ΜΙΑ ΣΤΑΣΗ ΕΔΩ ΜΙΑ ΣΤΑΣΗ ΕΚΕΙ
Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης
Ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος
Στον… Κάτω Κόσμο, στον Αδη των Αρχαίων Ελλήνων “στάση” σήμερα για να παρακολουθήσουμε έναν από τους 30 “νεκρικούς διαλόγους” του Λουκιανού, μεταξύ του πορθμέα του Κάτω Κόσμου, του Χάρου και του φιλόσοφου Μένιππου, ο οποίος έζησε μέχρι τον θάνατό του, σύμφωνα με τα ιδεώδη των Κυνικών. Συνεπής στα πιστεύω του ο Μένιππος δεν έχει τον οβολό που έβαζαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι στο στόμα του νεκρού για αμοιβή του πορθμέα. «Ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος» (Δεν μπορείς να πάρεις από όποιον που δεν έχει), η απάντησή του, όταν του ζήτησε ο αδίστακτος Χάρων τα ναύλα. Τα όποια σχόλια, με… αναγωγή στη σημερινή κατάσταση, δικά σας. Πάμε! (Μετάφραση Π. Μουλλάς):
Χάρων: Παλιοτόμαρο, πλήρωσέ μου τα ναύλα σου!
Μένιππος: Φώναζε όσο θέλεις, αν σ᾽ αρέσει!
Χάρων: Πλήρωσε, σου λέω, που σε πέρασα από τη λίμνη!
Μένιππος: Δεν μπορείς να πάρεις από όποιον δεν έχει (ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος).
Χάρων: Υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει έστω και οβολό;
Μένιππος: Αν υπάρχει κι άλλος, δεν ξέρω. Εγώ πάντως δεν έχω.
Χάρων: Μα τον Πλούτωνα, θα σε πνίξω, κάθαρμα, αν δεν πληρώσεις!
Μένιππος: Κι εγώ με τη μαγκούρα θα σου σπάσω το κεφάλι!
Χάρων: Άδικα, λοιπόν, σου έχω κάνει τέτοιο ταξίδι;
Μένιππος: Να σε πληρώσει για λογαριασμό μου ο Ερμής! Αυτός με παράδωσε σε σένα.
Ερμής: Τώρα μάλιστα, σώθηκα! Να πληρώνω και για τους νεκρούς!
Χάρων: Εγώ πάντως δεν σ’ αφήνω.
Μένιππος: Ωραία. Τράβα και τη βάρκα σου στη στεριά και περίμενε όσο θέλεις! Τι να σου δώσω, αφού δεν έχω πεντάρα.
Χάρων: Δεν ήξερες ότι έπρεπε να φέρεις τα ναύλα μαζί σου;
Μένιππος: Το ήξερα, αλλά δεν είχα. Κι ύστερα; Έπρεπε γι᾽ αυτό να μην πεθάνω;
Χάρων: Εσύ μόνο λοιπόν θα καυχιέσαι πως πέρασες τζάμπα;
Μένιππος: Καθόλου τζάμπα, φίλε μου. Και νερό από τη βάρκα έβγαλα και κουπί τράβηξα και, στο κάτω – κάτω, ήμουν ο μόνος από τους επιβάτες που δεν έκλαιγα!
Χάρων: Αυτά δεν είναι πληρωμή. Πρέπει να δώσεις τον οβολό, είναι νόμος. Δεν γίνεται αλλιώς.
Μένιππος: Τότε ξαναγύρισέ με στη ζωή.
Χάρων: Αστείος που είσαι! Για να με ταράξει στο ξύλο ο Αιακός;
Μένιππος: Άσε με ήσυχο λοιπόν!
Χάρων: Δείξε μου τι έχεις στο σακούλι.
Μένιππος: Λούπινα, αν θέλεις, και δείπνο της Εκάτης.
Χάρων: Βρε, Ερμή, από πού μας τον έφερες αυτόν τον σκύλο; Τι λόγια έλεγε στο ταξίδι! Κορόιδευε και περιγελούσε όλους τους επιβάτες κι ήταν ο μόνος που τραγουδούσε όταν εκείνοι έκλαιγαν!
Ερμής: Μα δεν ξέρεις, Χάρων, ποιον κουβάλησες με τη βάρκα σου; Έναν άνθρωπο αληθινά ελεύθερο. Αυτός δεν νοιάζεται για τίποτε. Είναι ο Μένιππος!
Χάρων: Αχ, αν σε ξανάβρω κάποτε…
Μένιππος: Αν με ξανάβρεις!… Μα δεν πρόκειται να με πετύχεις για δεύτερη φορά!
Μένιππος: Φώναζε όσο θέλεις, αν σ᾽ αρέσει!
Χάρων: Πλήρωσε, σου λέω, που σε πέρασα από τη λίμνη!
Μένιππος: Δεν μπορείς να πάρεις από όποιον δεν έχει (ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος).
Χάρων: Υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει έστω και οβολό;
Μένιππος: Αν υπάρχει κι άλλος, δεν ξέρω. Εγώ πάντως δεν έχω.
Χάρων: Μα τον Πλούτωνα, θα σε πνίξω, κάθαρμα, αν δεν πληρώσεις!
Μένιππος: Κι εγώ με τη μαγκούρα θα σου σπάσω το κεφάλι!
Χάρων: Άδικα, λοιπόν, σου έχω κάνει τέτοιο ταξίδι;
Μένιππος: Να σε πληρώσει για λογαριασμό μου ο Ερμής! Αυτός με παράδωσε σε σένα.
Ερμής: Τώρα μάλιστα, σώθηκα! Να πληρώνω και για τους νεκρούς!
Χάρων: Εγώ πάντως δεν σ’ αφήνω.
Μένιππος: Ωραία. Τράβα και τη βάρκα σου στη στεριά και περίμενε όσο θέλεις! Τι να σου δώσω, αφού δεν έχω πεντάρα.
Χάρων: Δεν ήξερες ότι έπρεπε να φέρεις τα ναύλα μαζί σου;
Μένιππος: Το ήξερα, αλλά δεν είχα. Κι ύστερα; Έπρεπε γι᾽ αυτό να μην πεθάνω;
Χάρων: Εσύ μόνο λοιπόν θα καυχιέσαι πως πέρασες τζάμπα;
Μένιππος: Καθόλου τζάμπα, φίλε μου. Και νερό από τη βάρκα έβγαλα και κουπί τράβηξα και, στο κάτω – κάτω, ήμουν ο μόνος από τους επιβάτες που δεν έκλαιγα!
Χάρων: Αυτά δεν είναι πληρωμή. Πρέπει να δώσεις τον οβολό, είναι νόμος. Δεν γίνεται αλλιώς.
Μένιππος: Τότε ξαναγύρισέ με στη ζωή.
Χάρων: Αστείος που είσαι! Για να με ταράξει στο ξύλο ο Αιακός;
Μένιππος: Άσε με ήσυχο λοιπόν!
Χάρων: Δείξε μου τι έχεις στο σακούλι.
Μένιππος: Λούπινα, αν θέλεις, και δείπνο της Εκάτης.
Χάρων: Βρε, Ερμή, από πού μας τον έφερες αυτόν τον σκύλο; Τι λόγια έλεγε στο ταξίδι! Κορόιδευε και περιγελούσε όλους τους επιβάτες κι ήταν ο μόνος που τραγουδούσε όταν εκείνοι έκλαιγαν!
Ερμής: Μα δεν ξέρεις, Χάρων, ποιον κουβάλησες με τη βάρκα σου; Έναν άνθρωπο αληθινά ελεύθερο. Αυτός δεν νοιάζεται για τίποτε. Είναι ο Μένιππος!
Χάρων: Αχ, αν σε ξανάβρω κάποτε…
Μένιππος: Αν με ξανάβρεις!… Μα δεν πρόκειται να με πετύχεις για δεύτερη φορά!
Στους “Νεκρικούς διαλόγους” ο Λουκιανός (Σύρος στην καταγωγή, απ’ τους σημαντικότερους αττικιστές συγγραφείς, 125 – 180 μ.Χ.) παρουσιάζει τριάντα διαλογικά στιγμιότυπα στα οποία συμμετέχουν περισσότερο ή λιγότερο γνωστές προσωπικότητες του αρχαιοελληνικού κόσμου. Στους διαλόγους αυτούς κυριαρχεί η ιδέα ότι η ευτυχία στον πάνω κόσμο είναι πρόσκαιρη και στον Κάτω Κόσμο οι νεκροί είναι ίσοι.
Η αλληλογραφία μας
Μαρία Δασκαλάκη, φιλόλογο – συγγραφέα, Ηράκλειο Κρήτης: Πολλές ευχαριστίες για τη χαρά που μου έδωσες να πάρω μέρος και στην πέμπτη “μυστική αποστολή”, που διοργάνωσες στον Άγιο Νικόλαο στην Ελούντα και στη Σπιναλόγκα, αυτή τη φορά, διαβάζοντας απνευστί το νέο βιβλίο της σειράς με τίτλο “Το ξεχασμένο μήνυμα της Καλυδώνας”, που κυκλοφορήθηκε, όπως και τα προηγούμενα από τις εκδόσεις “ΜΙΝΩΑΣ”. Χαίρομαι που συνεχίζεις με τον ίδιο πάντα ζήλο να εμπνέεσαι από τη “συναναστροφή” σου με τα παιδιά και να τα εμπνέεις με τη συγκινησιακή γραφή σου.
Χανιώτικα νέα (20.10.2015)
Read more: http://www.haniotika-nea.gr/ouk-an-lavis-para-tou-mi-echontos/#ixzz3p6YLi6MB
Under Creative Commons License: Attribution Non-Commercial
Follow us: @HaniotikaNea on Twitter | haniotika.nea on Facebook
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου