Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης

Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2015

ΕΥΘΥΒΟΛΑ ΚΑΙ ΜΗ

Μάτια κλειστά κι έτσι ζω στα… “κρυφτά”, όλη τη μέρα μα τη νύχτα… δεν μπορώ να κοιμηθώ!
Μετράω τα κύμματα, μεράω τα θύματα! Μια ατέλειωτη λίστα, μια τεράστια μή λίστα, με α-καταγεγραμμένους ανθρώπους. Μικρούς και μεγάλους, θύματα μιας τόσο… ανθρώπινης λειτουργίας, ενός ανθρώπινου “αποτελέσματος” όπως είναι η ολόκληρη η ζωή μας!
Μετρώ τα θύματα, τα κύματα της θάλασσας που τους ξεβράζουν πάνω στα αιγαιοπελαγίτικα νησιά· κορμιά, σκαριά, ρούχα και τσαντάκια όλα ένα, μαζί με το παγωμένο βλέμμα της ύστατης στιγμής εκείνης πριν το τέλος!
Δείτε περισσότερα...ΕΥΘΥΒΟΛΑ ΚΑΙ ΜΗ
Νεκτάριος Ευ. Κακατσάκης


Επί 24ώρου σκέψεις

Κρύβομαι. Εδώ και καιρό κρύβομαι πίσω απ’ το δάκτυλό μου. Πίσω απ’ το δάκτυλό μου και μπροστά μου μια ολογάλαζη θάλασσα· τη θάλασσα που ύμνησε ο Ελύτης…, τούτη τη θάλασσα που δεν θέλω, δεν μπορώ πια να τη θωρώ…
Κι αν με ρωτούν «πώς να κρύψεις μια θάλασσα και πώς να κρυφτείς εσύ απ’ αυτήν, έχοντας μοναχά το δάκτυλό σου μπροστά στα μάτια σου», είναι εύκολο, τους λέγω. Είναι piece of cake που λένε κι οι Εγγλέζοι!
Πανεύκολο, ανάμεσα στα όρια τής όποιας ελευθερίας μου, μέσα στους τοίχους του “σπιτιού” μου, εκεί ακριβώς βρίσκομαι, εκεί ακριβώς… κρύβομαι!
Κλείνω τα μάτια, τα αυτιά και σκέφτομαι το ηλιοβασίλεμα… τα ονειρεμένα πορτοκαλί του κόσμου!
Κλείνω τα μάτια και ονειρεύομαι την αμμουδιά. Παιχνίδι με τα παιδιά μου, μπρατσάκια κι αντηλιακό μην τα κάψει ο ήλιος. Και κολατσιό στην τσαντούλα τους όταν η αλμύρα και το παιχνίδι με τα κύματα τους ανοίξουν την όρεξη.
Κλείνω τα μάτια κι ονειρεύομαι «τον ήλιο τον ηλιάτορα τον πετροπαιχνιδιάτορα» που καίει το μέτωπο, τ’ αλμυρωμένα σώματα. Τι χαρά, τι ευτυχία ανείπωτη!
Κλείνω τα μάτια κι όλα εκεί· πίσω στο κεφάλι οι φωνούλες, τα γέλια και οι “αυστηρές” τάχα μου ή πραγματικές παρατηρήσεις: «Πρόσεχε και φόρα το σωσίβιό σου παιδί μου! Δεν ήταν τίποτα, νερό μπήκε στα ματάκια σου! Τίποτα δεν ήταν, ήπιες λίγο νεράκι, μην κάνεις συνέχεια βουτιές».
…Κι έτσι κρύβομαι..
Μάτια κλειστά κι έτσι ζω στα… “κρυφτά”, όλη τη μέρα μα τη νύχτα… δεν μπορώ να κοιμηθώ!
Μετράω τα κύμματα, μεράω τα θύματα! Μια ατέλειωτη λίστα, μια τεράστια μή λίστα, με α-καταγεγραμμένους ανθρώπους. Μικρούς και μεγάλους, θύματα μιας τόσο… ανθρώπινης λειτουργίας, ενός ανθρώπινου “αποτελέσματος” όπως είναι η ολόκληρη η ζωή μας!
Μετρώ τα θύματα, τα κύματα της θάλασσας που τους ξεβράζουν πάνω στα αιγαιοπελαγίτικα νησιά· κορμιά, σκαριά, ρούχα και τσαντάκια όλα ένα, μαζί με το παγωμένο βλέμμα της ύστατης στιγμής εκείνης πριν το τέλος!
Κι έπειτα θωρώ -σαν μεταξύ ύπνου και ξύπνιου- τις ψυχές μεσουρανούσες να ταξιδεύουν σ’ άγνωστα μέρη. Να ταλαντεύουνται οι άγνωστες ψυχές που ’χαν ονόματα εδώ σαν βρίσκονταν κάτου στη γης. Χιλιάδες άγνωστά μου ονόματα, χιλιάδες άγνωστά μου ζευγάρια μάτια, ανοιχτόχρωμα κι ολόσκουρα κλειστά πια ερμητικά· μαύρο το πέπλο τα σκεπάζει…
Κι όπως το χθες έτσι το σήμερα, έτσι το αύριο, πάντοτε έτσι ή κάπως έτσι, για να γίνει κι αυτή μια συνήθεια  όπως και τόσες άλλες!
Κρύβομαι. Εδώ και καιρό κρύβομαι πίσω απ’ το δάκτυλό μου. Πίσω απ’ το δάκτυλό μου και μπροστά μου μια ολογάλαζη θάλασσα· τη θάλασσα που ύμνησε ο Ελύτης…, τούτη τη θάλασσα που δεν θέλω, δεν μπορώ πια να τη θωρώ…
Κι αν με ρωτούν «πώς να κρύψεις μια θάλασσα και πώς να κρυφτείς εσύ απ’ αυτήν, έχοντας μοναχά το δάκτυλό σου μπροστά στα μάτια σου», είναι εύκολο, τους λέγω. Είναι piece of cake που λένε κι οι Εγγλέζοι!
Πανεύκολο, ανάμεσα στα όρια τής όποιας ελευθερίας μου, μέσα στους τοίχους του “σπιτιού” μου, εκεί ακριβώς βρίσκομαι, εκεί ακριβώς… κρύβομαι!
Κλείνω τα μάτια, τα αυτιά και σκέφτομαι το ηλιοβασίλεμα… τα ονειρεμένα πορτοκαλί του κόσμου!
Κλείνω τα μάτια και ονειρεύομαι την αμμουδιά. Παιχνίδι με τα παιδιά μου, μπρατσάκια κι αντηλιακό μην τα κάψει ο ήλιος. Και κολατσιό στην τσαντούλα τους όταν η αλμύρα και το παιχνίδι με τα κύματα τους ανοίξουν την όρεξη.
Κλείνω τα μάτια κι ονειρεύομαι «τον ήλιο τον ηλιάτορα τον πετροπαιχνιδιάτορα» που καίει το μέτωπο, τ’ αλμυρωμένα σώματα. Τι χαρά, τι ευτυχία ανείπωτη!
Κλείνω τα μάτια κι όλα εκεί· πίσω στο κεφάλι οι φωνούλες, τα γέλια και οι “αυστηρές” τάχα μου ή πραγματικές παρατηρήσεις: «Πρόσεχε και φόρα το σωσίβιό σου παιδί μου! Δεν ήταν τίποτα, νερό μπήκε στα ματάκια σου! Τίποτα δεν ήταν, ήπιες λίγο νεράκι, μην κάνεις συνέχεια βουτιές».
…Κι έτσι κρύβομαι..
Μάτια κλειστά κι έτσι ζω στα… “κρυφτά”, όλη τη μέρα μα τη νύχτα… δεν μπορώ να κοιμηθώ!
Μετράω τα κύμματα, μεράω τα θύματα! Μια ατέλειωτη λίστα, μια τεράστια μή λίστα, με α-καταγεγραμμένους ανθρώπους. Μικρούς και μεγάλους, θύματα μιας τόσο… ανθρώπινης λειτουργίας, ενός ανθρώπινου “αποτελέσματος” όπως είναι η ολόκληρη η ζωή μας!
Μετρώ τα θύματα, τα κύματα της θάλασσας που τους ξεβράζουν πάνω στα αιγαιοπελαγίτικα νησιά· κορμιά, σκαριά, ρούχα και τσαντάκια όλα ένα, μαζί με το παγωμένο βλέμμα της ύστατης στιγμής εκείνης πριν το τέλος!
Κι έπειτα θωρώ -σαν μεταξύ ύπνου και ξύπνιου- τις ψυχές μεσουρανούσες να ταξιδεύουν σ’ άγνωστα μέρη. Να ταλαντεύουνται οι άγνωστες ψυχές που ’χαν ονόματα εδώ σαν βρίσκονταν κάτου στη γης. Χιλιάδες άγνωστά μου ονόματα, χιλιάδες άγνωστά μου ζευγάρια μάτια, ανοιχτόχρωμα κι ολόσκουρα κλειστά πια ερμητικά· μαύρο το πέπλο τα σκεπάζει…
Κι όπως το χθες έτσι το σήμερα, έτσι το αύριο, πάντοτε έτσι ή κάπως έτσι, για να γίνει κι αυτή μια συνήθεια  όπως και τόσες άλλες!
Χανιώτικα νέα (04.11.2015)


Read more: http://www.haniotika-nea.gr/epi-24orou-skepsis/#ixzz3qWXdoQkx 
Under Creative Commons License: Attribution Non-Commercial 
Follow us: @HaniotikaNea on Twitter | haniotika.nea on Facebook

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου