ΤΗΣ ΡΟΔΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΠΟΡΩΝ ΤΗΣ
«Σ’ αυτές τις κάτασπρες αυλές όπου φυσά ο νοτιάς/ Σφυρίζοντας σε
θολωτές καμάρες, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά/ Που σκιρτάει στο φως
σκορπίζοντας το καρποφόρο γέλιο της/ Με ανέμου πείσματα και ψιθυρίσματα, πέστε
μου είναι η τρελή ροδιά/ Που σπαρταράει με φυλλωσιές νιογέννητες τον όρθρο/
Ανοίγοντας όλα τα χρώματα ψηλά με ρίγος θριάμβου; […] Σε μεσοφούστανα
πρωταπριλιάς και σε τζιτζίκια δεκαπενταύγουστου/ Πέστε μου αυτή που παίζει,/
αυτή που οργίζεται, αυτή που ξελογιάζει/ Τινάζοντας απ’ τη φοβέρα τα κακά μαύρα
σκοτάδια της/ Ξεχύνοντας στους κόρφους του ήλιου τα μεθυστικά πουλιά/ Πέστε μου
αυτή που ανοίγει τα φτερά στο στήθος των πραγμάτων/ Στο στήθος των βαθιών
ονείρων μας, είναι η τρελή ροδιά;» Από το ποίημα “Η τρελή ροδιά” του Οδυσσέα
Ελύτη.
«Κάποτε όταν ζούσα στην
καρδιά μιας ροδιάς, άκουσα ένα σπόρο να της λέει:/ Κάποια μέρα θα γίνω δέντρο
κι ο αγέρας θα τραγουδάει ανάμεσα στα κλωνιά μου. Ο ήλιος θα χορεύει πάνω στα
φύλλα μου και θα ‘μαι δυνατό δέντρο κι όμορφο, στις εποχές όλες μέσα./ Ύστερα
μίλησε κι άλλος ένας σπόρος κι είπε:/ Οαν ήμουν νιος σαν εσένα είχα κι εγώ
τέτοιες απόψεις, μα τώρα που μπορώ να μετρώ και να ζυγίζω τα πράγματα, βλέπω
ότι οι ελπίδες μου τρέφονται του κάκου. […] Κι ύστερα ένας όγδοος μίλησε κι
ένας ένατος και δέκατος και μια σειρά από άλλους και δεν μπορούσα να βγάλω άκρη
πια από τις φωνές τους./ Κι έτσι την ίδια μέρα μετακόμισα στην καρδιά μας
κυδωνιάς, εκεί όπου οι σπόροι είναι λιγοστοί και δεν μιλάνε σχεδόν καθόλου»
Χαλίλ Γκιμπράν: Ο τρελός και τα ποιήματά του. Η ροδιά.
Η ΜΑΡΙΝΕΛΛΑ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ
«Στη σιωπή φυτρώνει ο λόγος». Ενας στίχος, ένα ποίημα, “Μόνη
βεβαιότητα” ο τίτλος του. Το πρώτο απ’ τα 23, τα περισσότερα ολιγόστιχα,
ποιήματα της νέας ποιητικής συλλογής, “ως κάτω στο βυθό” ο τίτλος της (εκδ.
“Πυξίδα της Πόλης”), της καταξιωμένης και ως ποιήτριας ξεχωριστής πνευματικής
δημιουργού του τόπου μας Μαρινέλλας Βλαχάκη. “Ταγκό χόρεψα./ Στο ζεϊμπέκικο
εντρύφησα”. Δυο στίχοι, “Αυτοβιογραφία” ο τίτλος του, το τελευταίο. Εν είδει
προλόγου το πρώτο. Πριν από την κατάδυσή της στον βυθό, στα τρίσβαθα του εαυτού
της. Εν είδει επιλόγου το 23ο. Μετά την κατάδυσή της. “Στη σιωπή φυτρώνει ο
λόγος”. Σε ενεστώτα χρόνο το ρήμα. “Ταγκό χόρεψα./ Στο ζεϊμπέκικο εντρύφησα”.
Σε αόριστο εδώ τα ρήματα.
«Παιδί μάζευε πέτρες/ από
το δρόμο, απ’ τα ερείπια/ κι αυτές που ήταν βαμμένες/ με το αίμα της./ Τις
έβαζε τη μια δίπλα στην άλλη/ με σπουδή/ τους άλλαζε θέση ξανά και ξανά/ ώσπου
τις ταίριαζε αρμονικά./ Εφτιαχνε γεφύρια με τις πέτρες της/ που στο μεταξύ πολύ
είχε αγαπήσει.// Αργότερα μάζευε λέξεις/ οργισμένες, ακατανόητες/ κι αυτές που
έκαναν τα μάτια της/ να γίνονται ποτάμια./ Τις έβαζε τη μια δίπλα στην άλλη/ με
σπουδή/ τους άλλαζε θέση ξανά και ξανά/ ώσπου τις ταίριαζε αρμονικά/ κι
έφτιαχνε στίχους με τις λέξεις της». Το 16ο ποίημα της Μαρινέλλας απ’ την εν
λόγω ποιητική συλλογή. Με όλα τα ρήματά του σε παρατατικό. Αν κάτι αυτό
σημαίνει. Επιμένει να παίζει κι αυτόν τον χρόνο, στα δάχτυλά της, σαν να ‘ναι
πεντόβολα, η Μαρινέλλα. Υπηρετώντας με άκρα συνέπεια και την ποίηση, μέσω της
μετα – ποίησης.
Η Μαρινέλλα Βλαχάκη
γεννήθηκε στον Κεφαλά Αποκορώνου. Ζει και δραστηριοποιείται στα Χανιά. Το
λογοτεχνικό έργο της είναι ποικίλο. Εχει εκδώσει οκτώ ποιητικές συλλογές, δύο
συλλογές διηγημάτων, οκτώ βιβλία για παιδιά, το μυθιστόρημα “Σιλάνς σιλβουπλέ”
και τρία θεατρικά κείμενα. Ως ηθοποιός έχει εργαστεί στο θέατρο, στην τηλεόραση
και στον κινηματογράφο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου