οποίος σκότωσε τον άνδρα της, η Διδώ εγκατέλειψε την Φοινίκη, την πατρίδα της. Οταν έφτασε στην σημερινή Τυνησία παρακάλεσε τον τοπικό ηγεμόνα να της δώσει ένα κομμάτι γη που να χωρά στο τομάρι ενός ταύρου. Η Διδώ έκοψε ένα τομάρι σε στενές λωρίδες και το χρησιμοποίησε για να κυκλώσει μια ολόκληρη περιοχή, που αργότερα έγινε το φρούριο της Καρχηδόνας...
Αυτά στο περίπου μας είπε στο πουλμάκι ο Μωχάμετ πηγαίνοντας τ' απογευματάκι στις Θέρμες τ' Αντωνίνου κατ' αρχήν, όπου οι ρωμαίοι στρατιώτες έκαναν τα μπάνια τους, και στην αρχαία Καρχηδόνα στην συνέχεια. Μόνο διασκορπισμένα πέρα δώθε ερείπια, θεμέλια φοινικικών σπιτιών, συναντήσαμε όταν φτάσαμε, και μια πανοραματική θέα μπροστά μας, όμως. Το Μουσείο δίπλα στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Λουδοβίκου ήταν κλειστό. Ανοιχτή, όμως, ορθάνοιχτη η μνήμη του Αννίβα!
ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ ΕΝΟΣ ΑΓΙΟΥ
Οι εικόνες, οι ήχοι, οι γεύσεις (αχ αυτή η γεύση του τσαγιού με το κουκουνάρι απ' το μεσημεριανό γεύμα στον ουρανίσκο) τα αγγίγματα, τα χρώματα και τα αρώματα... Και, βεβαίως, η φίρδην μίγδην ιστορία! Από το Μπάρντο, από το Παζάρι, από τις Θέρμες του Αντωνίνου και τα ερείπια της Καρχηδόνας. Ολα ένα αξεδιάλυτο ένα ωραίο αξεδιάλυτο κουβάρι στο μυαλό μου, πηγαίνοντας για το παραδοσιακό χωριό Σίντι Μπου Ζαΐντ. Κι αν έχουν να προστεθούν κι άλλες κλωστές σ’ αυτό το κουβάρι απ' αυτήν την επίσκεψη! Το όνομα ενός σουφιστή αγίου του 14ου αιώνα ο οποίος εγκαταστάθηκε εδώ επιστρέφοντας από προσκύνημα στη Μέκκα φέρνει το χωριό αυτό, που έτσι όπως είναι σκαρφαλωμένο στις κορφές των βράχων και ντυμένο στα γαλανόλευκα, θαρρείς πως βρίσκεται σ' ένα νησί των Κυκλάδων.
Η φωνή του μουεζίνη που καλεί ανεβασμένος στο μιναρέ τους πιστούς να συμμετάσχουν στην απογευματινή προσευχή, και η οποία μας υποδέχεται προσθέτοντάς μας σ' ένα ήδη τεράστιο τουριστικό τσουνάμι που κυκλοφορεί στα στενά δρομάκια του, μας επαναφέρει, ωστόσο, στην δική του ιδιαιτερότητα. Οι δεκάδες μπλε πόρτες του, μόνο επιφανειακά ίδιες είναι, θα διαπιστώσουμε περιδιαβάζοντάς το. Τι κρίμα που θα μείνουμε τόσο λίγο, όχι περισσότερο από δύο ώρες, και δεν θα έχουμε την ευκαιρία να το γνωρίσουμε πληρέστερα απολαμβάνοντας την όλη καλλιτεχνική του ατμόσφαιρα.
Και ναργιλέ πάντως φουμάραμε και τσάι μέντας με κουκουνάρι ήπιαμε, καθισμένοι σταυροπόδι, σ' ένα από τα καφενεία του χωριού. Οπως πριν από μας φούμαραν κι ήπιαν η Σιμόν Ντε Μποβουάρ, ο Αντρέ Σιντ, ο Ζαν Πολ Σάρτρ και πολλοί άλλοι καλλιτέχνες που το ανακάλυψαν απ' τη δεκαετία του 1920 και το έκαναν στέκι τους. Οπως εξακολουθούν να φουμάρουν και να πίνουν οι κάθε λογής καλλιτέχνες και καλλιτεχνίζοντες. Ισως γιατί είναι το χωριό ενός αγίου, αφού και οι καλλιτέχνες άγιοι θεωρούνται...
ΠΟΡΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΟ
Χθες βράδυ, βρεθήκαμε με πτήση αεροσκάφους της TUNISAIR από την Τύνιδα, την πρωτεύουσα της χώρας, στην Τοζέρ, την πρωτεύουσα των τυνησιακών οάσεων. Από την Τυνησία της Μεσογείου, στην Τυνησία της Σαχάρας. Σε μια άλλη, σε μια απ' τις χίλιες τόσες όψεις της. Σήμερα, ημέρα Σάββατο, 5 Δεκεμβρίου, έχουμε ήδη χωριστεί σε τρεις ομάδες, έχουμε επιβιβαστεί σε τρία τεράστια τζιπ, που τα οδηγούν τρεις πανύψηλοι βεδουΐνοι, και κατευθυνόμαστε αφού διασχίσαμε την πόλη, όπου παρατηρήσαμε την διαφορά με την Τύνιδα, σε πολλές απόψεις, προς ένα απ' τα μέρη που ο Τζόρτζ Λούκας γύρισε τον "Πόλεμο των Αστρων". Αριστερά και δεξιά μας, μπροστά μας και πίσω μας έρημος.
Ερημος με ολίγην βλάστηση, καφές παρηγοριάς για τις καμήλες που την τρώνε κουνώντας τις κεφάλες των, έρημος με διάσπαρτα βράχια, αποκούμπια για κάποια πετούμενα, και έρημος έρημος, με σκέτη ψιλή αχνιστή άμμο. Κάπου κι ενώ έχουμε ήδη πάνω από μια ώρα αφήσει την άσφαλτο, κατεβαίνουμε μπροστά σε κάτι τεράστιους αμμόλοφους να φωτογραφηθούμε και να από μια άκρη του πουθενά ένας νομάδας να 'ρχεται για να μας πουλήσει την πραμάτια του. Ψιλοπράγματα. Κάνουν δεν κάνουν δέκα δηνάρια (γύρω στα 6 ευρώ) όλα μαζί, δίχως παζάρια και ένα δηνάριο ο εαυτός του για μια φωτογράφηση. Κάπου εδώ κοντά γυρίστηκαν σκηνές και απ' τον "Αγγλο ασθενή" λέει. Η Τυνησία λόγω της ποικιλίας των τοπίων που διαθέτει έλκει τους σκηνοθέτες, έχει πει ο καλλιτεχνικός διευθυντής του "Πολέμου των Αστρων" Ταϊέμπ Τζαλουλί.
ΣΤΙΣ ΟΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΤΛΑΝΤΑ
Οι λάτρεις του "Αγγλου ασθενούς" κατά που γράφει ένας τουριστικός οδηγός μπορούν να ακολουθήσουν τα χνάρια του σκηνοθέτη του, του Αντονι Μιγκέλα, και να φτάσουν με τζιπ στις ορεινές οάσεις της Σεμπίκα και της Ταμέρζα, που βρίσκονται στις πέτρινες αγκαλιές του Ατλαντα. Σπάνιας ομορφιάς, εξαιρετικού φυσικού κάλλους και τα μέρη τούτα, ομολογώ. Τα απολαμβάνουμε έχοντας διαρκώς τις αισθήσεις μας εν εγρηγόρσει. Και κατά την ξενάγηση μας στον καταρράκτη που βγαίνει απ' τα σπλάχνα του θρυλικού βουνού, που έχει το όνομα του μυθικού Ελληνα γίγαντα, και κατά την ανάβασή μας μέχρι μια ψηλή κορφή, απ' όπου αγναντεύουμε την ατέλειωτη θάλασσα της Σαχάρας, και κατά την περιήγησή μας σ' ένα έρημο χωριό, που το εγκατέλειψαν, λέει, οι Βερβερίνοι, όταν έφτασε μέχρις εδώ ο τουρισμός, και κατά τη διάρκεια ενός γνήσιου τυνησιακού γεύματος, με θέα ένα δάσος από εκατοντάδες φοινικόδεντρα που γέρνουν από το βάρος των γινωμένων καρπών τους. Στα δίπλα χωριά η κατάσταση δεν είναι βέβαια, ειδυλλιακή, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι συναντούμε στο πέρασμά μας εικόνες εξαθλίωσης. Είναι φανερό ότι γίνεται προσπάθεια για καλυτέρευση. Ο Μπεν Αλί το πορτρέτο του οποίου το συναντούμε και εδώ, όπως και παντού, φροντίζει να πηγαίνει η ανάπτυξη και στην τελευταία γωνιά της Τυνησίας, σύμφωνα με τα λεγόμενα του Μωχάμετ, εξάλλου.
ΠΕΡΙΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΣ
ΣΤΗΝ ΤΟΖΕΡ
Καμία σχεδόν σχέση της Τύνιδας με την Τοζέρ στους δρόμους της οποίας περιδιαβάζουμε το απόγευμα επιστρέφοντας απ' την απόδρασή μας στις ορεινές οάσεις του Ατλαντα. Ολα, άνθρωποι, αυτοκίνητα, κάρα, εμπορεύματα, ρούχα ευρωπαϊκά, παραδοσιακές μαντίλες, μυρωδικά από μπαχάρια, αραβουργήματα, εικόνες, ήχοι, ανάκατα. Το παζάρι όμως, όπως και στην Μεντίνα της Τύνιδας χθες, κι όπως σ' όλες τις άλλες Μετνίνες που θα επισκεφθούμε αργότερα ίδιο και απαράλλαχτο. Ιδιες κι απαράλαχτες επίσης οι προσκλήσεις των κάθε λογής μαγαζατόρων που μας παίρνουν χαμπάρι από απόσταση ότι είμαστε Ελληνες.
"Γκρέκο, γκρέκο, ένα ντινάριο", απ' εδώ. "Γκρέκο, γκρέκο ντίο ντινάριο" απ' εκεί. "Παπαντρέου, Καραμαλή, Παπαρήγκα" από δίπλα. "Ατίνα καλημέρα, καλησπέρα" από παραδίπλα. Είμαστε εξοικειωμένοι απ' τα χθες. Το παζάρι είναι και ένα παιχνίδι στο τέλος του οποίου και οι δύο πλευρές πρέπει να πιστεύουν ότι πέτυχαν την καλύτερη συμφωνία. Ο κανόνας για τον αγοραστή είναι να ξεκινά τις διαπραγματεύσεις προσφέροντας το ένα τρίτο της τιμής που του ζητήθηκε, λέει. Εχοντάς τον υπόψη παίζουμε κι όπου το βγάλει η βράση του παιχνιδιού. Ο Μωχάμετ μας παρατηρεί διακριτικά και χαμογελά ευχαριστημένος... "Εχετε ακόμα μόνο 5 λεφτά στη διάθεσή σας, πρέπει να προλάβουμε το Μουσείο, πριν σκοτεινιάσει", μας λέει...
ΣΟΥΣΑΜΙ ΑΝΟΙΞΕ!
"Σουσάμι άνοιξε!" Ολοι μαζί εν χορώ και οι δώδεκα με κανοναρχούντα τον Μωχάμετ φωνάζουμε τις μαγικές λέξεις και το θαύμα συντελείται. Η τεράστια σιδερένια πύλη του περίφημου ιδιωτικού μουσείου Dar Sherait ανοίγει και ιδού ενώπιον μας ανοιχτές όλες οι σελίδες της ιστορίας και της καθημερινής ζωής της Τυνησίας. Υστερα απ' την επίσκεψή μας στην πτέρυγα που άνοιξε τελευταία, μέσα στην οποία ζήσαμε την ατμόσφαιρα του παραμυθιού "Χίλιες και μία νύχτες" συναντώντας τον Αλί Μπαμπά και τους 40 κλέφτες, τον σεβάχ τον Θαλασσινό και τη Σεχραζάτ. Τρέχουμε για να τα προλάβουμε όλα, να δούμε την Τυνησία απ' την εποχή των δεινοσαύρων, μέχρι το σήμερα. Στεκόμαστε ωστόσο ξεχωριστά στην εποχή του Αννίβα, τον οποίο τον έχουν οι Τυνήσιοι και δικαίως περί πολλού και βέβαια στα θέματα από την ελληνική μυθολογία...
ΣΑΝ ΒΕΔΟΥΪΝΟΙ
Φαγητό στην όαση της Τοζέρ σε μια σκηνή βεδουίνων αργά το βράδυ. Βεδουίνος είναι και ο Μωχάμετ, σαν να μας φιλοξενεί στο σπίτι του, λοιπόν. Και να μας προσφέρει το βρισκούμενο. Εξω κάνει ψύχρα, πολύ ψύχρα, πού να την αφήσει, όμως, να εισβάλει ένα τεράστιο μαγκάλι στην είσοδο που καίει φλούδες φοίνικα! Κους κους (φαγητό από σιμιγδάλι που σερβίρεται με βραστό αρνάκι, λαχανικά και μπαχαρικά) το κύριο πιάτο, πίτες ψημένες στη φωτιά, αντί για ψωμί, ντόπιο κρασί και βεβαίως χαρίσα (πικάντικη σάλτσα από πιπεριές, τομάτες, ελαιόλαδο). Τρώμε και συμπεριφερόμαστε σαν Βεδουΐίοι. Κοιτάζω το ρολόϊ μου. Εχουμε κλείσει 48 μόλις ώρες περίπου στην Τυνησία, ωστόσο αισθανόμαστε Τυνήσιοι! Τι καλά που κάναμε, αν και νιώθαμε ξεθεωμένοι απ' την κούραση ν' ανταποκριθούμε στο "όποιος θέλει να μ' ακολουθήσει" του Μωχάμετ , απόψε!

Το 2ο μέρος θα δημοσιευθεί αύριο

>> τυπώστε αυτό το άρθρο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου