Τρίτη 14 Ιουνίου 2022

ΜΙΑ ΣΤΑΣΗ ΕΔΩ, ΜΙΑ ΣΤΑΣΗ ΕΚΕΙ

 " ΠΟΙΗΜΑ ΕΙΝΑΙ Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΟΙΝΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ"




«Περπάτησε με το σκουντρί/ στο χέρι/ για λίγα μέτρα και για δύο αιώνες./ Τη γενιά του/ μεγάλωσε/ λεύτερη/ εμάς τους μικρούς μας μέτρησε/ και του φανήκαμε/ ακόμα λίγοι/ για το καπετανιλίκι του/ άπλωσε το λάβαρο του αγώνα/ στον Πύργο της Μαλάξας/ από πρωί σε πρωί/ και το βράδυ/ μέσα σε πολέμου χαμό/ μα το Θεό/ Μέγα Ανδραγάθημα/ και ονομάστηκε/ Θεοκλής». Το ποίημα “Παραλογή” του Νικόλα Κακατσάκη, απ’ την ποιητική του συλλογή “Αρχιτέκτονας αυτοβιογραφείται” (2018)

«Στην πόλη που άλλαξε/ δύο φορές και τρεις/ το όνομά της/ έχω το όνομα του προστάτη Αγίου/ που ταξίδεψε χρόνια μακριά της./ Κι αν εγώ/ δεν είχα φύγει/ τόσο μα τόσο μακριά/ μου ‘παν/ δεν θα ήταν δύσκολο να την ξαναχτίσουν την πόλη/ πάνω στα ερείπια/ που ο Άρης έχει αφήσει/ πιστά στο πρώτο της σχέδιο/ τόσα θαυμαστά σπίτια/ και εκατό παλάτια/ φύλαγαν πλούσιο/ την αμετανόητη/ ψυχή μου…». Το ποίημα
“Ο Αρχιτέκτονας” απ’ την παραπάνω ποιητική συλλογή.

«[…] Ψάχνω δύο χέρια να ξεχορταριάσουν τον κήπο,/ να γεμίσουν την γούρνα φρέσκο νερό./ Το μολύβι και τα χαρτιά, της τράπουλας οι φιγούρες, το βιβλίο και το φλιτζάνι, ζητούν απ’ τα χέρια/ να γράψουν ποιήματα, στο τραπέζι να πληρωθούν/ να διαβαστούν, και στον λαιμό να στάξουν. Τα χέρια σου σκεύη ιερά που περιέχουν./ Στα χέρια που ψάχνω η ζωή αφέθηκε”. Από το ποίημα “Δύο χέρια” του Νικόλα (“Συνθλιπτήρες”, Σμίλη 2020).

«Τέσσερις και έντεκα, λίγο μετά (λίγα βήματα στο κενό, τέσσερις και είκοσι δύο […] Στο τραπέζι γυαλιά πρεσβυωπίας,/ Βιβλία, τα τσιγάρα και τα τετράδια/ Με αναζητάει ο Μορφέας και μου γλυκομιλάει,/ Σαν άλλο Ορφέας κατεβαίνω τα σκαλοπάτια/ Της Ύπαρξης για να βρω την Ευρυδίκη μου./ Κάθομαι στο ρεύμα του ανεμιστήρα/ Με τα χέρια σταυρωμένα/ Στην πλάτη της άδειας καρέκλας./ Με σκότωσε η αυγή και διαβάζω δυνατά/ Για να μην έρθει το αύριο./ Αυτή η ποίηση μου ανήκει./ Τέσσερις και τριάντα έξι». Από το ποίημα “04.36”, απ’ την παραπάνω συλλογή.

«Έφθασε η ώρα του φωτός./ Ας ανέβουμε στο άρμα του Φαέθοντα./ Ας ψάλουμε τον ύμνο/ Ας φωνάξουμε το “ηλιανάτειλε”/ Ας υπακούσουμε το κάλεσμα του “ηλιανάτειλε/ Που είναι το όνομα του αετού. […] Ηλιανάτειλε και ορκίστηκα να σηκωθώ ψηλός/ και να κρατήσω το φως/ Την ημέρα των αιώνων του τώρα και του αύριο/ Ηλειανάτειλε νοσταγλέ του μέλλοντος”. Από το ποίημα “Ηλειανάτειλε” του Νικόλα (“Κήπος Περίκλειστος”, Μουσείο Τυπογραφίας Γιάννη και Ελένης Γαρεδάκη, 2021).

«Διαδήλωση κάνουν τα γατιά/ Είναι οι πόρτες της γειτονιάς π’ ανοίγουν,/ Ζητούν φαΐ και οι νοικοκύρηδες μόνο χάδια/ Έχουν να τους δίνουν// Ζήτησαν απ’ τον μπακάλη να φέρει/ ξηρή τροφή,/ Προϊόν βοήθειας από το εξωτερικό/ Που κανονικά διανέμεται δωρεάν/ Κι ο απατεώνας γελάει,/ Νομίζει πως είναι delicatessen/ Και χρεώνει με το κιλό// Αδειάζει η χάρτινη συσκευασία/ Μέσα σε λίγα πρωινά/ Αλλά τελικά δέχτηκαν τα γατιά/ Τα χάδια». Το ποίημα “Τα γατιά του Νικόλα” (“Κήπος περίκλειστος”)

«Της στιγμής θρίαμβοι. Το κύμα και τα βράχια./ Δίχτυα κι όστρακα ξεχειλίζουν απ’ των καϊκιών/ Τα σκαριά γεμάτα από την κόκκινη και την ασημένια ψαριά/ Που ανοιγοκλείνει βράγχια και στόμα και σπαρταρά/ Ανήμπορη ν’ αναπνεύσει./ Και θεοί πνιγμένοι στου ήλιου το φως/ Θρίαμβοι της ημέρας που την αγαπά/ Η νύχτα με τις λαμπερές σκιές του φεγγαριού. /Ελαφρύ εξάρτημα της συσκευής του ουρανού./ Και των αιώνων μάρτυρες./ Η ελιά και το κλήμα ποτίζουν/ Τους μύθους που σκαρφαλώνουν τα βουνά/ Και σκύβουν κάτω από τα μάρμαρα/ Και το πρώτο βήμα του ελεύθερου ανθρώπου./ Ελλάδα, πατρίδα μου”. (Το ποίημα “Ελλάδα” του Νικόλα “Κήπος Περίκλειστος”).

Στίχος τού και ανιψιού μου αρχιτέκτονα ποιητή Νικόλα Κακατσάκη που έφυγε πολύ νωρίς πριν ένα χρόνο στο άλλο ημισφαίριο της ζωής, στον επουράνιο Παρνασό, ο τίτλος των σημερινών Στάσεων. Άξονες της εισήγησής μου στην λίαν φορτισμένη συγκινησιακά εκδήλωση μνήμης που έγινε γι’ αυτόν, την Παρασκευή 10 Ιουνίου στο Μουσείο Τυπογραφίας, με αφορμή την έκδοση του “Περίκλειστου Κήπου” του, τα παραπάνω ποιήματα, με πρόλογο ένα ειδικά γραμμένο γι’ αυτόν νεοριζίτικο. Με ωσεί παρόντα τον ίδιο. Λάμποντα κι αστράπτοντα. «Ο Νικόλας, αυτός ο πανέξυπνος και γλυκύτατος άνθρωπος, ονειρευόταν διαρκώς”, είπε μεταξύ των άλλων ο ιδρυτής των “Χανιώτικων νέων” και του Μουσείου Γιάννης Γαρεδάκης, κλείνοντας την Εκδήλωση, που συντόνιζε η και θεία του πεζογράφος Νίκη Τρουλλινού, και στην οποία επίσης μίλησαν η φιλόλογος, πρόεδρος του Συνδέσμου Φιλολόγων Χανίων Βαρβάρα Περράκη, η αρχαιολόγος, πρόεδρος της ΙΛΑΕΚ Σταυρούλα Μαρκουλάκη και η φιλόλογός του στο Πολυκλαδικό Λύκειο Χανίων Μαρία Βαγιωνάκη.

https://www.haniotika-nea.gr/poiima-einai-i-epanastasi-koinon-anthropinon-pragmaton/

Χανιώτικα νέα (Τρίτη, 14.6.2022) 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου