Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης

Δευτέρα 29 Φεβρουαρίου 2016

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΕΣ


 Ο  Π Ο Λ Ι Τ Ι Σ Μ Ο Σ   Τ Ο Υ    Ν Α Ζ Ι Σ Μ Ο Υ ΣΤΑ ΑΝΩΓΕΙΑ
ΟΠΩΣ ΤΟΝ ΕΖΗΣΕ ΕΝΑ ΔΕΚΑΧΡΟΝΟ ΠΑΙΔΙ
 Ξημερώνοντας η 22 Αυγούστου ειδοποιηθήκαμε, οι γυναίκες και τα παιδιά  των Σισάρχων,(που μας είχαν αφήσει να μένομε, μαζί με τα οικόσιτα ζώα, στα ανήλιαγα κατώγεια των σπιτιών μας ) να κλειστούμε μέσα   και να μην βγει κανείς αν δεν δώσουν διαταγή. Αναγκαστικά υπακούσαμε. [...]
   Κάποια στιγμή μια ομάδα Γερμανών άνοιξε την πόρτα της Αγίας Παρασκευής και πήρε έναν από τους ομήρους. Ύστερ’  από λίγο ακούστηκε ριπή πολυβόλου. Αυτό επαναλήφθηκε δεύτερη, τρίτη και πολλοστή φορά και τότε όλοι με τρόμο συνειδητοποιήσαμε  ότι δεν τους απελευθέρωναν αλλά τους εκτελούσαν!
Βασίλης Γ. Χαρωνίτης
Δείτε περισσότερα... ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΕΣ






ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ ΡΙΧΤΕΡ

           Ο  Π Ο Λ Ι Τ Ι Σ Μ Ο Σ   Τ Ο Υ    Ν Α Ζ Ι Σ Μ Ο Υ
 
                                         Γράφει ο Βασίλης Γ. Χαρωνίτης
Σημείωση: Στο άρθρο του κ. Αυγερινού Ανδρέου « Το Ολοκαύτωμα των Ανωγείων» ( Χανιώτικα Νέα 19. 02. 2016) έχω να προσθέσω  τα παρακάτω:

   Δεκάχρονο παιδί έζησα τα φοβερά γεγονότα του ολοκαυτώματος των Ανωγείων, (του χωριού μου δηλαδή) και της δολοφονίας τριάντα δύο (32) αθώων συμπατριωτών μας και δεν μπορώ να ξεχάσω ότι,
    Στις 13 Αυγούστου 1944, οι Γερμανοί μπήκαν σ’ όλες τις γειτονιές του χωριού,  συγκέντρωσαν τα γυναικόπαιδα, βίαια τα εξανάγκασαν σε φυγή κι άρχισαν τη λεηλασία και την καταστροφή.
   Για να βοηθηθούν στη διαρπαγή χρησιμοποίησαν  ομήρους τους οποίους απόσπασαν βίαια από τα ειρηνικά τους έργα και από τα χωριά τους, τους έφεραν στ’ Ανώγεια και τους υποχρέωσαν να κατεβάζουν στα Σίσαρχα ( οικισμό του Δήμου μας  που χρησιμοποίησαν ως βάση), τα πολύτιμα υφαντά, τα κεντήματα και όλα όσα οι Ανωγειανοί και οι Ανωγειανές με κόπους και προσπάθεια χρόνων είχαν αποθησαυρίσει. Εκεί τα φόρτωναν σε μεγάλα φορτηγά και τα’ στελναν προς το Ηράκλειο. Μπορεί κάποια απ’ αυτά να στολίζουν σπίτια της σημερινής Γερμανίας.
   Κάθε βράδυ έκλειναν τους ομήρους στη μονόχωρη μικρή εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, κάτω από αθλιότατες συνθήκες. Στην πόρτα φύλαγε σκοπός.
   Ένα βράδυ τους ανακοινώθηκε ότι το έργο τους είχε τελειώσει και ότι την επομένη θα τους άφηναν ελεύθερους.
   Ήταν τόσο απρόσμενη η ανακοίνωση της απελευθέρωσης που η καρδιά τους γέμισε από χαρά και άρχισαν να τραγουδούν.
   Δυστυχώς αυτή η χαρά κράτησε μόνο για ένα βράδυ. Την άλλη μέρα τη διαδέχτηκε ο θάνατος.
   Ξημερώνοντας η 22 Αυγούστου ειδοποιηθήκαμε, οι γυναίκες και τα παιδιά  των Σισάρχων,(που μας είχαν αφήσει να μένομε, μαζί με τα οικόσιτα ζώα, στα ανήλιαγα κατώγεια των σπιτιών μας ) να κλειστούμε μέσα   και να μην βγει κανείς αν δεν δώσουν διαταγή.
   Αναγκαστικά υπακούσαμε. Με αγωνία παρακολουθούσαμε, άλλοι με τη φαντασία  και άλλοι από τις χαραμάδες που είχαν οι πόρτες και τα παράθυρα,  την  απελευθέρωση  των ομήρων.
   Κάποια στιγμή μια ομάδα Γερμανών άνοιξε την πόρτα της Αγίας Παρασκευής και πήρε έναν από τους ομήρους. Ύστερ’  από λίγο ακούστηκε ριπή πολυβόλου. Αυτό επαναλήφθηκε δεύτερη, τρίτη και πολλοστή φορά και τότε όλοι με τρόμο συνειδητοποιήσαμε  ότι δεν τους απελευθέρωναν αλλά τους εκτελούσαν!
   Όταν τέλειωσαν οι κρατούμενοι, ανακοινώθηκε ότι μπορούσαμε  να βγούμε  από τα σπίτια μας.
   Χωρίς καθυστέρηση τα παιδιά ανακαλύψαμε  τον τόπο της εκτέλεσης. Τριάντα δύο αθώοι άνθρωποι ( 15 από το Σάρχο, 7 από τα Ανώγεια, 4 από του Δαμαβόλου, 2 από τον Αείμονα, 2 από το Πενταμόδι, 1 από τον Καμαριώτη και 1 από την απάνω Ελλάδα) κείτονταν σωρός στην άκρη  ενός μικρού δέτη, μέσα σ’ ένα ρυάκι.
   Ήταν η πληρωμή από το πολιτισμένο Γ΄Ράιχ για την πολυήμερη και κοπιαστική εργασία που είχαν προσφέρει.  
   Ίσως όμως ( και αυτό είναι το πιθανότερο) θέλησαν να τους κλείσουν το στόμα για να μη μαρτυρήσουν τα εγκλήματα, τις αρπαγές, τις λεηλασίες, και το λαφυραγώγημα που διέπραξαν.
   Μπορεί βέβαια  και να τρόμαξαν όταν διαπίστωσαν ότι δεν είχαν να κάμουν με άβουλα όντα, με υποζύγια ή με σκλάβους, αλλά με ελεύθερους ανθρώπους, με υπερήφανους Κρητικούς  κι επειδή δεν μπορούσαν να κάμουν τίποτε άλλο, τους αφαίρεσαν τη ζωή!   
   Οι γυναίκες των Σισάρχων ( όλοι οι άντρες ήσαν στο βουνό), με πόνο ψυχής, ζήτησαν από τους Ναζί την άδεια να τους θάψουν.
   Μα οι εκτελεστές, οι απόγονοι των Ούννων,  τις έδιωξαν βίαια, ανακοινώνοντάς τους ταυτόχρονα ότι απόφασή τους ήταν να μείνουν άταφοι οι νεκροί!
   Κι έμειναν! Οι γυναίκες και οι αδερφές των δολοφονημένων  που θα μπορούσαν να επαναλάβουν το κατόρθωμα της αρχαίας Αντιγόνης βρίσκονταν χιλιόμετρα μακριά και οι δικές μας γυναίκες, τρομοκρατημένες, υπάκουσαν! Άλλωστε ποια γυναίκα θα μπορούσε να παρακούσει την προσταγή των όπλων; 
   Εμείς τα παιδιά πηγαίναμε κάθε μέρα και τους παρατηρούσαμε. Στην αρχή από κοντά κι ύστερα όλο κι από μακρύτερα, γιατί δεν αντέχαμε.
   Οι χιτλερικοί βέβαια δεν ένιωθαν καμιά ενόχληση από το φριχτό θέαμα που αντικρίζαμε…
   Ύστερ’ από κάμποσες ημέρες, ευτυχώς έβρεξε πολύ και το ορμητικό νερό του ρυακιού παράσυρε τα αλλοιωμένα πτώματα εκατοντάδες μέτρα και τα’ ριξε δεξιά κι αριστερά κατά μήκος του ρυακιού.
   Τότε υποβλήθηκε,  πάλι από τις γυναίκες, το αίτημα ταφής και οι δολοφόνοι- επιτέλους!- τις άφησαν κι άνοιξαν πρόχειρους λάκκους στα σημεία που είχαν αφεθεί και, χωρίς τελετουργικό και χωρίς την παρουσία των δικών τους, τούς έθαψαν…
   Σήμερα στην πλατεία των Σισάρχων ένα απέριττο μνημείο με τα ονόματα των αθώων  που ύψωσεν ο Δήμος Ανωγείων, υπενθυμίζει όλα τα παραπάνω.
   Στην προμετωπίδα  του μνημείου είναι γραμμένη η μαντινάδα
          « Στη θύελλα του φασισμού που τη φωτιά σκορπίζει
             μόνο με αίμα το δεντρό της λευτεριάς ανθίζει»


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου