Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης

Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2011

ΕΥΦΗΜΕΣ ΜΝΕΙΕΣ


Εύρον πρασίνην πέτραν, ωραιοτάτην (1)

«Εύρον πρασίνην πέτραν, ωραιοτάτην, ελθέ αμέσως...», μήνυσε ο Αλέξης Ζορμπάς στον Νίκο Καζαντζάκη, πλην, όμως, ο τελευταίος δεν ανταποκρίθηκε. Αλλες δουλειές, άλλες έγνοιες, δεν τον άφησαν. «Είσαι, και να με συμπαθάς, αφεντικό καλαμαράς. Μπορούσες και συ κακομοίρη, μια φορά στη ζωή σου να δεις μιαν όμορφη πράσινη πέτρα και δεν την είδες...», το πικρό σχόλιο του πρώτου. Στις «Εύφημες μνείες» για το καλλιτεχνικό λεύκωμα - βιβλίο «Πέτρα Ωραιοτάτη» (εκδόσεις «Φιλοποίμην») του επί τιμή πρέσβη, συμπατριώτη μας (απ’ την Κίσαμο) Βασίλη Σημαντηράκη και της συζύγου του, της φιλολόγου Μαρίνας Λυκούδη, πολλές οι αρχές που θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω. Επέλεξα, ωστόσο, τα που γράφει ο Νίκος Καζαντζάκης στο βιβλίο του «Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά», βασικά για δύο λόγους. Ο ένας γιατί αυτά έχουν βάλει, σαν πρώτη προμετωπίδα στο γραμμένο ελληνικά και αγγλικά βιβλίο τους, οι συγγραφείς. Ο άλλος και σπουδαιότερος γιατί, όπως έγραψα και «στα πεταχτά» (βλ. «Χ.Ν.» 15 Νοεμβρίου), έμπλεως θαυμασμού μετά μια πρώτη περιδιάβαση στις 250 σελίδες του (έμεινα περισσότερο στις «ομιλητικές» εκπληκτικής ομορφιάς, φωτογραφίες και λιγότερο στο κείμενο, που το διανθίζουν, το ομολογώ), η μοναδική στο είδος της τούτη δουλειά αποκαλύπτει την ομορφιά και τη δύναμη της πέτρας, έτσι όπως ο Ζορμπάς την ένιωθε κι όπως ο Καζαντζάκης, θα μπορούσε, αν έβρισκε τον χρόνο, να την περιγράψει. Σε βαθμό υπέρτατο. Κι όχι μόνο, βέβαια, της συγκεκριμένης. «Στην Ελλάδα οι βράχοι μιλάνε: οι άνθρωποι μπορεί να πεθαίνουν οι βράχοι ποτέ. Και πουθενά στη γη ο Θεός δεν ήταν τόσο σπάταλος σε βράχους, όσο στην Ελλάδα. Οι ίδιοι βράχοι είναι σύμβολα της αιώνιας ζωής». Η δεύτερη προμετωπίδα (απ’ το βιβλίο του Henry Miller «Ο κολοσσός του Μαρουσιού») που έχουν βάλει στο βιβλίο τους οι συγγραφείς. Μένω στη φράση «στην Ελλάδα οι βράχοι μιλάνε» για να πω ότι και μια συνομιλία με την πέτρα, μια εγκάρδια συνομιλία με όλες τις μορφές της είναι το περί ου ο λόγος βιβλίο. Οχι όμως μόνο με την ελληνική πέτρα, αλλά με την παγκόσμια πέτρα...

Εύρον πρασίνην πέτραν, ωραιοτάτην (2)

«Πετρας Γένεσις», «Ο πολιτισμός της Πέτρας», «Πολύτιμες και Ημιπολύτιμες Πέτρες», «Η Λατρεία της Πέτρας», «Οι Πέτρες που αγαπήσαμε», «Η Πέτρα ως καλλιτεχνικό υλικό», «Πέτρας Μεταμορφώσεις», «Η Αισθητική της Πέτρας», «Η Πέτρα στο λόγο και τη σκέψη μας», «Η Γλυπτοθήκη του Ουρανού» και «Αχειροποίητη Πέτρα, Αγέρωχη». Οι τίτλοι των 11 κεφαλαίων του βιβλίου «Πέτρα Ωραιοτάτη», ύστερα από τον πρόλογο και το κείμενο «Ενα μύθο θα σας πω» και πριν απ’ τον Επίλογο, ένα ποίημα της Μαρίας, και τη σχετική, πλούσια, κυρίως ξενόγλωσση βιβλιογραφία. «Κρατώ την πέτρα σφιχτά/ Μια παράξενη αίσθηση με διαπερνάει./ Τη χαϊδεύω σα χέρι αγαπημένο/ είναι λεία και απαλή. Ομορφη. Τι όμορφη! Τη βρήκα τυχαία σε μια πλαγιά/ Ηδη της έχω μεταδώσει τη ζεστασιά μου/ Ηδη μου έχει μεταδώσει το μύθο της./ Πόσα εκατομμύρια χρόνια»... Ενα απόσπασμα απ’ το ποίημα. Το έχω ήδη καταλάβει. Η σχέση του Βασίλη και της Μαρίας με την πέτρα, την όποια και την όπου γης πέτρα, είναι πάνω απ’ όλα και πρώτα απ’ όλα μια σχέση ερωτική, μια σχέση γνωστικής αγάπης, αλλά και αγαπητικής γνώσης. Μου το έχει ήδη αποκαλύψει σ’ όλο το πλάτος και σ’ όλο το βάθος η δεύτερη περιδιάβαση που μετατρέπεται σε προσεκτική ανάγνωση. Εντάξει, δεν αντιλέγω. Μια φωτογραφία, όπως λένε και οι Κινέζοι, είναι χίλιες λέξεις. Ομως και οι λέξεις, όταν συντάσσονται συγκινησιακά, όπως τις συντάσσουν την προκειμένη περίπτωση οι συγγραφείς μας για παράδειγμα, ζωγραφίζουν χίλιες εικόνες στο μυαλό μας. «Με σκεπτικό», όπως γράφουν στον πρόλογο, «τη γεφύρωση της απόστασης, η οποία μας απομακρύνει από την ομορφιά της Φύσης, την υπόδειξη της παρουσίας της πολύ κοντά μας και την αναζήτησή της στη μορφή απλών πραγμάτων -όπως ο βράχος, η πέτρα, το βότσαλο- που μας κατακλύζουν με αφθονία, αρχίζει η περιήγηση στο χώρο και στο χρόνο». Και συμπληρώνουν για να τον κλείσουν μ’ αυτό: «Ολα εξαρτώνται από την ποιότητα της ματιάς μας. Η ανεξάντλητη Φύση παραμένει σιωπηλή, όσο δεν τη ζητάμε να μας μιλήσει». Ας την ακούσουμε και ας της μιλήσουμε!

***
Πρόξενος διετέλεσες σ’ Ανατολή και Δύση
και πρεσβευτής πανάξιος τση πέτρας εις τη Φύση
Γιάννης Μαλαξιανάκης («Εννιαχωριανός»)

Ο Βασίλης Σημαντηράκης γεννήθηκε στα Σημαντηριανά Κισάμου, Χανίων. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και μετεκπαιδεύτηκε στο Παρίσι, στο Διεθνές Δίκαιο και στη Διπλωματική Ιστορία, στο Πανεπιστήμιο Paris I. Διπλωμάτης καριέρας, υπηρέτησε στην Αλβανία, Βέλγιο, Καναδά, Ουκρανία και ως πρέσβυς στην Αλγερία και τελευταία στο Περού. Ασχολείται με τη φωτογραφία και τη λαογραφική έρευνα. Φωτογραφικές εκθέσεις έχει παρουσιάσει σε Αθήνα, Χανιά, Βέλγιο, Καναδά, Αλγερία και Περού. Βιβλία του: «Κρητικές καμινάδες», Εκδ. ΕΟΜΜΕΧ, 1992 και «Ελαία η Καλλιστέφανος», εκδ. «Εφεσος', Αθήνα, 2001.
Η Μαρίνα Λυκούδη γεννήθηκε στην Κεφαλονιά. Πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, μετεκπαιδεύτηκε στο Παρίσι, στην Κλινική Ψυχολογία και στα Παιδαγωγικά. Υπηρέτησε στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση στην Ελλάδα και στο εξωτερικό (Βέλγιο - Μόντρεαλ). Βιβλία της: «Η Ελληνόγλωσση εκπαίδευση στο εξωτερικό», εκδ. «Παρουσία», Αθήνα 1997 και «Ελαία η Καλλιστέφανος», εκδ. «Εφεσος», Αθήνα 2001 (Καλλιτεχνικό λεύκωμα σε συνεργασία με τον Βασίλη Σημαντηράκη).

Χανιώτικα νέα (21.11.2011)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου