Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης

Τρίτη 1 Σεπτεμβρίου 2020

ΜΙΑ ΣΤΑΣΗ ΕΔΩ ΜΙΑ ΣΤΑΣΗ ΕΚΕΙ

Ο ΦΕΤΙΝΟΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΗΣ

Ο Σεπτέμβρης του Γιάννη Τσαρούχη

«Ενας μικρός Σεπτέμβρης βάζει τα κλάματα/ που στο σχολείο τον πάνε, να μάθει γράμματα/ θέλει να παίξει ακόμα, με τ’ άστρα τ’ ουρανού/ πριν έρθουν πρωτοβρόχια και συννεφιές στο νου// Πρωτάκι σκολιαρούδι/ του κλέβουν το τραγούδι/ του κλέβουν το τραγούδι.// Ενας γλυκός Σεπτέμβρης στάζει το μέλι του/ σωστό παλικαράκι τρυγάει τ’ αμπέλι του./ Στα Σπάτα λινοβάτης στο Κορωπί γαμπρός/ να τρέμουν τα κορίτσια στα βλέφαρά του μπρος/ Φυσάει ο Απηλιώτης/ κι ο ζέφυρος της νιότης/ φυσάει ο Απηλιώτης// Ενας παλιός Σεπτέμβρης φίλος αχώριστος/ καθώς περνούν τα χρόνια γίνεται αγνώριστος/ το κόκκινο ραγίζει στα μήλα της ροδιάς/ κίτρινα πέφτουν φύλλα στον κήπο της καρδιάς/ Η νύχτα μεγαλώνει/ δίχτυα στο φως απλώνει/ η νύχτα μεγαλώνει». Το τραγούδι του Παντελή Θαλασσινού (στίχοι Ηλία Κατσούλη) “Ενας μικρός, γλυκός, παλιός Σεπτέμβρης”.

«Τις μέρες τις γλυκειές του Σεπτεμβρίου, όταν δεν/ έχει ακόμη βρέξει και είναι το άκουσμα των ήχων/ πιο αραιό και η γεύσις των ωρών και από του θέρους πιο πυκνή/ όταν στους κήπους σκάνε τα/ ρόδια, και πάλλονται υψιτενείς οι στήμονες των/ λουλουδιών, και σφύζουν στις πορφύρες των/ φλεγόμενοι οι ιβίσκοι, όλοι σαν υπερβέβαιοι/ γαμβροί που στων νυμφών κτυπούν τις θύρες, τότε,/ σαν να ‘ναι πάντα καλοκαίρι (γιατί όποια κι αν είναι/ η εποχή, ο πόθος είναι πάντα θέρος/ αναγαλλιάζουν οι ψυχές και ο Ερωτας, ο πιο/ ξανθός αρχάγγελος του Παραδείσου, βοά και λέγει/ στο κάθε που άγγιξε κορμί/ τα ρούχα, πέτα, γδύσου/ Τίποτε μη φοβάσαι/ “Εάρ χειμώνα, θέρος/ -όπου και αν είσαι-/ είναι η ρομφαία μου μαζί σου”. Το ποίημα “Αρχάγγελος τον Σεπτέμβριον βοών μέσα στην πλάτι” του Ανδρέα Εμπειρίκου.

«Γύρισε κι ο Σεπτέμβρης από τις διακοπές/ Τελευταίος/ Με το τελευταίο δρομολόγιο του κατάφορτου Αυγούστου: τσουμπλέκια/ ποδήλατα, ψησταριές, ψυγεία, ονόματα/ ξεφούσκωτα κυμάτων αφρολέξ, κελαρύσματα/ ορεινών χωριών δεμένα σε πτυσσόμενα πλατάνια/ Και πολλά δέρματα. Τέλεια κατεργασμένα/ στον ήλιο. Για εξαγωγή/ Μερικοί ξέχασαν τελείως να γυρίσουν/ Οψόμεθα”. Από το ποίημα “Λυόμενο” της Κικής Δημουλά.

Ο φετινός παράξενος Σεπτέμβρης ετοιμάζει (του ετοιμάζουν) τη μάσκα του να πάει (να τον πάνε) στο σχολείο “να μάθει γράμματα”. “Βοών μέσα στην πλάσι”, το “οψόμεθα” Καλό μήνα!

ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΜΑ


«Τα χρόνια τα παλιά, μας λέει ο θρύλος/ εζούσε ένας βοσκός στα κορφοβούνια/ κι όχι μικρός βοσκός με λίγα γίδια/ μα κεφαλομαντρίτης με κοπάδια/ άνθρωπος του Θεού του ανθρώπου φίλος/ ποτέ για τον φτωχό τα χέρια του άδεια./ Ζούσε στα βοσκοτόπια όλον τον χρόνο/ αγνός καθώς τα γύρω του άγρια δέντρα/ Χιλιάρμενο τα πρόβατά του και τα γίδια/ βοσκούσαν στα πλευρά και στα λαγκάδια/ στις δροσερές κορφές το καλοκαίρι/ στα χειμαδιά πιο κάτω τον χειμώνα/ Ζούσε χριστιανικά τη μοναξιά του/ κι ήτανε ο μόνος σύντροφός του ο σκύλος/ που εφύλαγαν μαζί τα ζωντανά του/ Γλυκά που αχολογούσαν τα κουδούνια/ στις πλαγιές, στα ρουμάνια και στα δάση/ Γλυκά που ετραγουδούσαν οι πανάρχαιες βρύσες/ που εκάθιζε ο βοσκός να ξαποστάσει […] Ω Αγιε Μάμαντα, καλέ αγαθέ ποιμένα/ προστάτη, Εσυ, βοσκών και βοσκημάτων/ μην κάθεσαι με χέρια σταυρωμένα”. Από το ποίημα “Ο Αγιος Μάμας” της Διαλεχτής Ζευγώλη – Γλέζου (περιοδικό “Νέα Εστία, τεύχος 1220, 1 Μαϊου 1979).

Τον Αγιο Μάμα τον “ανακάλυψα” τα μέσα της 10ετίας του 1970, όταν διορίστηκα δάσκαλος στις Στροβλές Σελίνου – δίπλα στο σπίτι που έμενα στα Λιγιανά, το εκκλησάκι του. Αποτυπωμένη πάντα στο μυαλό μου η εικόνα του, ένα βοσκαρουδάκι αμούστακο που κρατούσε στο ένα χέρι την κατσούνα του και στο άλλο ένα αρνί. Αύριο η γιορτή του. Κερί στη Χάρη του τούτη η Στάση…

Σημείωση: Δίχως Στάσεις στις 4, 8 και 11 Σεπτεμβρίου. Ο γράφων σε διακοπές. Μαζί σας, Θεού θέλοντος, από την Τρίτη 15 Σεπτεμβρίου.

Χανιώτικα νέα (Τρίτη, 1.9.2020)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου