Ο ΔΙΟΝΥΣΟΣ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ ΤΟΥ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙΟΥ
Γράφει η Χρύσα Κακατσάκη
Τι σχέση έχουν οι καλλίπυγες Βραζιλιάνες που λικνίζονται στους ρυθμούς της σάμπας, με τα μασκαρεμένα πρόσωπα και το βλάχικο γάμο στη Θήβα όπου οι καλεσμένοι κυκλοφορούν με υπερμεγέθεις φαλλούς; Μα φυσικά την κοινή τους καταγωγή από το Διόνυσο και την προαιώνια ανάγκη του ανθρώπου να βγει από τον εαυτό του και να ανατρέψει έστω και για λίγο την καθεστηκυία τάξη. Οι οπαδοί του Διονύσου, μεταμφιεσμένοι Σάτυροι και Μαινάδες, είχαν την ευκαιρία να απελευθερωθούν απ’ αυτά που όριζε και επέβαλλε η κοινωνική νόρμα, να αμφισβητήσουν αξίες και ιεραρχίες και να οδηγηθούν στην κάθαρση. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι τα επίθετα που συνοδεύουν συχνά τον αρχαίο θεό είναι Λύσιος και Ελευθέριος, αποδίδοντας τη λυτρωτική του επενέργεια στους ανθρώπους με τη βοήθεια της έκστασης και του κρασιού.
Από την αρχαία Ελλάδα αυτές οι γιορτές, πέρασαν μέσω Ρώμης. στη Δύση του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης. Οι καρναβαλικές εκδηλώσεις περιλάμβαναν γελωτοποιούς και τρελούς, γίγαντες και νάνους, βρισιές και παινέματα. Ήταν μια μη θεσμοποιημένη ρήξη, σαν επανάσταση που ξεκινούσε από τα κατώτερα στρώματα, μια εκδίκηση της δημοκρατίας ενάντια στο φεουδαρχικό σύστημα και την εξουσία των ηγεμόνων. Η εκκλησία του δήμου μεταφερόταν στις πλατείες όπου ο καθένας μπορούσε να εκφράσει τη σεξουαλική του καταπίεση με μιμητική πράξη και να αντιστρέψει τους ρόλους, αφού ο άντρας μπορούσε να γίνει γυναίκα και ο ζητιάνος βασιλιάς,
Ο χριστιανισμός είχε την εξυπνάδα να ενσωματώσει στη λατρεία του αυτά τα λαϊκά δρώμενα, αναγνωρίζοντας τις βαθιές τους ρίζες. Έτσι, η Αποκριά παραμένει η μόνη καθαρά ψυχαγωγική γιορτή, που τυπικοί μόνο δεσμοί την συνδέουν με το θρησκευτικό εορτολόγιο, κυρίως γιατί η Εκκλησία την διέπλεξε με την εξαγνιστική Σαρακοστή. Το ιερό συμπλέκεται και εναλλάσσεται με το βέβηλο. Ο ίδιος αγρότης που το μεσημέρι της Καθαράς Δευτέρας χορεύει με ομοιώματα γεννητικών οργάνων λίγες ώρες αργότερα ψάλλει στον εσπερινό το «Κύριε των Δυνάμεων». Συμβαίνει δηλαδή κάτι ανάλογο με τους γεφυρισμούς της αρχαίας εποχής. Οι προσκυνητές που επέστρεφαν από τα Ελευσίνια μυστήρια αντάλλασσαν αθυροστομίες και άσεμνες χειρονομίες μ’ εκείνους που ήταν κρυμμένοι στη γέφυρα του Κηφισού.
Στους δρόμους της Πάτρας και της Ξάνθης, στους Γενίτσαρους και τις Μπούλες της Νάουσας και στους φανούς της Κοζάνης κυκλοφορεί ακόμα ο Διόνυσος. Οι φαλλοί που τελικά θάβονται στο χώμα εκπληρούν την ανάγκη εξευμενισμού της γης για να καρπίσει.
Όλο αυτό το κλίμα της ευφρόσυνης ανατροπής, με την ταυτότητα που μεταμφιέζεται σε ετερότητα και το γέλιο που λοιδορεί την επισημότητα και τη σεμνοτυφία, αποτυπώνεται και στα αποκριάτικα τραγούδια που κατέγραψε η Δόμνα Σαμίου. Χαρωπές μοιχείες και ακόλαστοι παπάδες, σάτιρα και διακωμώδηση κάθε λογής εξουσίας σε έναν οργιαστικό αυτοσχεδιασμό έμπνευσης και φαντασίας.
Αν οι Απόκριες έχουν ξεθυμάνει και έχουν χάσει ένα μέρος από το παλιό τελετουργικό τους, έχει απομείνει ωστόσο εκείνη η ευφορία που καταργεί με μια στολή και μια μάσκα την καθημερινή μιζέρια. Αν ο κόσμος δεν έχει πάντα την ευκαιρία να εκτονώνει την οργή του απέναντι στους πολιτικάντηδες, μπορεί τουλάχιστον να χαίρεται και να γλεντά την στιγμή που καίει ή κόβει το κεφάλι του βασιλιά Καρνάβαλου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου