ΑΙΘΟΥΣΑ ΑΝΔΡΟΓΕΩ "ΜΑΝΟΛΗΣ ΚΑΡΕΛΛΗΣ"
Μ’ ένα ματσάκι γιασεμιά» μοσκοβολιάς στη χέρα
Απόψε η Ανδρόγεω που γιασεμομυρίζει
για τη
«Σκορδαλογιασεμιά» τηνε καληνωρίζει.
Απόψε μοσκομύριστα
του Κάστρου τα σοκάκια
’ποδέχουνται τη
«Γιασεμιά» με ξόμπλια και κανάκια.
Χαρές στο
Μεγαλόκαστρο, Λογοτεχνίας χάρες,
στο Μεϊντάνι
πορπατού ’σαμέ τσι Τρεις Καμάρες.
Με λογοτεχνικό
νερό κι η κρήνη Μοροζίνι
του δρόσους τρέχει
γάργαρο η «Γιασεμιά» να πίνει.
Κι ο Κούλες
λογοτεχνικό υψώνει μπαϊράκι
στην Ευδοκία
Σκορδαλά κι αντάμι Κακατσάκη.
«Χίλια καλώς
εκόπιασες» στο Κάστρο Ευδοκία!
με «Γιασεμιάς» τη
μυρωδιά,ξέκορφη,γυναικεία!.
«χίλια καλώς
εκόπιασες» χίλια τα φχαριστώ μου
Απόψε που
θαρρεύτηκες το λόγο το δικό μου.
Τραγουδιστά
ευχαριστώ λέω σα σιγαρδέλι
στην Ευδοκία
Σκορδαλά και Κακατσοβαγγέλη.
Πρώιμη φτάνει
άνοιξη αρχές μήνα Φλεβάρη
ολάθιστη ‘ν’ η
Γιασεμιά κι «είναι κι ένα καμάρι».
Δεν είναι μονό (η)
μυγδαλιά π’ αλλάζει τον κανόνα
και η «Σκορδαλογιασεμιά»
αθίζει το χειμώνα.
Τσερέπα γή
κακοκαιριά γή κρύος δεν την πιάνει
του χρόνου
ολοχρόνιως αθούς περίσσους βγάνει.
Του χρόνου
ολοχρόνιως, ολοχρονίς του χρόνου
οι γιασεμοαθοί
ψυχές παραμυθοκουκλώνου.
Μοσκοβολά η
«Γιασεμιά» φέγγουνε «τ’ αστεράκια»
και τα
παραμυθόχερα παίζουνε παλαμάκια.
Ο Λογοτεχνικός
μπαξές θωρεί καινούργια γέννα
τση Ευδοκίας
Σκορδαλά είναι μαμή η μπένα.
Μια μπένα
λογοτεχνική απού δεν είναι ούργια
και ξεπουλιάζει
«Γιασεμιάς» νέικα γεννητούργια.
Εδά το «δέκα το
καλό», το δέκατο βιβλίο
παραμυθένιες
μυρωδιές,γραφής μυροπωλείο.
Το δέκατο βιβλίο
τζη έχει εδά νομπέτι
Βιβλίο και
παραμυθού να ’χουν «πολλά τα έτη».
Η Ευδοκία Σκορδαλά
και τα βιβλία φίλοι
χρόνους εδά στη
χέρα τζη βαστά γραφής κοντύλι.
«Με το σουραύλι
της καρδιάς» γλυκό σκοπό αρχίζει
Και ξετελεύγει
«Γιασεμιά» απού μοσκομυρίζει.
Κορυδαλλοί-ασκορδαλοί
στη Σκορδαλά χατήρι
βαστούνε και
κηλαηδούν τση Γιασεμιάς χαΐρι
«Χάρη να σας
μιλήσω απλά», ο λόγος του Σεφέρη,
τση Ευδοκίας ο
απλός ο λόγος τση ξαθέρι.
Γράφει απλά μ’
απλοϊκά δεν είναι όσα γράφει
είναι τση παιδικής
ψυχής σπόρος για το χωράφι.
Σπόρος που βρίνει
γόνιμο χώμα για να φυτρώσει
και πλούσα
καρποθέρητα στο θέρος του να δώσει.
Τη «Γιασεμιά»
όποιο παιδί τηνε μοσκομυρίσει
θα δει
ουρανοδόξαρο στην παιδική ντου ζήση.
Την κεραζώζα του θα
βρει,την αγι-ο-καμάρα
θα βρει και «φως»
για να μπορεί να διώξει την αντάρα.
«Είναι λευκό το
γιασεμί γή φέγγει γή βραδιάζει»
κι η Γιασεμιά για
τα παιδιά παραμυθοχαράζει.
Λευκό το φως τση
Γιασεμιάς που διώχνει το σκοτίδι
για την ψυχή την
παιδική ήλιος και πανεμίδι.
Λογοτεχνίας ορισμό
ο Γιάκος νοματίζει
η Ευδοκία ορισμό παίρνει και τον πρεπίζει.
Δημήτρης Γιάκος
ορισμό δίδει στην Ιστορία,
αυτός απού
πρωτόγραψε για τη Λογοτεχνία.
Λογοτεχνία παιδική
γράφει του Γιάκου η μπένα
κείμενα που
«αισθητικά» είναι «δικαιωμένα».
Είναι μεγάλων
κείμενα κι είναι ψυχής τα δώρα
και δίδουνε για το
παιδί Λογοτεχνίας γνώρα.
«Αισθητκή
απόλαυση» κείμενο σα χαρίσει
λογάται
λογοτεχνικό και θα καρποθερίσει.
«Αισθητική
απόλαυση» μικροί μα και μεγάλοι
Λογοτεχνίας
τοτεσάς ανοίγουνε αγκάλη.
Αισθητική απόλαυση
τση Ευδοκίας μπένα
δίδει σε
μικρομέγαλους κάθε τζη νέα γέννα.
Η Σκορδαλά
παιδαγωγό και λογοτέχνη ομάδι
τσ’ έχει στο
αργαστήρι τζη και στο δικό τζη φάδι.
Αντάμι τσ’ έχει
και τσι δυο, μα παραμπρός στο ζάλο
ο λογοτέχνης
πορπατεί κι αυτό ’ναι το ρεγάλο.
Η «Γιασεμιά» τσι
θύμησες μεγάλων ξεξυπνά τσι
απού σα
λουκουμόσκονη στο νου έχουνε κάτσει.
Θυμούνται τσι
παλιές αυλές στ’ αγιασμένα χρόνια
μοσκοβολούσαν
γιασεμιά και λεμονιάς λεμόνια.
Η «Γιασεμιά» για
τσι μικρούς τσι φίλους που ’χουν νιότη
χαρίζει «όνειρο
ζωής» και «ζήσης κατατόπι».
Η Ευδοκία
Σκορδαλά, παραμυθού πιτήδεια,
διαλέγει
λέξες-όνειρο,παραμυθοπλουμίδια.
Αξίες ακατάλυτες
δε τζι πετά στη λήθη,
κατέχει την αξία
ντου και γράφει παραμύθι.
Κατέχει την αξία
ντου για γνώση, φαντασία,
και γλώσσας
καλλιέργεια και νόησης αξία.
Κατέχει την αξία
ντου για τη νοημοσύνη
στην ηλικία του
παιδιού θροφή περίσσα δίνει.
Και γλωσσικά και
λεκτικά και μουσικά ομάδι
για το παιδί
απλόχερο το παραμυθοχάδι.
Αλήθειες που ’ν’
αιώνιες το παραμύθι λέει,
μέσα στο ζόρε τσ’
εποχής τρόπο θα βρει να πλέει.
Στη νέικη μας
εποχή που είναι αγγουρίδα
το παραμύθι
γίνεται νέα αποσπερίδα.
Το τζάκι φέρνει
στο μυαλό και τση γιαγιάς τα λόγια
που
παραμυθοχτίζανε ανώγια και κατώγια.
Και τα ’γγονάκια δίπλα τση κοντά να ζεσταθούνε
και «με το στόμα
ανοιχτό» παραμυθογροικούνε.
γιαγιά εδά δε
βρίσκεται που να ’ναι… ασπρομάλλα.
Γυρεύγει μα δεν τη
θωρεί λύχνος του Διογένη
Μπερδένεται που τη
θωρεί με…κόκκινα(τουρλου τουρλου) βαμμένη.
Εδά η αλλαξοκαιριά
κι αν …άλλαξε τα φώτα
το παραμύθι
πορπατεί γερά ωσάν και πρώτα.
Εδά οι
αλλαξοκαιριές αξίες κι αν πετούνε
όσο και να τσι
χώνουνε θα ξαναγεννηθούνε.
Η «Γιασεμιά»
μοσκοβολιάς δεν είναι μόνο πόρος,
με βούργια που
’ναι σόγεμη είναι μαντατοφόρος.
΄Αμα τηνε
διαβάζομε φωνή ’χει «ομιλούσα»
και
μαντατοτομηνύματα με φωτολάψα πλούσα.
Άμα την
πορπατήξομε τση Γιασεμιάς τη στράτα
φωνάζουν,
τελαλίζουνε,γροικάτε τα μαντάτα:
Μαντάτα για τα
χρώματα,τον ουρανό,τη φύση,
τη φύση απού δίχως
τση άθρωπος πώς θα ζήσει;
(ο φράχτης της
μίλησε για την εποχή που ήταν δέντρο στο δάσος)
Δεντρό τ’ αθρώπου
τη ζωή περίσσα δα συντράμει
κι εκείνος
πριονίζει το φράχτη για να το κάμει.
(πως θα ζήσω μονη κι
ερημη σαν καλαμιά στον κάμπο; Δεν είσαι μόνη σου μικρούλα μου.Κανείς δεν είναι μόνος
αν δεν το θέλει)
Αξίες που ’ν’
αιώνιες: φιλία και αγάπη,
συνεργασία,συντρομή
και ποίησης κιτάπι.
«Σ’ αυτό τον κόσμο που ’μαστε κανείς δεν είναι
μόνος
ο γεις τον άλλο ν’
ακουμπά για να λιγάνει ο πόνος»
(τι θα έκανα χωρίς
εσένα;Τι καλά που βρέθηκες δίπλα μου! Σ’ ευχαριστώ του είπε. «Εγώ σ’ ευχαριστώ.΄Ηρθες και μου έδωσες ζωή
και χαρά! Απάντησε ο φράχτης.)
«Χαρά σα δίνεις
και ζωή στον κάθε διπλανό σου
και η ψυχή σου
χαίρεται,είναι το γιατρικό σου».
«Του διπλανού σου
τη χαρά ’κούμπισε με τα χέρια
να λάμψουνε τα
μάθια σου σαν τ’ ουρανού τ’ αστέρια».
(Για την οικονομία
του χρόνου μόνο τα μαντάτα-μηνύματα)
«Τη φύση γνώριζε
τηνε με νι και με το σίγμα
το θάμα τζη σα δε
θωρείς είναι μεγάλο κρίμα».
«Στον ουρανό “καλή
μαθιά” είναι μεγάλο πράμα
λογιάζεις,ντουχιουντίζεις
το του ουρανού το θάμα».
«Χαρά που ’ναι
ψηλόρανη στη ζήση σου σαν τύχει
μπορούνε μόνο να
την πουν τση ποίσης οι στίχοι».
«΄Ασε τσ’ απόξω
ομορφιές άθρωπε και στολίσου
με αρετές κι
ευγένειες μόρφισε την ψυχή σου»
«Στον πόνο και στο
κλάημα κι απελπισίας χάλι
τση αθρωπιάς
ορθάνοιχτη να έχεις την αγκάλη»
«Τη νύχτα που δεν
έχει φως,φως να μη λες δεν είδα
έχεις το φως που
το γεννά η φωτεινή ελπίδα».
Μαντάτα άλλα δε θα
πω γιατί ’ναι πλημμυρίδα
κι έχομε
…παρουσίαση δεν είν’ αποσπερίδα.
Τα ξόμπλια του
παραμυθιού και τα πολλά πλουμίδια
εικονογράφο
βρήκανε ψιμυθευτή,πιτήδεια.
Με φαντασία και
«κλωστή,κόκκινη και δεμένη»
(η)Κριστίν Μενάρ
κι αυτή προυκιά τση «Γιασεμιάς» ξυφαίνει.
Χαράς του το όποιο
παιδί θα «Γιασεμοδιαβάσει»
με
«Γιασεμοαγαθόκαλα» τση ζήσης θα χορτάσει.
Με «τάρτες
αστρολούλουδων» και με «χιονογρανίτες»
θα
παραμυθοχαίρεται σ’ ουράνιους πλανήτες.
Παιδιά ,μεγάλα και
μικρά,χαρείτε παραμύθια
κι άμα τα
ποδιαβάζετε και πάλι παραμύθια.
Τη «Γιασεμιά»
χαρείτε τη παιδιά με την καρδιά σας
και θα τα
γλυκογλείφετε μετά τα …δάχτυλά σας.
Τη Γιασεμια
χαρείτε που’ χει γιασεμομέλι
δαχτυλομελογλείφεται
ετσά κάθε κοπέλι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου