Σάββατο 17 Οκτωβρίου 2009

“Το νησί που ταξίδευε”




Γράφει ο ΒΑΣΙΛΗΣ Γ. ΧΑΡΩΝΙΤΗΣ

Το νέο (7ο) βιβλίο της Ευδοκίας Σκορδαλά - Κακατσάκη με τον ωραίο τίτλο “Το νησί που ταξίδευε” με βρήκε καλοκαιριάτικα, με τα εγγονάκια μου, στον Γαλατά της Νέας Κυδωνίας.
Του έριξα μια γρήγορη ματιά κι ύστερα το άφησα στην Κλειώ, τον Φοίβο και τον Μάξιμο - Βασίλειο (τα εγγονάκια μου) να το διαβάσουν.
Εκείνα το ξεφύλλισαν, παρατήρησαν τις εικόνες κι ύστερα το άφησαν πάνω σ’ ένα τραπέζι κι έπιασαν τα ηλεκτρονικά παιχνίδια που είχαν φέρει μαζί τους από την Αθήνα όπου μένουν, χωρίς να μου πουν τίποτε.
Μα εγώ που διαφωνώ μ’ αυτή την ηλεκτρονική πλύση εγκεφάλου που προσφέρεται στα σημερινά παιδιά, τους ξαναμίλησα για το βιβλίο και τους ζήτησα να το διαβάσουν ολόκληρο και να μου πουν τη γνώμη τους.
Ο μικρότερος, ο Μάξιμος - Βασίλειος, που τώρα πηγαίνει στην Πρώτη Δημοτικού ήρθε πρώτος κοντά μου.
- Παππού, μου είπε, το βιβλίο είναι ωραίο μα δεν είναι αληθινό.
- Γιατί Μάξιμε δεν είναι αληθινό;
- Αφού λέει για ένα νησί που ταξίδευε. Τα νησιά δεν ταξιδεύουν.
- Και πού το ξέρεις εσύ πως δεν ταξιδεύουν;
- Πώς δεν το ξέρω; Αν ταξίδευαν, θα ταξίδευε και η Κρήτη που είναι κι αυτή νησί -έτσι δεν μας είπες;- και θα με πήγαινε στην Αθήνα να δω τη μαμά και τον μπαμπά κι ύστερα θα με ξαναγύριζε πάλι εδώ στον Γαλατά...
- Καλά Μάξιμε ,πήγαινε να παίξεις και για τα νησιά θα μιλήσουμε άλλη φορά.
Την άλλη μέρα ο Φοίβος, που πηγαίνει στην Πέμπτη Δημοτικού μου έφερε ένα φύλλο χαρτί.
- Τι είναι αυτό Φοίβο; τον ρώτησα.
- Η γνώμη μου για το βιβλίο, μου είπε σιγά.
Το πήρα και διάβασα, ανάμεσα στ’ άλλα: “Το βιβλίο λέει ότι μια φορά ήταν ένα νησάκι που ταξίδευε, σαν πολύχρωμο καράβι και δεν έμοιαζε με κανένα άλλο στον κόσμο. Ταξίδευε χωρίς πυξίδα, χωρίς κουπιά, χωρίς κατάρτι. Ήταν σωστή ζωγραφιά. Θα ήθελα να έμενα σ’ αυτό το νησί για να ταξιδεύω στον κόσμο μαζί με τους φίλους και την οικογένειά μου.
Αυτό το βιβλίο μου άρεσε γιατί έχει ωραίες λέξεις. Μου άρεσε ο τρόπος που είναι γραμμένο και οι ζωγραφιές του. Αν θέλει κανείς να διαβάσει αυτό το βιβλίο θα του κάνει πολύ καλό γιατί θα μάθει μία πολύ ωραία ιστορία. Θα μάθει ακόμη καινούργιες λέξεις και τις λέξεις αυτές μπορεί να τις γράψει στις εκθέσεις του. Γενικά μου άρεσε πολύ αυτό το βιβλίο...”.
Η Κλειώ, μαθήτρια της Eκτης εφέτος, έγραφε κι έσβηνε και τελικά μου έφερε γραμμένη τη γνώμη της:
“Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα μικρό νησί που ταξίδευε. Πάνω του ζούσαν ζώα και πουλιά. Είχε πολλά είδη δέντρων και λουλουδιών. Η άνοιξη ερχόταν με τα πιο όμορφα λουλούδια, το καλοκαίρι με τον ήλιο που τους χαμογελούσε, το φθινόπωρο με τα φύλλα να σκεπάζουν το νησί και ο χειμώνας με τις χιονονιφάδες έκαναν το νησί μοναδικό.
Πάνω τους ζούσε μια οικογένεια. Ο πατέρας, που ήταν ψαράς, η γυναίκα του και τα δύο παιδιά τους. Μια μέρα ο πατέρας δεν γύρισε σπίτι από το ψάρεμα.
Η μάνα το κατάλαβε ότι δεν θα τον ξανάβλεπαν αφού της το είπε ένα αηδόνι. Πέρασε πολύ καιρός, τα παιδιά μεγάλωσαν και ο ένας έγινε ψαράς και ο άλλος γεωργός.
Ενα βράδυ που σεργιανίζανε είδανε μια νεράιδα και κατάλαβαν ότι την είχαν ερωτευτεί και οι δυό. Την επομένη, κακόκεφοι πήγαν στη δουλειά τους. Εκεί, τα ζώα τους είπαν, το βράδυ που θα ξαναρχόταν η νεράιδα να της έκλεβαν το μαντήλι κι έτσι θα γινόταν δική τους.
Το βράδυ που ξαναπαρουσιάστηκε η νεράιδα τα δυο αδέρφια πήγαν να της πάρουν το μαντήλι και ξαφνικά βρέθηκαν και οι δυο στο χώμα, παλεύοντας ως το πρωί. Η νεράιδα είχε εξαφανιστεί, μα τα δύο αδέρφια συνέχισαν να παλεύουν.
Ξαφνικά ένα σύννεφο τους τύλιξε και τότε κατάλαβαν το κακό που πήγαιναν να κάμουν και σταμάτησαν. Αγκαλιάστηκαν και γύρισαν στο σπίτι τους, αγαπημένοι όπως και πρώτα.
Αυτή την ωραία ιστορία έμαθα διαβάζοντας το βιβλίο «Το νησί που ταξίδευε». Είναι ένα πολύ ωραίο βιβλίο και μου άρεσε πάρα πολύ...”.
Υστερ’ από τα παραπάνω το μόνο που θα μπορούσα να προσθέσω ήταν να μην συμφωνήσω με τον Μάξιμο. Τα νησιά ταξιδεύουν. Διαφορετικά, η Σαμοθράκη δεν θα μας έφερνε την Ευδοκία στα Χανιά, να ξεδιπλώσει το ταλέντο της και να πλουτίζει την πνευματική μας ζωή...
Θερμά συγχαρητήρια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου