Η ΕΓΝΟΙΑ ΤΟΥ Β. ΚΑΚΑΤΣΑΚΗ ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΛΌ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
Ο Πυρήνας της γραφής του Βαγγέλη Κακατσάκη είναι η έγνοια του για το καλό και το καλύτερο του ανθρώπου. Αυτή η φιλάνθρωπη έγνοια, με τη ριζιμιά σημασία της λέξης, μας είναι γνώριμη κι από στις προηγούμενες συλλογές του, αλλά και από τις πρωτότυπες στήλες «Στα πεταχτά» και "Μια στάση εδώ μια στάση εκεί" των «Χανιώτικών Νέων», που χρόνια τώρα υπηρετεί. Στην καινούργια συλλογή του όμως η έγνοια αυτή γίνεται ασίγαστη, πολύτροπη και διαρκώς παρούσα ..
Ο Πυρήνας της γραφής του Βαγγέλη Κακατσάκη είναι η έγνοια του για το καλό και το καλύτερο του ανθρώπου. Αυτή η φιλάνθρωπη έγνοια, με τη ριζιμιά σημασία της λέξης, μας είναι γνώριμη κι από στις προηγούμενες συλλογές του, αλλά και από τις πρωτότυπες στήλες «Στα πεταχτά» και "Μια στάση εδώ μια στάση εκεί" των «Χανιώτικών Νέων», που χρόνια τώρα υπηρετεί. Στην καινούργια συλλογή του όμως η έγνοια αυτή γίνεται ασίγαστη, πολύτροπη και διαρκώς παρούσα ..
Νίκος Νικολόπουλος
«ΟΠΩΣ
ΤΟ ΨΩΜΙ»
ΒΑΓΓΕΛΗ
ΚΑΚΑΤΣΑΚΗ
ΠΑΡΟΥΣΊΑΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΗΤΙΚΉΣ ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΤΟΥ ΒΑΓΓΕΛΗ ΚΑΚΑΤΣΑΚΗ "ΌΠΩΣ ΤΟ ΨΩΜΙ" ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΙΚΗ ΕΣΤΊΑ ΣΤΙΣ 13 ΟΚΤΩΒΡΊΟΥ 2018
ΠΑΡΟΥΣΊΑΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΗΤΙΚΉΣ ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΤΟΥ ΒΑΓΓΕΛΗ ΚΑΚΑΤΣΑΚΗ "ΌΠΩΣ ΤΟ ΨΩΜΙ" ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΙΚΗ ΕΣΤΊΑ ΣΤΙΣ 13 ΟΚΤΩΒΡΊΟΥ 2018
Αγαπητοί
κυρίες και κύριοι,
σας καλησπερίζω κι ευχαριστώ
τον κ, Κριαράκη για τα καλά του λόγια. Εύχομαι η αποψινή παρουσίαση της
ποιητικής συλλογής του Βαγγέλη Κακατσάκη: «Όπως
το ψωμί», να είναι γόνιμη κι ευχάριστη για όλους μας. Ευχαριστώ ακόμη όσους προηγήθηκαν στο βήμα και με τις προσφωνήσεις
τους, που δεν θα επαναλάβω, έδωσαν χρονική ανάσα στη δική μου ομιλία-προσέγγιση για την τιμώμενη
συλλογή, αλλά και την ποίηση του Βαγγέλη Κακατσάκη, γενικότερα.
1. Προοίμιο
Η συμμετοχή σ’ αυτή την εκδήλωση μού δίνει ξεχωριστή χαρά,
μιας και με τον ποιητή μας δένουν 40 χρόνια φιλίας, που άρχισε το 1978, όταν
και οι δυο, ως εκπρόσωποι των δασκάλων βρεθήκαμε στη Διδασκαλική Ομοσπονδία,
συν-εργάτες σε ομάδες εργασίας για το σχεδιασμό γραφής των νέων (τότε) βιβλίων
του Δημοτικού. Πιστεύαμε, ομονοημένοι
όλοι, ότι οι μεταδικτατορικές συγκυρίες βοηθούσαν ώστε τα «κουρασμένα
όνειρα» των εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων θα μπορούσαν να βρουν δικαίωση και η
Παιδεία μας να πάρει του ανήφορου το
δρόμο, που, καθώς λέει κι ο Νίκος Καζαντζάκης «είναι ο σωστός» [1].
Κι αυτή η προσπάθεια έφερε τους καρπούς της.
Σε
αυτές τις γόνιμες ώρες, λοιπόν, γνωριστήκαμε και, ανάμεσα σε άλλα, που διαπιστώσαμε ότι μας
ενώνουν, ήταν η κοινή «θητεία και λατρεία» μας στην τέχνη του Λόγου, στην
οποία εγώ είχα εκτεθεί, πριν από έξι
χρόνια (το 1972), και εκδοτικά, με τις «Αναζητήσεις»
μου και ο Βαγγέλης, ένα χρόνο αργότερα (1973), με «τα
άλογα του χρόνου», την πρώτη ποιητική του συλλογή. Κι αυτός ήταν, ίσως, ο
πιο δυνατούς κρίκος που μας έδεσε και κράτησε θαλερή τη φιλία και συχνή την
επικοινωνία μας μέχρι σήμερα.
Πριν
τις εφετινές διακοπές ο Βαγγέλης μου μήνυσε την έκδοση της νέας του συλλογής και
την προβλεπόμενη παρουσία της στην Αθήνα. Έτσι, με το ποδαρικό του Φθινοπώρου, πήρα
κι εγώ την πρόσκληση να μετέχω στη σημερινή εκδήλωση, αλλά και την τιμητική πρόταση να αναλάβω, από κοινού με το καλό φίλο
και συνάδελφο λογοτέχνη και τέως πρόεδρο της Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών, Αυγερινό
Ανδρέου, την παρουσίασή της. Δέχτηκα με χαρά κι ευχαριστώ από καρδιάς τον
ποιητή, αλλά και τους άλλους συντελεστές της αποψινής εκδήλωσης.
***
Μελέτησα
τη συλλογή σε γόνιμες ώρες, έχοντας πλάι μου και τις δυο προηγούμενες, του
δημιουργού, «ΚΑΖΟΒΑΡ» και «Όταν γίνεις ποίημα», που έχουν εκδοθεί
το 1987 η πρώτη και το 2013 η δεύτερη. Έτσι, πληροφορημένος και με την ειλικρίνεια του
καλοπροαίρετου αναγνώστη θα καταθέσω απόψε σε σας και στον ξεχωριστό μου φίλο
ό,τι καλό αποκόμισα από την ευχάριστη και ευλαβική, θα έλεγα, αυτή επικοινωνία με το έργο του. Για να οικονομήσουμε μάλιστα χρόνο, από τον λίγο που μας δίνει το
ενδιαφέρον πρόγραμμα της εκδήλωσης, κλείνω το προοίμιο αυτό και μπαίνω στην
ουσιαστική προσέγγιση του βιβλίου.
«Από εξωφύλλου, λοιπόν, άρξασθαι».
·
Ο ευρηματικός τίτλος του, «όπως το ψωμί», προ-ϊδεάζει και
προδιαθέτει θετικά τον αναγνώστη.
·
Η κοντυλογραμένη εικόνα της Αγγέλας
Μάλμου, με το φτυάρι, το καρβέλι και τη δρώσα πύρα της, «ποίηση σιγώσα» θα την έλεγε ο Αριστοτέλης,
προ-εξαγγέλει και υπόσχεται πολλά ευχάριστα στους αναγνώστες του, ιδιαίτερα
στους πεινασμένους και τους
εκλεκτικούς.
·
Εδώ
θα φάμε καλά ψιθυρίζει, εκ των ένδον, η «σιγώσα» γευστική επιθυμία.
·
Άκρως συμβολικός, τέλος, κι ο λογότυπος
των εκδόσεων «πυξίδα της ΠΟΛΗΣ», που με το αναμμένο κερί του
οπισθόφυλλου, συμπληρώνει τα εξωτερικά ποιοτικά στοιχεία του βιβλίου.
2. Ο τίτλος
Λένε
ότι, συχνά, ένας εύστοχος τίτλος προικοδοτεί τα βιβλία, και τα άλλα έργα
τέχνης, με ικανό βαθμό αποδοχής και
επιτυχίας τους.
Την
ταυτότητα αυτού του τίτλου ο ανάδοχος δημιουργός την καταθέτει, συνήθως, σε
κάποιο από τα κείμενά του που, συχνά, στα βιβλία γίνεται σημείο αναφοράς ή «το ήμισυ του παντός» για την αποδοχή τους, λένε κάποιοι άλλοι.
Στην
περίπτωσή μας, ο Κακατσάκης, πολύ σεμνά, θα λέγαμε, την καταθέτει στο τελευταίο
ποίημα, τυπωμένο στο έσω «αυτί» του οπισθόφυλλου, της συλλογής του, με τη
θέληση και την ευχή να γίνει σηματωρός κι οδηγητής της γραφής του και να κάνει
το νέο του βιβλίο καλοτάξιδο και καλόδεχτο «Όπως
το ψωμί». Διαβάζω:
Ψωμί
από καλό προζύμι,
Ψωμί
ζυμωμένο με έγνοια,
Καλοψημένο
ψωμί,
το
ποίημα της μάνας μου.
Ποίημα
όπως το δικό της,
άρτον
που «καρδίαν ανθρώπου εφραίνει»,
θέλω
το ποίημα που γράφω.
Το
επτάστιχο αυτό ποιητικό κείμενο ξαφνιάζει, συγκινεί κι εκστασιάζει τον
αναγνώστη ή τον ακροατή, στην περίπτωσή μας, προτρέποντάς τον να το ξαναδεί ή
να το ξανακούσει. Γι’ αυτό κι εγώ, «οικεία αδεία», θα αντιστρέψω τη μελετημένη σειρά
των ποιημάτων της συλλογής και θ’ αρχίσω
την παρουσίασή μου από αυτό το συλλεκτικό κομμάτι της, κάνοντας το από «έσχατο»
πρώτο.
· Μια
παραδοσιακή συνταγή της μάνας (του) είναι, λοιπόν, το ποίημα, για καλό
ποιοτικό ψωμί, που «τα ’χει και τα λέει
όλα». Το καλό προζύμι, την έγνοια της ζύμης, το καλό
ψήσιμο και, πάνω απ’ όλα, την προσδοκία να στηρίξει και να ευφράνει την
καρδιά του ανθρώπου. Της μάνας που, μαζί με τον πατέρα, τόσο απλόχερα μακάρισε
ο ποιητής μας στην προηγούμενη συλλογή του: «Όταν γίνεις ποίημα».
Υπερβαίνοντας
μάλιστα εδώ τους συμβολισμούς, ο ποιητής,
εκφράζει ρητά τη θέληση και τη
βούλησή του να την εφαρμόσει πιστά
και, με ανάλογα ποιοτικά στοιχεία, να γράφει κι αυτός τα ποιήματά του, που χρόνια ζυμώνει μέσα του,
στη σκέψη του και στην καρδιά του.
3.
Θεματική ταξινόμηση
Στις
προηγούμενες συλλογές του ο ποιητής, για δική του ίσως εξυπηρέτηση αλλά και για ανακούφιση του αναγνώστη, είχε ταξινομήσει τα ποιήματά τους σε δυο ή περισσότερες
θεματικές ενότητες. Στην «Όταν γίνεις
ποίημα», για παράδειγμα, στην ενότητα «ένδον»
και στην «εις «οδόν». Στην παρουσιαζόμενη όμως σήμερα συλλογή, « Όπως το ψωμί», την ανακουφιστική αυτή
διαδικασία έχει αναλάβει η ζωγράφος κα Αγγέλα Μάλμου, με τις τρείς εύστοχες
εσωτερικές εικόνες, (στις σελίδες 9, 33 και 51), αλλά και με τις, παρμένες από συναφή
ποιήματα, λεζάντες, που τις συνοδεύουν. Η δεύτερη και η τρίτη εικόνα μάλιστα,
καθώς και οι λεζάντες και τα ποιήματα
προέλευσής τους, είναι τυπωμένα στη 2η
σελίδα του προγράμματος της εκδήλωσης,
που κρατάτε, και, σαν το ψωμί της μάνας του ποιητή, είναι δείγμα νοικοκυροσύνης
και πρόταση σε μας για την ευχάριστη παρακολούθησή τους.
· «Ανάμεσα
στη Σκύλα και τη Χάρυβδη το σαπιοκάραβό
τους», λέει η πρώτη.
· «Στο
φώς του ονείρου έχουμε ανάψει εμείς το κερί μας», βεβαιώνει η δεύτερη.
· «Επιστρέφω
στον ίσκιο του κυπαρισσιού μου. Σταυρώνουμε τις μνήμες με τις ρίζες», διαμηνύει η τρίτη.
Ο
γοητευτικός αυτός συνδυασμός, εικόνας -
λεζάντας, υποβάλλει τον αναγνώστη και τον προτρέπει να αναζητήσει στο σώμα
των αντίστοιχων ποιημάτων, (9-25, 33-37 και 51-68) της συλλογής τη ριζιμιά τους
σχέση αλλά και τους βαθύτερους διαχρονικούς συμβολισμούς και των δύο. Κι αυτή η
εσωτερική διεργασία του ακροατή εδώ, αλλά και του αναγνώστη στη γόνιμη μοναξιά
του, είναι μια έγνοια αλλά και ένας από τους πρώτους στόχους κάθε δημιουργού.
***
Το
κατατοπιστικό πρόγραμμα της εκδήλωσης μας πληροφορεί, ακόμη, ότι δέκα από τα πενήντα τρία ποιήματα της συλλογής θα απαγγελθούν, κατά τη διάρκειά
της, από ασκημένους υπηρέτες της γοητευτικής αυτής πτυχής του λόγου∙ ανάμεσά
τους είναι και η σύντροφος του ποιητή Ευδοκία
Σκορδαλά-Κακατσάκη, διακεκριμένη συγγραφέα κι αυτή στο χώρο του παιδικού
βιβλίου.
Η
επιλογή των προς απαγγελία ποιημάτων δεν είναι, σίγουρα, αξιολογική. Κύριο
κριτήριό της ήταν, πιστεύω, η αντιπροσωπευτική κάλυψη των θεμάτων που προσεγγίζουν τα κείμενα της
συλλογής. Όταν μάλιστα σκύψει κανείς
προσεκτικά πάνω της, αλλά και στις προηγούμενές της, που προανέφερα,
διαπιστώνει ότι κάθε ένα από τα ποιήματα, χωριστά, αλλά και στο
σύνολό τους, έχει τον ίδιο εσωτερικό παλμό, αλλά και πολλές κοινές νοηματικές
και συναισθηματικές τομές. Και δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά αφού ίδιας καρδιάς και ίδιας σκέψης είναι γεννήματα και «είναι όλα τους παιδιά του», θα ’λεγε ο
ποιητής, παραφράζοντας τον εύστοχο θεατρικό και κινηματογραφικό τίτλο του Άρθουρ Μίλερ.
Απ’
τα πενήντα τρία, λοιπόν, άξια «παιδιά» του ποιητή μας, τα πενήντα ένα είναι
γραμμένα σε ελεύθερο στίχο και μόνο δυο,
έτσι για μάρτυρες ( «Στ’ Αγιού
Πνευμάτου τις αυλές» και «Της
Καρδιάς» (σελίδες 66 και 67
αντίστοιχα) είναι σε παραδοσιακό
δεκαπεντασύλλαβο, με ντοπιολαλιά, αλλά και μόνο το δεύτερο με ομοιοκαταληξία. Η μοναδικότητα αυτή, μαζί
και με άλλες χάρες που αυτή κρύβει, ίσως, έδωσαν στην «καρδιά» τα πρωτεία για μουσική ερμηνεία της από τον κ. Χρήστο
Κοτσαύτη, που μας προετοίμασε να καλοδεχτούμε την αποψινή εκδήλωση, ενώ η
γλυκοποταμίδα «Τ’ Αγιού Πνευμάτου» μας εμπιστεύτηκε το μεταφυσικό μυστικό της: «γιατί
ομορφοτραγουδεί, μόλις η νύχτα πέσει (66) ».
Από
τα δέκα ποιήματα του προγράμματος, λοιπόν, απαγγέλθηκαν ήδη τα έξι και μας
έδωσαν ικανό δείγμα, των ιδεών, της γραφής
και της ποιότητας των ιδίων, αλλά και μια εικόνα της ποικιλίας των θεμάτων που
προσεγγίζουν τα πενήντα τόσα της
συλλογής.
Πυρήνας
της γραφής του Βαγγέλη Κακατσάκη είναι η έγνοια του για το καλό και το καλύτερο
του ανθρώπου. Αυτή η φιλάνθρωπη έγνοια, με τη ριζιμιά σημασία της λέξης,
μας είναι γνώριμη κι από στις προηγούμενες
συλλογές του, αλλά και από
πωτότυπη στήλη «Στα πεταχτά» των «Χανιώτικών Νέων», που χρόνια τώρα υπηρετεί. Στην καινούργια συλλογή του όμως η έγνοια αυτή γίνεται ασίγαστη, πολύτροπη και διαρκώς παρούσα σε μεγάλο αριθμό των κειμένων του. Κι εντεταλμένο ρόλο κι ευθύνη, για την υλοποίησή της, αναθέτει στον ποιητή.
πωτότυπη στήλη «Στα πεταχτά» των «Χανιώτικών Νέων», που χρόνια τώρα υπηρετεί. Στην καινούργια συλλογή του όμως η έγνοια αυτή γίνεται ασίγαστη, πολύτροπη και διαρκώς παρούσα σε μεγάλο αριθμό των κειμένων του. Κι εντεταλμένο ρόλο κι ευθύνη, για την υλοποίησή της, αναθέτει στον ποιητή.
«Σε ρόλο Σίμωνος
Κυρηναίου»: «να άρει τον σταυρό και την οδύνη του σύμπαντος κόσμου», τον ορίζει από το πρώτο του κιόλας ποίημα, που
ακούσαμε από την Ευδοκία. Εδώ ο ποιητής
μας, κάνοντας το λόγο του πράξη,
τάσσεται και τάσσει πρώτος τον ποιητή-εαυτό του πλάι στον πάσχοντα Ναζωραίο και στους
όπου γης πάσχοντες κι αδικημένους.
Φτάνουν όμως μόνο και μόνοι οι ποιητές να γιάνουν και να τελειώσουν όλα τα χωρίς τελειωμό, (κατά Παπαδιαμάντη» πάθη και τους καημούς του κόσμου; Όχι, δεν φτάνουν, διαπιστώνει κι ο ίδιος! Γι’ αυτό και, γύρω από το θαυμάσιο αυτό ποίημα, παρα-θέτει μια σειρά άλλων που το στηρίζουν και, από κοινού, σημαίνουν καμπάνα συστράτευσης για το διώξιμο «των αιμοβόρων λύκων» που μας τριγυρίζουν και μας απειλούν. Τέτοια είναι οι «ρητορικές ερωτήσεις (15)», «της Σταυροπροσκύνησης(22)», το «Ευρώπη μ’ ακούς; (27)», «Το αλλοπρόσαλλο λάμδα (28)», «Το βάρος των λέξεων»(32). Στην θλιβερή αυτή λιτανεία μάλιστα μπορούμε να εντάξουμε το ομότιτλο «Μεγάλη Παρασκευή(59)», την ελεγεία «Του ανέμου (65)», για τον αδικοχαμένο Νικόλα Καραβαλάκη, και το «Παντού σταυρωμένος» της σελίδας(23): Διαβάζω το τελευταίο:
«Στους
συννεφιασμένους ουρανούς των καιρών μας,
Στα
μετέωρα χέρια των ζητιάνων,
Στην
καθημερινότητα που μας τρομάζει,
στις
βόμβες που σκοτώνουν τους αθώους,
στα
τρομαγμένα μάτια των προσφυγόπουλων,
παντού
σταυρωμένο σε βλέπουμε, Κύριε!
Κάθε
μέρα Μεγάλη Παρασκευή…»,
γράφει σε κάποιες
στιγμές δικής του συννεφιάς. Μα πριν τον πάρει η απελπισία, πριν λυγίσει η
πίστη του στης ψυχής του τον πόνο, στρατεύει ξανά τον «ένδον» του αισιόδοξο
ποιητή και του αναθέτει πρόσθετους ρόλους αγώνα, δράσης, επαγρύπνησης, αισιοδοξίας και αντίστασης, αν
χρειαστεί. Στην «Πρωτομαγιά» του, σελίδα(17), για παράδειγμα, τον προτρέπει:
(να
κρεμάσει:)
« Ένα πρωτομαγιάτικο
στεφάνι
στην πόρτα της
πατρίδας.
Όπως παλιά (και)
επειγόντως!
(γιατί)
Χειρότεροι από τους εχθρούς
Που μας περιτριγυρίζουν,
(είναι)
οι δαίμονες που επιμένουν
να κυκλοφορούν στις φλέβες μας,
γράφει, και στέλνει προς πολλούς αποδέκτες το μήνυμα του.
Στην
ομάδα αυτή, μαζί με άλλα συν-άξια τους, μπορούμε να εντάξουμε τα ποιήματα: «Μια ζωή πλατεία», «Πατρίδα του ποιητή»,
«Στο φώς του ονείρου», που ακούσαμε πριν
λίγο, «αυτό το υπέροχο: «μας», του
Αρχιεπ/που Κρήτης Ειρηναίου, και το «Ν’ αντισταθούμε», αν χρειαστεί, όπως
είπαμε. Σας απαγγέλλω το τελευταίο:
«Στον στόχο τους/ να μας
εξαφανίσουν ως πρόσωπα /
και να μας επανεμφανίσουν σαν
νούμερα /
ν’ αντισταθούμε!
Όσο υπάρχει ακόμα λίγος χρόνος, /
ένας-ένας χωριστά /κι όλοι μαζί, /
Ν’ αντισταθούμε!
Κόντρα στους ανέμους των καιρών /
με σύμμαχο τον ήλιο /
Ν’ αντισταθούμε!
Στον ίσκιο της σημαίας του
ανθρώπου
χρησιμοποιώντας ο καθείς τα όπλα
του,
ν’ αντισταθούμε.
***
Αγαπητοί φίλοι,
τα
ποιήματα των καιρών, και της επικαιρότητας που ακούστηκαν ή σχολιάστηκαν, ως
τώρα, έκλεψαν πολύ από το χρόνο της αποψινής εκδήλωσης. Πέρα απ’ αυτά όμως, σε
χαμηλό τόνο σεμνότητας και σεβασμού, ο καλός μας ποιητής και φίλος έχει
καταθέσει στοχαστικά και κάποια που μιλούν για τον εαυτό του, αλλά και για τον φυσικό ή τον ανθρώπινο περίγυρό του. Επικαλούμαι
λοιπόν την αγάπη σας, και σας ζητώ λίγη ακόμη υπομονή για να ρίξω μια δέσμη
φωτός στα «ποιήματα της καρδιάς» του,
όπως θα έλεγα εγώ, που με τους
ευρηματικούς συμβολισμούς τους ξεπερνούν τα γήινα και τα καθημερινά κι
αναζητούν δικαίωση και βάλσαμο βαθιά μέσα του ή και πέρα από τα σύνορα και τους ορίζοντες. Ως τέτοια θεωρώ: την αφιέρωση της συλλογής στον Νεκτάριο και τον Θεοκλή, εταιρικά
ποιήματα του ίδιου και της Ευδοκίας, που απόψε είναι μαζί μας και μοιράζονται
τη συγκίνησή μας. Την «Πατρίδα του
ποιητή», με τις μοναδικές προσεγγίσεις της έμπνευσής του και τη διαχρονική γεύση
του κοκκινάπιδου στον ουρανίσκο μας∙ το «Μια
ζωή πλατεία», με τις χαρές και τις χάρες της Σειρήνας της, τόσο εύστοχα
διατυπωμένες:
«Μια
ζωή πλατεία./Εδώ όλοι οι φίλοι και οι γνωστοί,/εδώ είναι τα σπίτια μας...
Καλημέρα-καληνύχτα,
καληνύχτα-καλή μέρα∙
Δόξα
τω Θεώ, καλά περνάμε - ποιος θέλει να φύγει! » αναρωτιέται
με θαυμαστικό ο ποιητής .
Την επί τραχείας οδού,
μια ζωή, «πορεία» του, με
αναπεπταμένη – άλλα Σπύρο Καγιαλέ -
τη σημαία της ευθύνης του και την αμείωτη επιμονή του ( σ’ αυτήν την πορεία) « να καλημερίζει τον ήλιο / και να καλησπερίζει
το φεγγάρι». Στην ίδια συχνότητα ακόμη εκπέμπουν «η μόνη του
επιθυμία», η αφιερωμένη στη
ζωγράφο μας «μόνη έγνοια», «τα τιτιβίσματα των χελιδονιών», των
μεγάλων ποιητών μας , και το χαρισμένο
στην Ευδοκία «Ενθάδε κείται», που
μόλις απολαύσαμε με το λόγο του Μιχαλη Αεράκη και τη μουσική Σταμάτη Κραουνάκη.
Κυρίες
και κύριοι
Με το καλοψημένο ψωμί-ποίημα της μάνας του Βαγγέλη Κακατσάκη, που στήριξε τις καρδιές μας, άρχισα την αποψινή μου ομιλία. Με το καλογραμμένο όμως από τον ίδιο ποίημα «Μάνα», της σελίδας (63), που ενσωματώνει συναισθηματικά, γραμματολογικά και νοηματικά όλα τα μέρη του λόγου, της σκέψης και της καρδιάς μας, και θα μας απαγγείλει σε λίγο η Ευδοκία, θα τελειώσω. Σας αναφέρω μόνο ότι μια στοχαστική μάνα, που είναι ανάμεσά μας, εκτιμώντας την τεχνολογική αρτιότητα το κειμένου, είπε: « Η μάνα, πέρα απ’ όσα, καλώς, αναφέρει το ποίημα, είναι: πρόνοια, φροντίδα, δύναμη, πίστη και προπαντός αγάπη. Είναι όλα όσα έχουμε και όσα ονειρευόμαστε».
Καλοί
μου φίλοι,
Μια λαϊκή παροιμία, που ταιριάζει στην περίπτωσή μας,
λέει:
«Είπαμε
πολλά και σώνει, / θα λαλήσει κι άλλο αηδόνι».
Το αηδόνι του
Ψηλορείτη, του Νίππος και των Τσικαλαριών, ο Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης ήταν απόψε
μαζί μας και μας χάρισε ποιήματα και τραγούδια πρωτάκουστα και καληκέλαδα. Νιώθει
κανείς τιμή χαρά και ευ-τυχία να τον έχει συνάδελφο, ομότεχνο και φίλο. Με το «Όπως το ψωμί» του μας επιβεβαίωσε ότι,
από συλλογή σε συλλογή, πλαταίνει τα σύνορα και τους ορίζοντές του. Ακούραστος
Βαλλεροφόντης, πετάει με τον Πήγασό του, με στοχασμό και φρόνηση, σε καινούργιους ποιητικούς δρόμους. Κρατάει
όμως πάντα γερά τα χαλινάρια του, γιατί οι καιροί έχουν αλλάξει και οι Μέδουσες
έχουν πληθύνει.
Εγώ,
κλείνοντας και μιλώντας για λογαριασμό όλων μας, που νομίζω ότι σας εκφράζω,
δεν έχω παρά να ευχηθώ, στην οικογένειά του (σύντροφο, παιδιά κι εγγόνια) υγεία
πρόοδο και μακροημέρευση και στον ίδιο έμμετρα, έτσι για γούρι:
ΟΛΑ
ΤΑ «ΕΥ»
Στο
Βαγγέλη Κακατσάκη
Όλα
τα «ευ» της γλώσσας μας
Εύχομαι ν’ ανταμώσεις,
να
τα ’χεις πάντα συντροφιά
της
σκέψης και της γνώσης.
Στου
σπιτικού σου το σκαρί
ακρόπρωρο
και δοιάκι∙
και
πάντα ανοιχτή η γραμμή
που
πάει για Σαμοθράκη.
Νεκτάριος
και Θεοκλής
στ’
άρμενα και στα ξάρτια
και
συ άγρυπνος ταξιδευτής
στης
Ευδοκίας τα μάτια.
«Στα
πεταχτά» ταξίδια σου
«χαιρέτα»
τη σειρήνα,
που
παίρνει τ’ άνθη της ψυχής
και «σου τα κάνει ποίημα».
Νίκος
Α. Νικολόπουλος
Αθήνα,
Κρητική Εστία, 13/10/2018
[1]. «Σαν πάει για τον ανήφορο είναι σωστός ο
δρόμος», γράφει στις «ΤΕΡΤΣΙΝΕΣ» του, στο αφιερωμένο στο Γ. Παπανδρέου
λήμμα, ο Νίκος. Καζαντζάκης.
7
Και από αυτή τη θέση, Νίκο, χίλια ευχαριστώ! Και γιατί ανέλαβες με χαρά να μιλήσεις για την ποιητική μου συλλογή. Και γιατί έσκυψες με όλη σου την αγάπη και την περίσεια σου γνώση στα ποιήματά μου.! Πάντα άξιος και ωραίος! Βαγγέλης
ΑπάντησηΔιαγραφή