ΓΙΟΡΤΗ ΠΑΙΔΙΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
ΧΩΡΕΑΝΘΗΔΩΝ ΑΝΘΗ
Καλοί μου φίλοι, καλό Σαββατοκύριακο!
Στον απόηχο του μη εορτασμού στα σχολεία μας και όπου αλλού, εφέτος, λόγω κορωνοϊού, προχθές 2 Απριλίου, της Παγκόσμιας Ημέρας Παιδικού Βιβλίου ο σημερινός Παιδότοπος. Σιγά που δεν θα γιόρταζε το Παιδικό Βιβλίο κατά που του αξίζει η στήλη. “Χωρεάνθηδων άνθη”, λοιπόν ο τίτλος του αφιερώματος, που περιλαμβάνει ποιήματα για παιδιά της δασκάλας – ποιήτριας Ελένης Τσικριτέα – Χωρεάνθη και του “φευγάτου” στον Επουράνιο Παρνασσό απ’ το 1996 συζύγου της δασκάλου – ποιητή Κώστα Χωρεάνθη, διανθισμένα με ζωγραφιές της κόρης των Μάριον. Μια δασκαλική οικογένεια που έχει γράψει τη δική της ιστορία στον χώρο του παιδικού βιβλίου οι Χωρεάνθηδες.
Ποιήματα – ζωγραφιές και ζωγραφιές – ποιήματα με θέμα την άνοιξη. Κατάπολλα τα ευχαριστώ που για την αποδοχή της πρότασης και τη συνεργασία, κυρία Ελένη!
Σας χαιρετώ με αγάπη όλους!
Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης, δάσκαλος
Στον απόηχο του μη εορτασμού στα σχολεία μας και όπου αλλού, εφέτος, λόγω κορωνοϊού, προχθές 2 Απριλίου, της Παγκόσμιας Ημέρας Παιδικού Βιβλίου ο σημερινός Παιδότοπος. Σιγά που δεν θα γιόρταζε το Παιδικό Βιβλίο κατά που του αξίζει η στήλη. “Χωρεάνθηδων άνθη”, λοιπόν ο τίτλος του αφιερώματος, που περιλαμβάνει ποιήματα για παιδιά της δασκάλας – ποιήτριας Ελένης Τσικριτέα – Χωρεάνθη και του “φευγάτου” στον Επουράνιο Παρνασσό απ’ το 1996 συζύγου της δασκάλου – ποιητή Κώστα Χωρεάνθη, διανθισμένα με ζωγραφιές της κόρης των Μάριον. Μια δασκαλική οικογένεια που έχει γράψει τη δική της ιστορία στον χώρο του παιδικού βιβλίου οι Χωρεάνθηδες.
Ποιήματα – ζωγραφιές και ζωγραφιές – ποιήματα με θέμα την άνοιξη. Κατάπολλα τα ευχαριστώ που για την αποδοχή της πρότασης και τη συνεργασία, κυρία Ελένη!
Σας χαιρετώ με αγάπη όλους!
Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης, δάσκαλος
Ήρθε η άνοιξη
Θεούλη μου, τι όμορφη
που 'ναι η πλάση!
Να μπόραγε η ματιά μου
να χορτάσει
με τούτη εδώ
την άνθινη πλημμύρα
που ευωδιά τριγύρα
μύρια μύρα...
Θεούλη μου, τι όμορφος
που είν’ ο κόσμος!
Ανθοβολάει το κρίταμο
κι ο δυόσμος,
έχουν οι κήποι κι οι ροδώνες
κοκκινίσει.
κάμποι και πλάγια ως πέρα
ροδαμίσει,
***
Τώρα την άνοιξη
μες τα λουλούδια,
μέσα στα κρίνα
τα πεταλούδια,
φωνές και γέλια
μέσα στ’ αμπέλια
που πρασινίζουν
και παιγνιδίζουν
κρυφές χαρές.
Λευκή αγράμπελη
δειλά σκαλώνει
και στεφανώνει
μια κερασιά.
Όλη η πλάση
τα χέρια απλώνει,
τα χείλια σμίγει
και σ’ όλους δίνει
γλυκά φιλιά.
Η χελιδονοφωλιά
Ήρθανε τα χελιδόνια
κι ο αγέρας χτες
γέμισε με μιας τραγούδια
και παιδιών φωνές.
Από κάτω απ’ τα μπαλκόνια
μια και δυο τα χελιδόνια
άρχισαν δουλειές:
κάνουν μαστοριές.
Άδειασαν τους αυρώνες,
πήραν το νερό,
δεν αφήκαν στο χωράφι
φύλλο και φτερό.
***
Έχω μια χαρά μεγάλη
μέσα στην καρδιά.
Στου σπιτιού μου το μπαλκόνι
χτίζουνε φωλιά
δυο τρελά πουλιά.
Όλη μέρα φτερουγούνε
μες στη ρεματιά
λάσπη κι άχυρα να βρούνε
και μικρά φτερά
γύρω στα νερά.
Πέρασε καιρός. Σωπάσαν.
Κάποιο πρωινό
τιτιβίσματα ακουστήκαν
κι έστησαν χορό
σ' όλο το χωριό.
Βγήκανε πουλάκια πέντε,
τόσα δα σταχτιά
δίχως φτερουγάκια μαύρα
και χωρίς ουρά
κι όλα τρυφερά.
Τι φωνούλες κάνουν τώρα
μέσα στη φωλιά!
Πέντε ράμφη τεντωμένα
να 'βρουν λιχουδιά
τόση φαμελιά!
Ζωγραφιά
Ολόδροσα τα γιούλια
γερμένα στα πεζούλια
σκορπούνε ευωδιές.
Μ' ολόδροσα χειλάκια
κρυφά δίνουν φυλάκια
μέσ' απ' τις φυλλωσιές.
Στη χλόη που πρασινίζει
δροσούλα λαμπυρίζει
κυλώντας απαλά.
Ολάνθιστα τα κλώνια.
Γλυκολαλούν τ' αηδόνια
κρυμμένα στα κλαδιά.
Οι μέλισσες βουίζουν,
τα γιασεμιά μυρίζουν,
ρουφούν γλυκούς χυμούς.
Τ' αέρι καθώς πάει
αγάλια ξεψυχάει
στης λίμνης τους αφρούς
***
Σαν θέλεις λίγο να χαρείς,
πρωί πρωί μη βαρεθείς
στην εξοχή να τρέξεις.
Και στα νερά τα λαγαρά,
στα φουντωμένα τα δεντρά
πουρνό να πας να δρέψεις
απ' τα λουλούδια ευωδιές,
δροσιές από τις φυλλωσιές,
εξωτική μαγεία.
Ν' ακούσεις γύρω τα πουλιά
που κελαηδούνε στη φτελιά,
που κάνουν συναυλία.
***
Άνοιξη πρόβαλε παντού,
ανθούν μαβιοί κι ολάσπροι κρίνοι·
φλισκούνια, κουμαριές και σκίνοι
θάλλουν στα πλάγια του βουνού.
Μοσχοβολούν πορτοκαλιές,
γλαυκές ελιές ανθούν περίσσια·
κι άγρια βουίζουνε μελίσσια
στις μυρωμένες πασχαλιές.
Στο περιβόλι του Θεού
λαγοί φωλεύουν και περδίκια
και χώνονται μέσα στα ρείκια
τ’ αγρίμια του μεσημεριού.
Άκου τραγούδια και φωνές
που κάνουν τα πουλιά, τ’ αηδόνια·
και λαμπυρίζουνε στα κλώνια
δροσοσταλίδες αυγινές.
Αρχαίος Αγερμός
Ήρθε ήρθε χελιδόνα
φέρνει την καλή εποχή,
φέρνει τον καλό καιρό,
με την άσπρη την κοιλιά,
με τη μαύρη τραχηλιά.
Φέρε εσύ την αρμαθυιά
μέσ’ από το πλούσιο σπίτι:
του κρασιού το κύπελλο,
του τυριού το κάνιστρο·
παξιμάδι η χελιδόνα
και κουκόψωμο δε διώχνει·
φεύγουμε ή θα πάρουμε;
Όμως κατιτί θα δώσεις·
δε σ’ αφήνουμεν αλλιώς·
ή τη θύρα παίρνουμε
ή το παραθύρι
ή τη γυναίκα που είναι μέσα.
Είμαστε μικρά μικρά
μα εύκολα την παίρνουμε.
Κι αν κάτι δώσεις, κατιτί
μεγάλο να μας φέρεις·
άνοιγε άνοιγε τη θύρα
στη χελιδόνα·
γέροντες δεν είμαστε
μα μικρά παιδιά.
***
Η άνοιξη που έφτασε
ξανθούς ανθούς μας μοίρασε
-μπήκε μ΄ένα πανέρι,
λιπόθυμο τ’ αγέρι!
Σαν λούλουδα στη θάλασσα
οι αφροί τριγύρω στα νησιά
-τώρα βαθιά γαλήνη
τον κόσμο όλο κλείνει!
Στάλαζε δρόσο πρωινή
πάνω στη χλόη την πράσινη
-πάντα αρμυρό το φύκι,
αστράφτει το χαλίκι.
Σύννεφα ανάρια ανέμιζαν
το χάος τ’ απάνω γέμιζαν
-ανοίχτηκε όλο τώρα
γαλάζια άπειρη χώρα!
Δειλά η ζωή αργοσάλεψε
που με τη νύχτα πάλεψε
-φωτός πλημμύρα εχύθη
στης γης τα πλατιά στήθη!
Το αεράκι ανέμελο,
στον κόσμο πνέει παρθενικό
-μια μέρα ευλογημένη,
που γη κι ουρανό δένει!
Πρωινές χαρές
Άνθισαν πρωινές χαρές
στης αυγούλας το μπαλκόνι.
Λίγες ώρες λαμπερές
– ήλιε μου, χρυσό στημόνι –
είν’ η ζωή τους – και νυχτώνει.
Δειλινό – καημός κρυφός –
κλείνουνε τα πέταλά τους.
Μα κρατάνε στάλα φως
– ήλιε μου, με τους θανάτους –
μες στ’ αδύναμα κλωνιά τους.
Βλέπουν φωτεινό όνειρο
άνοιξη μέσ΄την ψυχή τους
πώς στον κόσμο το χλωρό
– ήλιε, με κουβάρια μίτους –
γύρισε ξανά μαζί τους.
Οι χαρές οι λιόφωτες
σε παιδιών μπαλκόνια αχτίδες.
Έτσι ανθίζουν οι ματιές
– ήλιε μου, με τις πλεξίδες –
σ’ όσα πρόσωπα κι αν είδες!
Ηλιοβάδιστη
Ηλιοβάδιστη πλαγιά
με τα φουντωτά πουρνάρια
και τα δροσερά χορτάρια,
σ’ ανεβαίνουν τα παιδιά.
Και στους ίσκιους σκορπιστά
τα κυκλάμινά σου ανθούνε,
κρόκοι κι ανεμώνες ζούνε,
προσωπάκια γελαστά.
Σαν παλάμη του Θεού
ακουμπάς πάνω στη μέρα
κι ανασαίνεις τον αγέρα
του μεγάλου του ναού.
Ηλιοβάδιστη πλαγιά,
της βαθιάς χαράς περβόλι,
του φωτός καθάρια σκόλη,
σ’ ανεβαίνουν τα παιδιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου