Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης

Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου 2015

ΕΚΕΙΝΟΙ ΠΟΥ ΦΕΥΓΟΥΝ

Τρώτε και πίνετ’ άρχοντες, κι εγώ θα σας δηγούμαι
Κι εγώ θα σας διηγηθώ για τον Κοτσιφογιάννη,
για έναν άρχο Νιππιανό...

Ο επίλογος από τον επικήδειο για τον φίλο μου (Τίμιος Σταυρός Νίππους, 20. 02.2015)

Δείτε περισσότερα... ΕΚΕΙΝΟΙ ΠΟΥ ΦΕΥΓΟΥΝ
Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης



ΕΚΕΙΝΟΙ ΠΟΥ ΦΕΥΓΟΥΝ

ΙΩΑΝΝΗΣ ΝΙΚ. ΚΟΤΣΙΦΑΚΗΣ (Ετών 67)

Λευκοφορούνε τα βουνά, μαυροφορεί η καρδιά μας
Μαύρο πουλί εκάθισε στου Νίππους τα σεράγια
Και τραγουδεί λυπητερά και παραπονεμένα
Θρηνεί τον Γιάννη Κοτσιφό τον Άρχοντα του τόπου
Απού ‘τανε ξεχωριστός σ’ ούλη την Επαρχία
Για κείνον είν’ ο ουρανός τα’ Αποκορώνου μαύρος
Για κείνον ήταν ο χιονιάς.

Αυτόν τον κυπάρισσο δεν μπορεί κανείς αέρας να τον ξεριζώσει. Αυτό το ριζιμιό χαράκι δεν μπορεί καμιά δύναμη να το ξεθεμελιώσει. Αυτόν τον ήλιο δεν μπορεί κανένα σκοτάδι να τον σβήσει. Έτσι νόμιζα. Ότι θα ζει σαν την πιο ψηλή κορφή της Μαδάρας, στον ίσκιο της οποίας γεννήθηκε, παντοαιωνίως ο γκαρδιακός μου φίλος ο Γιάννης ο Κοτσιφός, ο ακριβογιός του Κοτσιφονικολή και της Κωνσταντινιάς το γένος Παπαδολάμπη. Αλίμονο όμως! Ανίκητος αλλά και άδικος στην περίπτωσή του αποδείχτηκε, γι άλλη μια φορά, ότι είναι ο θάνατος, που τον πήρε ξαφνικά στα 67 του χρόνια για το δίχως γυρισμό ταξίδι στο άλλο ημισφαίριο της ζωής. Εκεί όπου βρίσκονται οι πολλοί και καλοί μας, όπως μου έλεγε, όταν με έβλεπε, και με έβλεπε κάθε φορά, να περνώ από την Πλατέα και να πηγαίνω στο Κοιμητήρι του Αγιού Αθανάση για ν’ ανάψω το καντήλι τν αγαπημένων μου.
Κεραυνός εν αιθρία η αναγγελία του φευγιού σου, φίλε των παιδικών μου χρόνων, φίλε ζωής, που το λιτανεύει από χθες το πρωί στις γειτονιές του χωριού μας και τα περίχωρα με τη βαριά φωνή της η μεγάλη καμπάνα του Τιμίου Σταυρού. Πώς θα συνηθίσουμε την παρουσία της απουσίας σου, αδελφικέ μου φίλε! Πώς θα την συνηθίσει η συντρόφισσα της ζωής σου, από την ανατολή της νιότης σας, η Μαρία σου! Πώς θα την συνηθίσουν τα παιδιά σου, ο Νίκος ο Μανόλης και ο Αντώνης, οι νυφάδες, τα εγγόνια, τα αδέλφια και τα ανίψια σου! Πώς θα την συνηθίσουν όλοι, οι πολλοί, που σε γνώρισαν, έτσι ως υπήρξες ωραίος και χαριτωμένος, να διδάσκεις με την όλη στάση σου, ανθρωπιά και πρεπιά, σε ό,τι και αν έκανες, σε ό,τι κι αν έλεγες, όπου κι αν βρισκόσουν στο Νίππος ή αλλού! 

Πώς θα την συνηθίσω εγώ που ουαί και αλίμονό μου αν ερχόμουν στο χωριό και δεν περνούσα από το καφενείο, όπου το βασίλειό σου για να τα πούμε! Για να θυμηθούμε τα μύρια όσα ζήσαμε μαζί. Τα παιδικά μας χρόνια, Τα μαθητικά μας θρανία. Τους παλιούς των ημερών μας. Μια αστρολογιά, Ένα καλοκαιρινό βράδυ στα Λιβάδια με αστροφεγγιά. Ένα πανηγύρι του Τιμίου Σταυρού με πέντε ζυγιές όργανα στην Πλατέα. Την εποχή που ανεβαίναμε στην ταράτσα για να στείλεις τα μηνύματα της καρδιάς σου στις Πέρα Κατούνες. Την εκδρομή μια Καθαρή Δευτέρα, όντας αρραβωνιασμένοι, με την Μαρία εσύ, με την Ευδοκία εγώ, στο Ατσιπόπουλο. Τη θητεία σου για τρεις τετραετίες, απ’ το 1978 μέχρι το1990, στη θέση του Προέδρου της Κοινότητας Νίππους, που έδωσες τον καλύτερο εαυτό σου. Τις συνάξεις της Μεγάλης Τετάρτης. Την γιορτή της καμπάνας του Άι- Γιώργη…

Για να μοιραστούμε την όποια χαρά μας και να την κάνουμε διπλή και την όποια λύπη μας και να την κόψουμε στα δυο. Για να με ρωτήξεις για τους κοινούς μας φίλους. Για να σε ρωτήξω για τους κοινούς μας φίλους, για τα νέα των όπου γης χωριανών μας, των οποίων ήσουν ο συνδετικός κρίκος με το νιππιανό χώμα. Για να μου πεις ποια μέρα και ποια ώρα ακριβώς ήρθαν κι έφυγαν τα χελιδόνια…
Για να μιλήσουμε για πολιτική(αμετακίνητος μια ζωή στις θέσεις σου) για το ποδόσφαιρο (δεν ταιριάζαμε εδώ, αεκτζής εγώ, ολυμπιακός εσύ) για την εφημερίδα μας, τα Χανιώτικα νέα (αν δεν την διαβάσω από την πρώτη μέχρι την τελευταία σελίδα μια μέρα, δεν νιώθω καλά, μου έλεγες) για το μέλλον των παιδιών μας, για το μέλλον του τόπου μας και των ανθρώπων του…
Είχαμε τόσα πολλά να πούμε, που ποτέ δεν μας έπαιρνε ο χρόνος, κι ας τα λέγαμε σχεδόν κάθε εβδομάδα, Γιάννη! Όπως δεν μας έφτασε και στην τελευταία μας  κουβέντα, αυτήν που κάναμε στις 2 του Φλεβάρη, μετά το πανηγύρι της Παναγίας του Κλάδου, που σ’ άφησα γι’ άλλη μια φορά με την παραγγελιά να προσέχεις τον εαυτό σου…

«Μηδέν γένος ανθρώπων αισχυνέμεν»! Κάθε φορά που συναντιόμαστε τα τελευταία χρόνια, ακριβέ μου φίλε, τούτος ο στίχος του Ομήρου ερχόταν στον νου μου κι έκανε κατοχή. Να μην ντροπιάζουμε την γενιά των προγόνων μας!» Η στάση ζωής σου. Το μάθημα που σου δίδαξαν οι γονιοί σου, το μάθημα που διδάξατε με την αρχόντισσα της ζωής σου, την Μαρία, στα παιδιά σας, όπως οι πάντες ομολογούν, Γιάννη! Πορεύου και γι αυτό εν ειρήνη. Πορεύου για το επουράνιο Νίππος, εκεί όπου από σήμερα θα ζεις με τους προαπελθόντας πατέρες και αδελφούς μας. Εκεί όπου όλοι μας μια μέρα θα σε συναντήσουμε. 

Ωστόσο εδώ, η ζωή για μας όσο το επιτρέπει η Χάρη του Θεού, θα συνεχίζεται. Με την θύμησή σου η ζωή θα συνεχίζεται. Μέσα σ’ αυτήν ωσεί παρών κι εσύ, φίλε! Η παρηγοριά μας… Ανάμεσα στο ντιν και στο νταν της δεύτερης καμπάνας του Άι- Γιώργη η ζωή θα συνεχίζεται. (Τι γιορτή κι αυτή στα εγκαίνιά της, που πρωτοστάτησε ο άλλος Γιάννης, με τον οποίον συμπορευτήκατε από τα μικράτα σας, πριν από τρία χρόνια!) Πίνοντας κρασί και στο καφενείο στη μνήμη σου, έτσι όπως θα σηκώνουμε τα ποτήρια σας η ζωή θα συνεχίζεται. Τραγουδώντας για σένα η ζωή θα συνεχίζεται. Εσύ, μας το ’μαθες, φίλε ότι η ζωή είναι πιο δυνατή από τον θάνατο!
Καλή αντάμωση, φίλε!
Τρώτε και πίνετ’ άρχοντες, κι εγώ θα σας δηγούμαι
Κι εγώ θα σας διηγηθώ για τον Κοτσιφογιάννη,
για έναν άρχο Νιππιανό,..

Επικήδειος Λόγος (Τίμιος Σταυρός Νίππους, 20.02.2015)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου