Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης

Παρασκευή 26 Ιουλίου 2013

ΣΤΑ ΠΕΤΑΧΤΑ

ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ να είμαι ευχαριστημένος, όταν συμβαίνουν αυτά που συμβαίνουν, όπως συμβαίνουν. Δεν μπορώ να νιώθω ευτυχισμένος, όταν γύρω μου κυριαρχεί η δυστυχία. Δεν μπορώ να ευχαριστιέμαι το φαγητό που τρώγω, όταν υπάρχουν γύρω μου άνθρωποι που πεινούν. Δεν μπορώ να απολαμβάνω την όποια ελευθερία μου, όταν είναι καθεστώς για κάποιους άλλους η ανελευθερία. Εκ των ων ουκ άνευ, βέβαια αυτά. Μπορώ όμως ν? αγαπώ, μπορώ να συντάσσομαι με τις δυνάμεις του καλού, μπορώ να κάνω θετικές σκέψεις, μπορώ να μην αφήσω ποτέ να σβήσει το καντήλι της ελπίδας!
ΣΤΑ ΠΕΤΑΧΤΑ







Φίλες και φίλοι, καλημέρα!
Γράφει ο Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης

ΣΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ της αγάπης. Σε μια διαρκή αναζήτηση της αγάπης. Σαν αφηρημένη έννοια, μα προπάντων στην καθημερινότητά μας. Αγάπη είναι. Τι είναι αλήθεια για τον καθένα μας ξεχωριστά η αγάπη; 

ΑΛΛΙΩΣ ΕΙΧΑ στον νου μου να ξεκινήσω τη στήλη σήμερα κι αλλιώς ξεκίνησα. Κόλλησα, βλέπετε, στο σημερινό ποίημα. Συμβαίνει αρκετές φορές αυτό. Καλός ο προγραμματισμός, καλοδεχούμενο, όμως, και το απρόοπτο, όπως καληώρα!

ΤΟ ΑΠΡΟΟΠΤΟ της καλής ώρας. Το απρόοπτο που παραμονεύει στην επόμενη στροφή του δρόμου. Μια συνάντηση μ? έναν φίλο απ? τα παλιά, ας πούμε. Η συνάντηση με την ανατολή του ήλιου. Η συνάντηση μ? ένα ποίημα. Μα και μια θετική σκέψη που έρχεται ν? ασπρίσει την όποια μαυρίλα. Μπορούμε να την έχουμε στο χέρι ανά πάσα στιγμή αυτήν. Ολα τα μπορεί ο άνθρωπος, όταν βιώνει τη λέξη 'αγαπώ', τη μόνη λέξη που αρχίζει από 'α' και τελειώνει σε 'ω'.

ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ να είμαι ευχαριστημένος, όταν συμβαίνουν αυτά που συμβαίνουν, όπως συμβαίνουν. Δεν μπορώ να νιώθω ευτυχισμένος, όταν γύρω μου κυριαρχεί η δυστυχία. Δεν μπορώ να ευχαριστιέμαι το φαγητό που τρώγω, όταν υπάρχουν γύρω μου άνθρωποι που πεινούν. Δεν μπορώ να απολαμβάνω την όποια ελευθερία μου, όταν είναι καθεστώς για κάποιους άλλους η ανελευθερία. Εκ των ων ουκ άνευ, βέβαια αυτά. Μπορώ όμως ν? αγαπώ, μπορώ να συντάσσομαι με τις δυνάμεις του καλού, μπορώ να κάνω θετικές σκέψεις, μπορώ να μην αφήσω ποτέ να σβήσει το καντήλι της ελπίδας!

ΑΠ? ΤΟ ΕΝΑ 'πεταχτό' στο άλλο και πού χώρος να βρουν θέση τα που λογάριαζα. Κανένα πρόβλημα, δεν χάλασε δα κι ο κόσμος! Θα στενοχωριόμουν πάντως αν δεν χωρούσε η μαντινάδα του Ηλία του Σταματάκη για το 'φευγιό' ενός μεγάλου Κρητικού: «Πάλι πενθεί η Κρήτη μας, το δάκρυ κάνει ρυάκι/ γιατ? έχασε το μουσικό τον Νίκο Μαμαγκάκη».

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ Αντύπα, ποιήτρια, Αθήνα: Θα επιστρέφω συχνά στην ποιητική σας συλλογή 'Φερέοικοι' (εκδ. 'Πλανόδιον', 2010) που είχε την καλοσύνη να μου στείλει η φίλη ποιήτρια Πόπη Γαβριλάκη. Εχω (έχουμε) ανάγκη την αύρα, μιαν αύρα, ελπιδοφόρα, που αποπνέουν τα ποιήματά σας. Προσυπογράφω κι εγώ αυτό που είπε ο J.L. Borges: 'Πρέπει να δουλέψω το στίχο τον αδιάφθορο/ και (είναι χρέος μου) να σωθώ'. Οντως 'η σωτηρία της ψυχής είναι πολύ μεγάλο πράγμα', όπως μας λέει και η Λίνα Νικολακοπούλου.

ΛΕΓΕΤΑΙ ΟΤΙ στην Κρήτη υπήρχε μια πόλη που λεγόταν Οαξός.  Σε αυτή βασιλιάς ήταν κάποτε ο Ετέαρχος, που είχε χάσει τη γυναίκα του, με την οποία είχε αποκτήσει μια κόρη, τη Φρονίμη. Οταν ξαναπαντρεύτηκε, η νέα του γυναίκα, που δε συμπαθούσε το κορίτσι, το διέβαλε στον πατέρα της με την κατηγορία της ακολασίας. Ο Ετέαρχος, που τελικά την πίστεψε, έκανε το εξής: στην πόλη βρισκόταν ένας Θηραίος έμπορος, ο Θεμίσων, τον οποίο ο βασιλιάς φιλοξένησε και εν ονόματι της φιλοξενίας του ζήτησε να ορκιστεί πως θα έκανε ό,τι του ζητούσε. Οταν εκείνος ορκίστηκε, του ζήτησε να πάρει τη Φρονίμη στο πλοίο του και στη διάρκεια του ταξιδιού να τη ρίξει στη θάλασσα. Ο Θεμίσων αγανάκτησε με την ωμότητα της πρότασης, αλλά είχε ήδη ορκιστεί. Επειδή, ωστόσο, αισθανόταν αποτροπιασμό για την πράξη που είχε δεσμευτεί ότι θα κάνει, μηχανεύτηκε το εξής: όταν ανοίχτηκε στο πέλαγος, έδεσε το κορίτσι με ένα σκοινί, το έριξε στη θάλασσα, το ξανατράβηξε στο πλοίο και το πήρε μαζί του στη Θήρα. Ετσι και το κορίτσι σώθηκε και ο όρκος τηρήθηκε. Από το βιβλίο 'Η άλλη όψη της Ιστορίας', εκδ. 'Σαββάλας'.

'Αγάπη είναι:/ Ο κρόκος που θ? ανθίσει την άνοιξη./ Τα χέρια που αγγίζονται απαλά/ στο επιτύμβιο της Ηγησώς./ Ο πεθαμένος Κωνσταντής που καβαλάρης/ φέρνει πίσω την αδελφή του./ Ο αετός που έκλαψε κάποτε/ στην Κρήτη εν επιγνώσει./ Ο Θρήνος του Αχιλλέα για τον Πάτροκλο./ Ο ήχος της καμπάνας την Κυριακή./ Δυο γέρικες χελώνες που σμίγουν/ ένα Πάσχα στον Κεραμεικό./ Τα δύο χέρια της Φραγκογιαννούς/ πάνω απ? τη στέρνα./ Το κλάμα του Πέτρου/ μετά το τρίτο λάλημα του πετεινού./ Το χέρι της Αντιγόνης που σκόρπισε χοές./ Ν? ανακαλύπτεις λέξεις/ κουκουλωμένη στο κρεβάτι σου./ Να γίνεσαι χίλια κομμάτια και να τα ξαναβρίσκεις μαζί του./ Η καρδιά μου που χτυπά/ όταν σ? αντικρίζει'. 

Το ποίημα 'Αγάπη' της Αναστασίας Αλεξάνδρου Αντύπα.

ΧΑΙΡΕΤΩ ΣΑΣ ΚΙ ΑΓΑΠΩ ΣΑΣ!

Χανιώτικα νέα (26.07.2013)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου