(ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ, ΣΤΙΣ 16.9.19))
(ΦΩΤΟ: Από αριστερά: Μιχάλης Ανδριανάκης, Παρασκευάς Περάκης, Μάρκος Σελιανάκης, Αγγέλα Μάλμου, στην παρουσίαση του βιβλίου του Β. Κακατσάκη, στο Ίδρυμα Αγία Σοφία", στις |
Γιατί ο Βαγγέλης δε μπορεί να ησυχάσει αναπαυμένος στις δάφνες του μετά από λαμπρές σπουδές και μια εξαίρετη, μακρά θητεία στη στοιχειώδη εκπαίδευση του τόπου μας και να αρκεστεί στη μεγάλη εκτίμηση των μαθητών του, που του τη δείχνουν με κάθε τρόπο. Ούτε να αποσυρθεί στο Νίππος, όπως θάκαναν άλλοι και να απολαμβάνει το ηλιοβασίλεμα απέναντι στις Μαδάρες για τον εαυτό του-κι αυτό θέλει να το μοιράζεται-γράφοντας που και που και κανένα κείμενο-πεζό, ή ποίημα. Θέλει να είναι πάντα ενεργός-υπερκινητικός θα έλεγα-μέσα στην κοινωνία, να συνεχίζει να διαλέγεται με τα παιδιά, να μιλά για την καθημερινότητα, αιωρούμενος ανάμεσα στο παρελθόν με αγάπη και νοσταλγία και στο παρόν με βαθιά γνώση των πραγμάτων και κριτική διάθεση.
Μ. Ανδριανάκης
ΟΛΟΚΛΗΡΗ Η ΟΜΙΛΙΑ
Βαγγέλης Κακατσάκης, «Μια στάση εδώ, μια στάση εκεί»
Ας κάνουμε λοιπόν και εμείς μια ακόμη στις πολλές στάσεις του εδώ και εκεί… Πότε πάνω στην έδρα του δασκάλου, με τα παιδιά απέναντι να τον κοιτάζουν μαγεμένα, πότε σκυμμένο, παλιά με το κοντύλι τώρα με το πληκτρολόγιο, να γράφει για τα αγαπημένα του «Χανιώτικα Νέα», πότε στο ψαλτήρι του Τίμιου Σταυρού να αειδάρει τον παπά Μιχάλη με τη σωστή φωνή του, πότε σε κάποιο αναλόγιο να μιλά για κάποιο θέμα, πότε με το κλαδευτήρι στο χωράφι να φροντίζει τα δεντρά του και πότε στου Κοτσυφογιάννη το καφενείο, ανάμεσα στους αγαπημένους του χωριανούς, να κόβουν και να ράβουν, πίνοντας τη ρακή τους. Και πάντα με την οικογένεια, τη στενή και την ευρύτερη, με τη μάνα του στο ταπεινό αρχοντικό στις Κατούνες και σήμερα στον Άγιο Θανάση, την Ευδοκία και τα παιδιά μικρά και μεγάλα στο σπίτι στα Τσικαλαριά, με τους βασιλικούς και του διακόνου Εύπλου το εικονοστάσι, που το γιορτάζει «κατά που πρέπει» κάθε χρόνο στο σπερνό του αγίου στις 10 του Αυγούστου, τα καλοκαίρια στη θάλασσα κάτω από το Καλάμι, πότε με φίλους και γνωστούς σε εκδηλώσεις και χαροκόπια. Και πανταχού παρών σε χαρές και λύπες.
Μια φορά δάσκαλος, πάντα δάσκαλος, όπως διδάχθηκα και από το δάσκαλο
πατέρα μου, που εκτελούσε και αυτός ευσυνείδητα μέχρι τέλους της ζωής του πολλά
από τα παραπάνω καθήκοντα. Γιατί ο Βαγγέλης δε μπορεί να ησυχάσει αναπαυμένος
στις δάφνες του μετά από λαμπρές σπουδές και μια εξαίρετη, μακρά θητεία στη
στοιχειώδη εκπαίδευση του τόπου μας και να αρκεστεί στη μεγάλη εκτίμηση των
μαθητών του, που του τη δείχνουν με κάθε τρόπο. Ούτε να αποσυρθεί στο Νίππος,
όπως θάκαναν άλλοι και να απολαμβάνει το ηλιοβασίλεμα απέναντι στις Μαδάρες για
τον εαυτό του-κι αυτό θέλει να το μοιράζεται-γράφοντας που και που και κανένα
κείμενο-πεζό, ή ποίημα. Θέλει να είναι πάντα ενεργός-υπερκινητικός θα
έλεγα-μέσα στην κοινωνία, να συνεχίζει να διαλέγεται με τα παιδιά, να μιλά για
την καθημερινότητα, αιωρούμενος ανάμεσα στο παρελθόν με αγάπη και νοσταλγία και
στο παρόν με βαθιά γνώση των πραγμάτων και κριτική διάθεση. Και εμείς να
απολαμβάνουμε το σπινθηροβόλο πνεύμα του στα τακτικά κείμενά του, αυτά που λέμε
επιφυλίδες, στα «Χανιώτικα Νέα», ένα πραγματικό στολίδι για τον τόπο,
δημιούργημα του επίσης Αποκορωνιώτη Γιάννη Γαρεδάκη.
Η ύλη του είναι ποικίλη, αρχίζοντας από τα πιο μικρά, τα πιο καθημερινά,
μέχρι τα μεγάλα που βασανίζουν τον κόσμο, ιδωμένα μέσα από μια καθαρή και αδέσμευτη
ματιά. Συχνές οι αναφορές του σε θέματα που αφορούν στην Ιστορία τον Πολιτισμό
και την Ταυτότητά μας, θέματα που τον απασχολούν και τα αντιμετωπίζει με
ευθύνη, αλλά και μια αδιόρατη ανησυχία. Μιλά με συγκίνηση για το πάρσιμο της
Πόλης, τον τραγικό ήρωα Δασκαλογιάννη, τους ηρωϊκούς αγώνες των Αποκορωνιωτών, μνημονεύει
το Γρηγόρη Αυξεντίου αλλά και τον «ελκόμενο επί κρημνού» ιερομάρτυρα παπά
Νικολή Αποστολάκη από το Παϊδοχώρι. Σχολιάζει την κρίση που μαστίζει εδώ και
χρόνια τη χώρα μας, επιμερίζοντας όμως ευθύνες και στους καθόλου αθώους, εμάς
δηλαδή. Αναδεικνύει το θέμα του μικρού προσφυγόπουλου, του Αμίρ, που δεν
κράτησε τελικά την Ελληνική σημαία και τη μικροψυχία κάποιων με ευαισθησία. Αναφέρεται
συχνά σε πολιτιστικές εκδηλώσεις, τις οποίες αξιολογεί και προχωρεί σε σύντομες
βιβλιοκρισίες για βιβλία που πήρε. Συχνές οι αναφορές του στις εκδηλώσεις του
Εθνικού Ιδρύματος «Ελευθέριος Βενιζέλος», που έχει τη μήτρα του εδώ στην «Αγία
Σοφία», του «Ινστιτούτου Επαρχιακού
Τύπου», που ξεδιπλώνει εδώ την πλούσια δραστηριότητά του, και του «Μουσείου
Τυπογραφίας», που χάρισαν στον τόπο μας ο Γιάννης και η Ελένη Γαρεδάκη. Ξεχωρίζω την εκδήλωση για απόδοση τιμής στον
άλλο δάσκαλο και λαογράφο, το Σταμάτη Αποστολάκη, όπου και ο ίδιος αποδίδει τον
πρέποντα έπαινο και την κριτική του στη μνημειακή δίτομη βιογραφία του
Ελευθέριου Βενιζέλου-έργο ζωής θα έλεγα του συνεπαρχιώτη Νίκου Παπαδάκη. Ξεκινώντας με τη λαϊκή παράδοση για το στύλο
που κρατά τη γη και τους καλικάντζαρους που θέλουν να τον κόψουν, γλυκιά
ανάμνηση των παιδικών μας αναγνωσμάτων, βγάζει όλη την ανησυχία του για την
κλιματική αλλαγή και τους «σύγχρονους καλικάντζαρους», που την εκτρέφουν, πάει
ύστερα στο «δικό μας Άι Βασίλη», που τον φαντάζεται, όπως οι παλιοί μας ζευγά,
για να καταλήξει στην προτροπή να στηρίξουμε τη σχετική φιλανθρωπική εκδήλωση,
που γίνεται κάθε χρόνο στα Χανιά. Επανέρχεται στο θέμα του περιβάλλοντος με τη
βιβλιοκρισία του στο μυθιστόρημα του καθηγητή Γιάννη Φίλη «Ημέρες στο Οριέντε».
Ο Βαγγέλης πάνω από όλα είναι δεμένος με τούτα τα χώματα, είναι ένας εκ
πεποιθήσεως Αποκορωνιώτης. Πολύ συχνές οι αναφορές του στην Επαρχία μας, στο
Ίδρυμα της «Αγίας Σοφίας», στην προσφορά
και τους ανθρώπους του και προπάντων στο μεγάλο απόντα, το σεβαστό σε
όλους μας μακαριστό μητροπολίτη Κισάμου και Σελίνου Ειρηναίο Γαλανάκη, με τον
οποίο όπως μας λέει ο ίδιος τον συνδέει από πολύ παλιά μια αγαπητική σχέση. Θα
έλεγα μάλιστα πως βλέπω και μια ισχυρή επιρροή στην επιλογή των θεμάτων, αλλά
και στη στρωτή και κατανοητή διατύπωση, όπου μικρά γεγονότα αναδεικνύονται σε
σημεία αναφοράς και ο ωραίος λόγος υποκρύπτει και μια πρόθεση διδαχής μέσα από
πράγματα φαινομενικά ετερόκλητα. Αναφέρεται στο Παναποκορωνιώτι-κο Συνέδριο,
πριν από δυο χρόνια, με ένα κείμενο-αστραπιαία περιδιάβαση όλης της Επαρχίας
και μια καταγραφή των όσων ακολούθησαν. Αναφέρεται συχνά στα χωριά του
Αποκόρωνα, παραδόσεις και έθιμα, ιδιαίτερος είναι όμως ο δεσμός του με το
Νίππος, κάτι που φέρνει τον αναγνώστη σε ένα κλίμα Παπαδιαμάντη, με τη διαφορά
πως εδώ ο ψάλτης δεν είναι μόνο λαμπριάτικος και η σχέση του συγγραφέα με τον
τόπο του είναι συνεχώς ζωντανή. Με μεγάλη αγάπη και νοσταλγία φέρνει στη μνήμη
του τους
Ο λόγος του καθαρός, εμπλουτισμένος με κάποιες «εξεζητημένες» λέξεις και
ρητά από την αρχαιότητα και τη λαϊκή σοφία με μια γερή δόση από ποίηση, δείχνει
την ευρυμάθεια του συγγραφέα και κάνει τα κείμενά του ελκυστικά και στον ειδικό
και στον καθημερινό αναγνώστη των «Χανιώτικων Νέων». Δεν είναι όμως τα κείμενα
αυτά της εφημερίδας εφήμερα, αλλά διαβάζονται ευχάριστα και ως ευαίσθητα κείμενα.
Πνευματικό καντούνι του Αποκόρωνα, αλλά και όλης της Κρήτης ο και καλόσ φίλος, επίτιμοςέφορος Βυζαντινών Αρχαιουτήτων Μιχάλης Ανδριανάκης. Τιμή μεγάλη για μένα που ήταν ομιλητής (μαζί με τον διευθυντή της εφ. "Χανιώτικα νέα", Παρασκευά Περάκη, η ομιλία του οποίου θα αναρτηθεί την άλλη Δευτέρα) του βιβλίου μου. Από καρδιάς οι ευχαριστίες μου για τα που είπε, έτσι όπως με τον δικό του τρόπο τα είπε. Υπόχρεος στην αγάπη σου, Μιχάλη!
ΑπάντησηΔιαγραφή