ΤΑ ΧΕΛΙΔΟΝΙΑ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ
Η ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
Γράφει η Κατερίνα Βαρανάκη
Οσο αγαπώ το Θεό,
τόσο τον γνωρίζω
Κι όσο τον γνωρίζω,
τόσο αγαπώ τα πλάσματά Του..
Τ α χελιδόνια έχουν φύγει εδώ και κάποιες μέρες. Είχαν αρκετό ταξίδι
μπροστά τους κι έπρεπε να διευθετήσουν και κάποιες υποθέσεις για τη
μετεγκατάσταση τους. Δεν είναι εύκολη υπόθεση η μετανάστευση, μα έλα που είναι
γραμμένη στο DNA τους. Των ανθρώπων πάλι δεν είναι μάλλον, αλλά εκεί
λειτουργούν άλλοι παράγοντες και άλλα αρκτικόλεξα. Πουλιά κυρίως εναερόβια
διδάσκονται πολλά στα μακρινά ταξίδια τους και παρά τους κινδύνους δεν
παρεκκλίνουν του σκοπού τους.
Τα χελιδόνια, λοιπόν, δεν τα διάλεξε τυχαία για τον τίτλο της 5ης ποιητικής του
συλλογής -ψηφιακής προς το παρόν και έντυπης στο μέλλον- ο Βαγγέλης Κακατσάκης.
Ο επί χρόνια πιστός υπηρέτης του λόγου, του πολιτισμού, της παράδοσης, εν τέλει
του ανθρώπου, μέσα από τις ιδιότητες του δασκάλου, του συνδικαλιστή, του
εκκλησιαστικού συνεργάτη, του συγγραφέα, του ποιητή βρήκε σ’ αυτά τους
καταλληλότερους μάρτυρες για μια ακόμα κατάθεση ζωής μέσα από την ποίηση.
Στην ηλικία της ωριμότητας το ποιητικό υποκείμενο ενδύεται το ράσο του μοναχού
ως ένδειξη της απόπειρας ενδοσκόπησης και αποτίμησης της ζωής του και των γύρω
του. Ο συμβολισμός της ζωής μέσα από τις εποχές/μέρη της συλλογής ενισχύει την
άποψη αυτή και συνάμα προβάλλει το αξιακό σύστημα που την καθορίζει και τη
νοηματοδοτεί. Αρχίζοντας με μια ομολογία πίστεως στην αγάπη, στο πρώτο ομώνυμο
της συλλογής ποίημα, συνεχίζει με την ευθύνη, ατομική και κοινωνική (Περί
ευθύνης), αλλά και εκείνη του ποιητή (Λαέ μου), προχωρεί στην αποδοχή της
διαφορετικότητας (Αγγελία), στην αξία της προσφοράς (Ο ευλογημένος
τριανταφυλλώνας), της καρτερίας (Υπάρχοντας), της συνεργασίας (Οι μοναχοί και
τα περιστέρια), της αγάπης προς το συνάνθρωπο (Το κλάμα ενός αγίου), της
αλληλοβοήθειας (Τα σπουργίτια του μοναστηριού), αλλά και στη μεταφυσική
ανησυχία (Η Πύλη της μετάνοιας).
Στο κοσμικό σύμπαν του Βαγγέλη Κακατσάκη επικρατεί ο νόμος του ενιαίου. Ενιαίος
ο χώρος, επίγειος και επουράνιος, το ίδιο ο χρόνος, παρελθόν- παρόν- μέλλον και
τέλος οι ήρωες των ποιημάτων του, πρόγονοι- απόγονοι- επίγονοι (Προαπελθόντες,
Εναπομείναντες, Παιχνίδια)- πατούν τα ίδια χώματα, προσκυνούν τις ίδιες
εικόνες, ψάλλουν τους ίδιους ύμνους μα πάνω απ’ όλα επώνυμοι ή ανώνυμοι
διατηρούν την ανθρώπινη ιδιότητά τους και δηλώνουν πάντα παρόντες, πράγμα που
μας κάνει να τους νιώθουμε οικείους και προσφιλείς.
Σκηνικό δράσης τους αποτελεί η ελληνική φύση και συγκεκριμένα η φύση του χωριού
του ποιητή, οριοθετημένη από τους ναούς και τα ξωκλήσια της, τα κυπαρίσσια και
τις «σοφές» ελιές της. Μια πανδαισία χρωμάτων και αρωμάτων προσφέρουν τα
λουλούδια της, ενώ την ηχητική απόλαυση εξασφαλίζουν τα πουλιά της. Τα πουλιά,
αγαπημένο θέμα που επανέρχεται συχνά, εξυπηρετεί και πολλαπλούς συμβολισμούς σε
μια ποίηση που συνδυάζει το παραδοσιακό με το μοντέρνο. Η πληθώρα των
εκφραστικών μέσων εξασφαλίζει το λυρισμό των εικόνων απ’ τη μια: ‘Προσδοκία
Ανάστασης/ στων νέων κορυδαλλών τα πετάγματα’ (από το “Αρωμα αροσμαρή”), ενώ η
λιτότητα και η λακωνικότητα αναδεικνύουν το φιλοσοφικό φορτίο από την άλλη:
‘Για τον άρτο τον επιούσιο/ έχει ο Θεός/ καμιά διαμαρτυρία από τα πετεινά του
ουρανού’ (από το “Εχει ο Θεός’).
Ανάλογη τακτική ακολουθείται και στον στίχο, που καθορίζει και τη μορφή των
ποιημάτων. Άλλοτε τρέχει με το ρυθμό του ιάμβου, χαρακτηριστικό της
παραδοσιακής-δημοτικής ποίησης κι άλλοτε φλερτάρει με τον καβαφικό, λιτό,
πεζολογικό τόνο και το ύφος της οικονομίας και της αφαίρεσης. Το τελευταίο
συμβαίνει στα ρεαλιστικά ποιήματα της συλλογής, όπου η οικονομία των μέσων, η
κρυπτική διάθεση που εξυπηρετείται από σύμβολα και η αξιοποίηση των σημείων
στίξης συντελούν στην εσωτερίκευση του πάθους και της τραγικότητας και
κορυφώνουν την δραματική ένταση:
Χριστούγεννα;
Ούτε αγραυλούντες ποιμένες,
ούτε απαστράπτοντες άγγελοι,
ούτε μάγοι με δώρα.
Αδιαπέραστο το σκοτάδι
στη γέννηση του νέου παιδίου.
Μια προσφυγοπούλα η μάνα του.
Καρπός συνεύρεσης σε μια παλιόβαρκα-
η αμοιβή για τα μεταφορικά
από την κόλαση στον παράδεισο-
το τεχθέν βρέφος.
Ξημερώνουν Χριστούγεννα…
Οι σύντομες προτάσεις σε παρατακτική κυρίως σύνδεση και το λεξιλόγιο της
καθημερινότητας υποβάλλουν συχνά την αίσθηση του προφορικού λόγου, ενώ η
ενσωμάτωση στίχων των δημοτικών τραγουδιών αλλά και της εκκλησιαστικής
υμνογραφίας επιβεβαιώνουν τη συνέχεια της ελληνικής γλώσσας και την ικανότητα
να μεταγγίζει τα μηνύματά της μέσα από τις διαφορετικές διαδρομές της.
Αν η λογοτεχνία είναι δραστηριότητα του κοινωνικού ανθρώπου, όπως ειπώθηκε, η
ποίηση του Βαγγέλη Κακατσάκη επιβεβαιώνει τον κοινωνικό της ρόλο, καθώς μέσα
από ιδεολογικούς πολιτισμικούς και κοινωνικούς κώδικες επικοινωνεί την ευθύνη
του σύγχρονου ανθρώπου απέναντι στον εαυτό του και τους άλλους. Χαρακτηριστικό
των πεποιθήσεων του αυτών είναι και το ποίημα που εμπνέεται από τη φράση του
μακαριστού μητροπολίτη Κισάμου και Σελίνου Ειρηναίου Γαλανάκη «Η Ορθοδοξία
είναι Ορθοπραξία»:
Ορθοδοξίας ανάγνωσμα
Ορθοδοξία είναι
και η ανοιχτή πόρτα για τον ζητιάνο
και η λειτουργία στην εκκλησία του εμείς
και ο σεβασμός στις όποιες επιλογές των άλλων
και ο πλούτος του μη έχειν
και η ενατένιση του ουρανού
και…
Η ορθοδοξία είναι ορθοπραξία.
Χανιώτικα νέα (Δευτέρα, 14. 9. 2020)
Ευχαριστώ πολύ την ξεχωριστή φιλόλογο Κατερίνα Βαρανάκη που είδε με αγαπητική ματιά ΤΑ ΧΕΛΙΔΟΝΙΑ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ στο πέταγμά τους. στον σημερινό κόσμο Ευχάριστη έκπληξη για μένα η κριτική της προσέγγιση που δημοσιεύθηκε πριν από λίγες μέρες στην εφημερίδα "Χανιώτικα νέα" . Χαιρετώ σε κι αγαπώ σε, Κατερίνα!
ΑπάντησηΔιαγραφή