Πέμπτη 26 Μαΐου 2022

ΞΕΣΤΕΡΙΑ

 Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΦΟΥΡΝΑΡΑΚΗ* ΣΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ "ΞΕΣΤΕΡΙΑΣ" (ΧΑΝΙΑ) **

Προσεγγίζοντας την “Ξεστεριά” του Βαγγέλη Κακατσάκη - Μορφολογικοί και ιδεολογικοί άξονες 

Ο Βαγγέλης Κακατσάκης στα διηγήματά του που παρουσιάζουμε απόψε, ανασυνθέτει με την τέχνη του λόγου μια ηρωική εποχή, τα χρόνια λίγο πριν από το ξέσπασμα της Επανάστασης του 1821 στην Κρήτη. Η διασταύρωση αυτή της λογοτεχνίας με την ιστορία φέρει τον εύστοχο τίτλο “Πότες θα κάμει ξεστεριά” για να υποδηλώσει τον πόθο των υπόδουλων Κρητικών, οι οποίοι προσδοκούσαν την άνοιξη για να πάρουν τα άρματά τους και να κατακτήσουν την Ελευθερία.

Ο συγγραφέας μετασχηματίζει λογοτεχνικά τις διηγήσεις τις οποίες του έλεγε η γιαγιά του, η Στυλιανίτσα, όταν ήταν μικρός, αλλά και άλλες διηγήσεις αντλημένες από το ταμείο της προφορικής παράδοσης. Στα διηγήματά του εκτός από το λόγο, τη φωνή της γιαγιάς του, ακούμε και τις φωνές επιφανών και αφανών ηρώων του Γένους μας, του Γιώργιακα, του παπά Μανώλη, της Μαριγώς, του Κουρμούλη, του Χάλη, του Θοδωρομανόλη και άλλων.

Οι φωνές των προγόνων λοιπόν φτάνουν σε μας με διαμεσολαβητή τον ποιητή Βαγγέλη Κακατσάκη δείχνοντας με αυτόν τον τρόπο και τη συνέχεια της πολιτισμικής μας κληρονομιάς. Η φωνή των προγόνων μας δεν υπόκειται στη φθορά των υλικών πραγμάτων, εφόσον βρεθεί ένας καλός τεχνίτης του λόγου, όπως ο Βαγγέλης, ο οποίος ανασταίνει το παρελθόν, ανακαλεί και απαθανατίζει τους απόντες. Οι διηγήσεις του συνδέουν με ένα αόρατο νήμα το παρελθόν με το παρόν και το μέλλον. “Είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας” έλεγε ο Γιώργος Σεφέρης. Μέσα σε αυτά υπάρχει το αόρατο αποτύπωμα των που παίρνουν μορφή και υπόσταση ρουφώντας μελάνι από τη γραφίδα του συγγραφέα. “'Όπως τα πεύκα / κρατούνε τη μορφή tων ανθρώπων του παρελθόντος, επωνύμων και ανωνύμων. Λόγια, επιφωνήματα, φωνές, συναισθήματα σκέψεις των τεθνεώτ του αγέρα / ενώ ο αγέρας έφυγε δεν είναι εκεί / το ίδιο και τα λόγια / φυλάγουν τη μορφή του ανθρώπου / κι ο άνθρωπος έφυγε, δεν είναι εκεί”. Έτσι μπορούμε να κατανοήσουμε πώς είναι δυνατόν να συνυπάρχει ο ιστορικός με το παρόντα και το μέλλοντα χρόνο, καθώς είπε ο Έλιοτ: “Ο παρών χρόνος και ο παρελθών χρόνος / είναι ίσως και οι δύο παρόντες στο μέλλοντα χρόνο/ και ο μέλλων χρόνος περιέχεται στον παρελθόντα χρόνο”.

Ο Βαγγέλης Κακατσάκης βρίσκεται και σε διαρκή συνομιλία όχι μόνο με τους κρητικούς ήρωες, αλλά με τους Κρήτες διηγηματογράφους, τον Κονδυλάκη, τον Δαμβέργη, την Αρτεμισία Χαριτάκη, αλλά και τις επικότερες συνθέσεις των Πρεβελάκη και Καζαντζάκη. Εντοπίζονται επίσης στα διηγήματά του συνηχήσεις από το δημοτικό κρητικό τραγούδι “του Άι- Γιώργη”, τη ρίμα του Θοδωρομανώλη, την “Κρητικοπούλα”, το ριζίτικο του Στέφανου Χάλη.

Αν η Ιστορία καταγράφει και ερμηνεύσει τα γεγονότα, ο ποιητής Βαγγέλης Κακατσάκης μεταγράφει ποιητικά την Ιστορία φέρνοντας στο φως τους μυστικούς μηχανισμούς της, τις αξίες και κυρίως τις σκέψεις και τα συναισθήματα των ανθρώπων. Όλα αυτά τα μεταγράφει με διαύγεια, λιτότητα και ευαισθησία, πετυχαίνοντας παράλληλα να δημιουργήσει την περιπόθητη ενότητα μορφής και περιεχομένου. Οι ιστορίες του δουλεμένες αριστοτεχνικά στο κρητικό ιδίωμα, στο λόγο που μιλούσαν οι ήρωες εκείνων των χρόνων, δένουν αρμονικά τη μορφή του λόγου με το περιεχόμενο.

Ως προς τους ήρωες των διηγημάτων του παρατηρούμε ότι αυτοί ζουν στα κρητικά χωριά σε απόλυτη αρμονία με τη Φύση. Η Φύση συμμερίζεται τα πάθη, τις αγωνίες, τις χαρές τους. Έτσι ο ήλιος στο διήγημα “Η καμπάνα” αντανακλά τα συναισθήματα των καταπιεσμένων χριστιανών και γίνεται βερεμιάρης και κακομοίρης. “Απ' την αυγή όλα έδειξαν πως στραβά κι ανάποδα θα πήγαινε η μέρα του. Και δεν ήταν μόνο τα σύννεφα που του χάλασαν τα σχέδια, λαμπριάτικα”, αναφέρει ο συγγραφέας. Συχνά επίσης το δεύτερο μέρος των παρομοιώσεων είναι παρμένο από τη Φύση, όπως ακριβώς και στο δημοτικό τραγούδι.

Οι ήρωές του, οι χριστιανοί της Κρήτης, είναι μορφές ενάρετες, καρτερικές, γενναίες που έχουν θεμελιώσει στην ύπαρξή τους στην πίστη τους στο Χριστό. Η πίστη τους αυτή διατηρούσε στα χρόνια εκείνα αναλλοίωτη και την εθνική τους ταυτότητα και κρατούσε άσβηστο τον πόθο για την ελευθερία. Στο αξιακό τους σύστημα υπήρχαν οι έννοιες της γενναιοψυχίας, του δίκιου, της ελευθερίας, της αλληλεγγύης, της αυτοθυσίας για χάρη της πατρίδας.

Στα διηγήματα παρακολουθούμε τον αγώνα αυτών των ανθρώπων για τη διαφύλαξη της πίστης και της εθνικής τους ταυτότητας. Η Ορθοδοξία ήταν το πνευματικό κεφάλαιο που κράτησε ζωντανή και την εθνική τους συνείδηση. Γιατί έχει πια αποδειχθεί ότι αυτό που που διαφοροποιούσε τους Έλληνες από τους Τούρκους δεν ήταν η γλώσσα ή η φυλετική καταγωγή, αλλά η θρησκευτική πίστη. Όσοι Κρητικοί τούρκευαν, γίνονταν δηλαδή μουσουλμάνοι, απεκδύονταν την ελληνική ταυτότητα και χάνονταν οριστικά από τον Ελληνισμό. Προσφυώς ο συγγραφέας αναδεικνύει αυτό το θέμα στο διήγημα “Η Καμπάνα”. Σε αυτό εξιστορείται η αποτυχημένη προσπάθεια του Χασάν μπέη, σε κάποιο χωρίο του Αποκόρωνα, να κάμει τους χριστιανούς να αρνηθούν τον Χριστό και να μην πιστεύουν στο θαύμα της Ανάστασης. Η καμπάνα της Ανάστασης τελικά θα ηχήσει, θα μεταφέρει στους απελπισμένους χωρικούς το χαρμόσυνο μήνυμα και θα στερεώσει την πίστη τους.

Η χήρα Μαριγώ, στο διήγημα το “Τέλος”, αρνείται να δώσει το μοναχογιό της στο παιδομάζωμα. Αν γινόταν αυτό ο γιος της θα έχανε την εθνική του ταυτότητα. Για να μη πέσει στα χέρια των Τούρκων, της περνά από το μυαλό η σκέψη να τον σκοτώσει με τα ίδια της τα χέρια. Η ανάβαση της μάνας στο λόφο του Άι Λια για να παραδώσει το γιο της στον καλόγερο Ιωακείμ και να τον σώσει από τον πνευματικό θάνατο, έχει αναλογίες με τη δοκιμασία του Αβράαμ. Η μάνα αποχωρίζεται το παιδί της, παραδίδοντάς το στον επαναστάτη καλόγερο και με το θάνατό της, σώζει τη ζωή και διατηρεί την ελπίδα της ανάστασης της Κρήτης.

Στο διήγημα “Ζωή και Θάνατος” συναντάμε και πάλι μια παραλλαγή του ίδιου θεματικού μοτίβου. Με το αντιθετικό σχήμα προβάλλεται από τη μια η απρεπής συμπεριφορά του Φραγκάρχοντα Εμίν Αγά Βέργερη, που πρόδωσε την πίστη του και τους συμπατριώτες του, και από την άλλη η γενναιότητα, η αλληλεγγύη και η ακλόνητη πίστη του λυράρη Θοδωρομανώλη από τα Μαραγκιανά Σελίνου (ήταν πρόγονος του Μίκη Θεοδωράκη). Ο Θοδωρομανώλης, σαν άλλος άι Γιώργης, σκοτώνει τους ξεδιάντροπους Τούρκους γερλήδες που ατίμαζαν τις χριστιανές.

Η Μαρία Δασκαλογιάννη στο διήγημα το Χρέος δεν αλλαξοπίστησε. Παρ' όλα αυτά βασανιζόταν από τις τύψεις, γιατί παράκουσε τον πατέρα της και παντρεύτηκε έναν μουσουλμάνο αξιωματούχο. Έτσι μετά τον θάνατο του συζύγου και των παιδιών της έκανε το χρέος της και εξαγόρασε το αμάρτημά της. Με το ξέσπασμα της Επανάστασης άφησε την Κωνσταντινούπολη, όπου ζούσε πολυτελώς, μετέβη με πλοίο στις Κυκλάδες για να μονάσει και διέθεσε την περιουσία της στον Αγώνα της Κρήτης.

Έντονα επίσης αναδεικνύεται το θέμα της σύζευξης της θρησκευτικής με της εθνικής ταυτότητας στο διήγημα “Ανάσταση”. Ο κρυπτοχριστιανός Χουσεϊν (στα κρυφά Μιχαήλ) Κουρμούλης, ένας άνθρωπος με μικτή ταυτότητα, φανερώνει τη νύχτα της Ανάστασης, στο ναό των Αγίων Αναργύρων, την αληθινή πίστη και ταυτότητα του. Μεταλαμβάνει το σώμα και το αίμα του Χριστού και προσχωρεί στην Επανάσταση.

Ως προς τις μορφές των κληρικών στα διηγήματα του Βαγγέλη Κακατσάκη έχουμε να παρατηρήσουμε ότι είναι πρωτοπόροι, γενναίοι και επαναστάτες. Ο παπά Μανόλης, μια αγία μορφή, σώζει τους πιστούς από τις προσβολές των αντίχριστων μουσουλμάνων. Ο καλόγερος Ιωακείμ γίνεται κήρυκας των επαναστατικών ιδεών. Ο επίσκοπος Κυδωνίας Καλλίνικος θρηνεί για τα πάθη της Κρήτης και συμμετέχει στο σχεδιασμό της επανάστασης.

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι η Ελληνική Επανάσταση αξιοποίησε τις ιδέες του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης, αλλά δεν αποδέχτηκε ποτέ την αθεΐα και τον αντικληρικαλισμό των Γάλλων ριζοσπαστών. Πνευματικό στήριγμά της ήταν η Ορθοδοξία. Οι ανερχόμενοι κοινωνικά και οικονομικά Έλληνες (έμποροι και καραβοκύρηδες) και οι αστοί των εύρωστων Ελληνικών παροικιών δεν ήρθαν σε σύγκρουση, αλλά συνεργάστηκαν με τους κληρικούς. Κατά τη Γαλλική Επανάσταση όμως οι κληρικοί δεν ασπάστηκαν τις επαναστατικές ιδέες. Γι' αυτό και όταν εδραιώθηκε η Γαλλική Επανάσταση η Καθολική Εκκλησία διώχθηκε απηνώς.

Ο Κολοκοτρώνης επισημαίνει στα απομνημονεύματά του: “'Όταν πήραμε τ' άρματα είπαμε πρώτα υπέρ πίστεως και ύστερα υπέρ πατρίδος”. Αλλά και αυτή η ύπαρξη και η οργάνωση του νέου κράτους που δημιουργήθηκε με την επανάσταση αφιερώθηκε από τους Έλληνες στην πρόνοια του Θεού, γι' αυτό και όλα τα ελληνικά συντάγματα από την επανάσταση έως και σήμερα αρχίζουν με την επίκληση στον Τριαδικό Θεό.

Ο δεύτερος ιδεολογικός άξονας που συνέχει τα διηγήματα του Βαγγέλη Κακατσάκη είναι ο συσχετισμός του θεολογικού μηνύματος της Ανάστασης με την Επανάσταση. Η Ανάσταση του Χριστού, η απαρχή της λύτρωσης του ανθρώπινου γένους από τα δεσμά του θανάτου αποκτά δηλαδή και μια άλλη διάσταση, ένα καθαρά επαναστατικό περιεχόμενο στην παρούσα ζωή, αναφέρεται στην απελευθέρωση από τα δεσμά του καταπιεστικού καθεστώτος του Σουλτάνου και κάθε ανελεύθερου καθεστώτος. Η Ανάσταση του Χριστού ήταν αυτή που έδινε κουράγιο και ελπίδα στον κρητικό ραγιά και τον ωθούσε σε εξέγερση. Έτσι ο Γιώργιακας νιώθει τη δύναμη και τη σιγουριά που εκπέμπει ο αναστάσιμος χαιρετισμός και τον δέχεται “όπως ο διψασμένος πεζοπόρος το παγωμένο νερό της βρυσομάνας”. Ο καλόγερος Ιωακείμ περνούσε το μήνυμα της επανάστασης χαιρετώντας όλο τον χρόνο τους Κρητικούς με το 'Χριστός ανέστη'. Και το 1821, μετά την Ανάσταση, οι καπεταναίοι της Κρήτης συγκεντρώθηκαν στα Σφακιά και αποφάσισαν την επανάσταση και την ανάσταση της Κρήτης. Η Κρήτη ανέστη ξαναφώναξε ο Κουρμούλης” σε αυτή τη σύναξη (σ. 81). Αυτή η πεποίθηση των σκλαβωμένων Κρητικών επαναλαμβάνεται και δια στόματος του επισκόπου Καλλίνικου Σαρπάκη: “- Χριστός ανέστη, αδελφοί μου! Η Κρήτη ανέστη, είπε με φωνή πνιγμένη στο κλάμα ο Δεσπότης [...]. (σ.110).

Ο Βαγγέλης Κακατσάκης ζώντας στο μεταίχμιο ανάμεσα στο ιστορικό και τον μέλλοντα χρόνο μεταφέρει με τις διηγήσεις του στις μελλούμενες γενιές το ήθος και τις αξίες των παλαιών Κρητικών. Και ακούγεται ο λόγος του σαν το εθνεγερτήριο σάλπισμα του Στέφανου Χάλη, όταν τραγουδούσε το ριζίτικο “πότες θα κάμει ξεσπεριά”, με “φωνή ζεστή σαν το Λυβικό, τυραννισμένη σαν τη Κρήτη και πανωραία σαν τη Λευτεριά”. Λόγος καλλίφωνος, εγερτήριος και υπομνηστικός σαν την καμπάνα της Ανάστασης για να μη χάσουμε την πίστη, τη γλώσσα και την ταυτότητά μας, για να κάμουμε το Χρέος μας και να υπερασπιστούμε την θεόδοτη ελευθερία μας.

*Αρχειονόμος Ιστορικού Αρχείου Κρήτης , Διδάκτωρ Φιλολογίας 

** Πολιτιστικό Κέντρο Ι.Μ. Κυδωνίας και Αποκορώνου

(ΚΑΙ ΑΠΟ ΕΔΩ ΤΟ "ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ" ΜΟΥ, ΥΠΟΧΡΕΟΣ ΣΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΣΟΥ, ΚΑΛΕ ΜΟΥ ΦΙΛΕ! )

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου