Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης

Παρασκευή 17 Σεπτεμβρίου 2021

ΤΑ ΧΕΛΙΔΟΝΙΑ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ

 

«Τα χελιδόνια του ουρανού» κι η προσδοκία της Ανάστασης

Γράφει η Στέλλα Αλιγιζάκη // *
(Η εισήγηση της φιλολόγου - συγγραφέα Στέλλας Αλιγιζάκη στην παρουσίαση της ποιητικής μου συλλογής " Τα χελιδόνια του μοναχού" στις 4 Αυγούστου 2021 στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και Μελετών "Ελευθέριος Κ.Βενιζέλος" και δημοσιεθηκε στο Fractalart ( https://www.fractalart.gr/ta-chelidonia-tou-monachou/ ) . Μια εισήγηση, εργασία για διδακτορικό. Και από εδώ από καρδιάς το ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ μου, Στέλλα! Υπόχρεος στην αγάπη σου!) 

 

 

Μια νέα ποιητική συλλογή του Βαγγέλη Κακατσάκη «Τα χελιδόνια του μοναχού» εκδ. 2η

 

«Μια βακτηρία, για να σταθεί όρθιος ο άνθρωπος είναι σε τελική ανάλυση η ποίηση. Εκτός όλων των άλλων……».[1] Είχε εξομολογηθεί κάποτε ο Βαγγέλης Κακατσάκης σε συνέντευξή του. Όμως – είναι αλήθεια –  τη βακτηρία που προανέφερα τη χρειάζονται οι άνθρωποι της εποχής μας περισσότερο από άλλες εποχές.

«Η ποίηση», έγραφε άλλοτε ο Γιώργος Σεφέρης, «είναι αναγκαία σε τούτο το σύγχρονο κόσμο όπου ζούμε, τον βασανισμένο από το φόβο και την ανησυχία. […] Και, πρέπει να προσθέσω», πως ο άνθρωπος , σήμερα «μετέωρος μεταξύ ουρανού και γης»[2], όπως τον τοποθετεί ο ΒΚ κυριολεκτικά και μεταφορικά,  «έχει όπως πάντα ανάγκη ν’ ακούει αυτήν την ανθρώπινη φωνή που ονομάζουμε ποίηση».

Τα κανάλια, για να ακουστούν τα μηνύματά της, είναι βέβαια διαφορετικά σε κάθε εποχή. Και στην εποχή του Μαρκ Ζάκεμπεργκ[3] και του διαδικτύου ο Β. Κακατσάκης[4], κοσμοπολίτης του ουρανού και της γης, πολίτης του κόσμου και περιηγητής του υπερκόσμιου ανέθεσε την παρουσίασή της πρώτα στα ηλεκτρονικά  «περιστέρια» πριν την «εκθέσει στο τεστ του βιβλίου», όπως άλλοτε έλεγε ο Νίκος Δήμου. Με την έντυπη έκδοση άνοιξε και τους κρουνούς της  οικονομικοκοινωνικής συνεισφοράς προς το Κοινωφελές Ίδρυμα «Αγία Σοφία». Έτσι, ο κόσμος του εντύπου και του διαδικτύου συνεπικουρούν τον ποιητικό λόγο, εξαπλώνουν τον υπαρξιακό στοχασμό, την κοινωνική παρέμβαση και την εσωτερική αποκάλυψη συγκερνώντας τα μηνύματα διαφορετικών πρακτικών και διαφορετικών κοσμοθεωριών. Στόχος, η υπηρέτηση μιας κοινής συνισταμένης των δυνάμεων του ανθρώπου : η υπηρέτηση του πνεύματος και η στήριξη της ψυχής, ο συνάνθρωπος, ο κατ’ εικόνα και καθ΄ ομοίωσιν πλασθείς, γι’ αυτό και ένθεος άνθρωπος.

 

 

Το εξώφυλλο της έντυπης έκδοσης και της διαδικτυακής

 

 

Η νέα, αρχικά ψηφιακή, λοιπόν, έκδοση “Τα Χελιδόνια του μοναχού” περιέλαβε  60 σημειακές αποτυπώσεις του ιερού εξομολογητηρίου του δημιουργού τους, οι περισσότερες από τις οποίες γράφτηκαν το Δεκέμβριο του 2019 και τον Ιανουάριο του 2020,  αφιερώθηκαν στη νέα γενιά των πολλά υποσχόμενων και από το συμβολικό όνομά τους επιγόνων, στα εγγόνια του ποιητή, «ανοίγοντας» , όπως εύστοχα έχει γραφτεί, «ένα νέο παράθυρο προς τον κήπο του Θεού, στο περιβόλι της πίστης, όπου Καπεταναίοι και Άγιοι, χαροκόποι της ζωής και γραμματιζούμενοι, αμαρτωλοί και δίκαιοι, όλοι μπορούν, ν’ αναζητήσουν τη δροσιά, ν’ ακουμπήσουν το σώμα, τα πάθη, και τις προσευχές, την καρδιά τους».[5]

Η πέμπτη αυτή ποιητική συλλογή του ΒΚ δεν φιλοδοξεί να οικοδομήσει μια νέα Καζοβάρ[6], ούτε να αναδείξει το αδιέξοδο της Βαβέλ του υλοζωισμού ή να καταγγείλει τη δολοφονία των αξιών, του ονείρου και της ελπίδας.  Αφού όλα αυτά τα βίωσε και τα σκιαγράφησε ο ποιητής σε προηγούμενες δημιουργίες, αφού αναζήτησε την ουσία της ποίησης σε κάθε ανθρώπινο εγχείρημα, που πραγματοποιείται με αγάπη και διάθεση ανιδιοτελούς προσφοράς[7], με την ίδια αισθαντικότητα και τη μοναδική «παιδιάστικη» ευαισθησία, σήμερα στρέφει τη γραφίδα και το μήνυμά του στα μύχια της εσωτερικής του δύναμης, στην πεμπτουσία της κατηχητικής αγωγής του, στην Ορθοδοξία, αφετηρία και οδοδείκτη της ορθοπραξίας[8] των ανθρώπων.

Με βαθιά πεποίθηση της αξίας του συναισθηματικού λόγου και της ανθρώπινης συγκίνησης επιμένει ότι «καλή ποίηση είναι η ποίηση που συν – κινεί και συγκινεί , που μας ξαφνιάζει, μας αιφνιδιάζει ευχάριστα, μας προσκαλεί σε διάλογο διαρκείας»[9], συμφωνώντας με τον κατά Τόμας Έλλιοτ παραλληλισμό της ποίησης με  «το αμάξι της συγκίνησης».

 

Μοχλοί αυτής της συγκίνησης και της συν – κίνησης των ανθρώπων  η ενδελεχής αποτύπωση των ανθρώπινων συναισθημάτων, αλλά και η λεπτή παρατήρηση της ζωής και της φύσης με τα λουλούδια, τα πουλιά, τους ήχους, τις μυρωδιές, τις εικόνες, το φως και τους ήχους, τα ζώα και τους αγνούς ανθρώπους να συνυπάρχουν και να υμνούν τη θεϊκή δημιουργία.

 

 

Εξώφυλλα άλλων ποιητικών συλλογών του Β. Κακατσάκη

 

 

Ήταν γνωστές οι αναπαραστάσεις των πεταλούδων που υμνούσαν τον έρωτα  στην παντοκρατορία του αυγινού φωτός, ήταν συγκινητικό το κυκλάμινο που σταυρώθηκε, «επειδή  πολύ αγάπησε την ομορφιά», ήταν ευωδιαστά τα γιασεμιά και ηχούσαν ακόμη τα τιτιβίσματα των χελιδονιών[10]που κουβαλούν την άνοιξη, όταν διαβάζαμε τα ποιήματα της συλλογής Όπως το ψωμί.  

Με τη νέα όμως ποιητική σύνθεση τα χελιδόνια πήραν πρωταγωνιστικό ρόλο όχι ως απλός «τελάλης της άνοιξης», αλλά και με όλες τις ιδιότητες και τις δυνάμεις που διαθέτουν στην ελληνική λαϊκή και στη λόγια λογοτεχνική παράδοση. Σε αυτήν τα είναι  πουλιά της άνοιξης και σύμβολα της ανάστασης, συνοδοιπόροι του ανθρώπου, με δυναμικό ρόλο στις λαϊκές παραδόσεις του τόπου μας από τα αρχαία χρόνια, ουράνιοι και επιτήδειοι μηχανοδηγοί χάρη στην ανατομία τους, δυναμικά, ευέλικτα και αεικίνητα, πρωταγωνιστές μύθων και αφηγήσεων των μεγάλων της λογοτεχνίας και των μνημειακών ποιητικών μεταπλάσεων της μυθολογίας, του Σοφοκλή, του Αριστοφάνη, του Οβιδίου , του Αίσωπου. Είναι στενά συνδεμένα με το θείο πάθος στη χριστιανική παράδοση[11]  και  με την τύχη στη ζωή των ανθρώπων. [12] Στην νέα ποιητική συλλογή του ΒΚ γίνονται μάρτυρες των πιο μυστικών και μυστηριακών διαλόγων και κατηχήσεων.[13] Ενώ ως σύμβολα της ανάστασης συνδέουν με το δεύτερο πρωταγωνιστικό ρόλο που αποδίδει ο ποιητής στο μοναχό, ήρωα της πίστης και σύμβολο εθελοθυσίας, αφιέρωσης και στοχοπροσήλωσης, επίγειο μάρτυρα των πόνων του πάσχοντος ανθρώπου. Γιατί ο μοναχός, διακονητής της θείας οικονομίας, ταπεινός υπηρέτης του Τριαδικού Θεού, τρεφόμενος με τη θεία ευχαριστία , με το άχραντο σώμα και το τίμιο αίμα του ενσαρκωμένου λόγου του Θεού, ζει για την Ανάσταση του Κυρίου, που ευαγγελίζεται την Ανάσταση του Ανθρώπου.[14]

Κοντά σε κείνον, στους χώρους που κινείται, συναντώνται κι οι άγιοι, γνωστοί και άγνωστοι, καταγεγραμμένοι με ονόματα πολυχρησιμοποιημένα ή σπάνια, θαυματοποιοί και παραστάτες των ανθρώπινων μαρτυρίων. Έτσι σε αυτό τον ποιητικό κόσμο ο ουρανός και η γη βρίσκονται σε συνεχή επικοινωνία. Η Παναγιά, μικρή ή μεγάλη – κατά  την εορτή και την τιμητική της ημέρα – «προστρέχει σε βοήθεια έτοιμη πάντα» [15], οι άγιοι «κλαίνε», όπως ο Άγιος Παντελεήμων για τις παραλείψεις τους[16], σπεύδουν να παρασταθούν στους ανθρώπους και συμπάσχουν στις δοκιμασίες τους,

Μοιάζει υπερκόσμια η ξενάγηση στη νέα αυτή ποιητική συλλογή. Έχει όμως τη δική της μακρινή εξήγηση : «Η πρώτη μου γνωριμία με την ποίηση, το υπέροχο α! της ποίησης, ήταν το τραγούδι του Αη Γιώργη που άκουσα από την μάνα μου, θα’ μουν δεν θα΄ μουν  τεσσάρων χρονών δίπλα στην παρασιά» είχε αφηγηθεί κάποτε ο ΒΚ σε συνέντευξη του.[17] Είναι ο ίδιος ο Άη Γιώργης που συνοδεύει την ποιητική του έμπνευση σε διαφορετικές αποτυπώσεις και περιστάσεις.[18] Μαζί του όμως εδώ αγιογραφείται πολίτης της ερήμου, γυμνός και ανυπόδητος ο Όσιος Ονούφριος,[19] μνημονεύονται συναξάρια γνωστών και αγνώστων αγίων,[20] όπου κατονομάζονται, σκιαγραφούνται οι άγιοι της Κρήτης[21] κι ο ποιητής χάνεται στην απογραφή θηλυκών και αρσενικών αγίων[22] στον κόσμο του Διαδικτύου.

Γιατί ο ουρανός πάντα επικοινωνεί με τη γη, όπως στις μοναδικές δημιουργίες του Ελ Γκρέκο όπου η απόσταση καλύπτεται από την υπερκόσμια μεγέθυνση επιλεγμένων μορφών που αναλαμβάνουν το συνδετικό ρόλο.[23] Κι εκεί στην ασύστολη ανάταση  των ανθρώπινων μεγεθών αιφνιδίως  βρίσκεται τρόπος να υπομνησθεί πως «ο Θεός χαμογελά, όταν παίζουν παππούδες κι εγγόνια».[24] Είναι προφανές  ότι η αγιότητα και η ιερότητα στην αντίληψη του ποιητή προκύπτουν από τον άνθρωπο και δεν υπάρχουν χωρίς αυτόν, έτοιμες να προσκυνήσουν την απλότητα του βίου του. Εξάλλου αυτή η αίσθηση δίνει τη δυνατότητα οι νεκροί να μην απουσιάζουν ποτέ.[25] Ευλογημένοι από την ανθρώπινη ζωή τους συντροφεύουν τους ζωντανούς, χωρίς να ξεχνούν τη μοίρα και την «έδρα» τους. [26]

Έτσι ο πάνω κόσμος , όπως άλλοτε η «απάνω Κρήτη» του ΒΚ, συγκοινωνεί καθημερινά με τις γήινες δράσεις και από – δράσεις. Τα βράδια που οι νεκροί έρχονται και πίνουν κρασί με τους φίλους τους, ώσπου να επιστρέψουν στο ουράνιο σπίτι τους[27], ο χρόνος καταργείται , τα όρια του χάνονται και ο χώρος ενοποιείται από τις καρδιακές προεκτάσεις των αναμνήσεων και της αγάπης. Άλλωστε τις καθορισμένες από το θρησκευτικό εορτολόγιο ημέρες, καθώς τη γιορτή τ’ Αγίου Πνεύματος, οι ψυχές ενεργοποιούνται μυστηριακά, όπως άλλοτε στα διηγήματα του Γιώργου Ιωάννου που οι πιστοί γονάτιζαν για να μην παρεμποδίσουν τη διαδρομή των ψυχών στην εκκλησία.[28] Και στην ποιητική σύνθεση του ΒΚ είναι παρούσες στην επίγεια κονίστρα με μόνη αμφιβολία τη συμμετοχή τους στην παραλαβή του αντιδώρου. Οι βιωμένες παραδόσεις και οι παιδικές μνήμες ανοίγουν το ερμάρι της ορθόδοξης αγωγής, για να υπενθυμίζουν διαρκώς τις θρησκευτικές αξίες και τις παρακαταθήκες μιας πίστης βαθιάς, που σκιαγραφείται με την υπόκρουση της βυζαντινής υμνολογίας και την αποφθεγματική υπενθύμιση αποσπασμάτων της ορθόδοξης θείας λειτουργίας. Και εδώ εδράζεται η γέννηση και η γένεση του ποιητή.

 

 

Από την παρουσίαση της ποιητικής συλλογής στα Χανιά στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και Μελετών «Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος»
Εικονίζονται σε σειρά ο ίδιος ο ποιητής Β. Κακατσάκης, ο Μάρκος Σελλιανάκης παρουσιαστής της εκδήλωσης , κοινωνιολόγος, γραμματέας του Κοινωφελούς Ιδρύματος «Αγία Σοφία», η Μαρία Μαράκη φιλόλογος, διευθύντρια τοπικού λυκείου, ο Νεκτάριος Κακατσάκης, αρθρογράφος, γιος του ποιητή και η Στέλλα Αλιγιζάκη φιλόλογος – ιστορικός

 

 

Αυτού του ποιητή, που συμβολοποιείται στο μοναχό,  λειτουργεί εντός αλλά και εκτός μονής, ως ποιητής, όπως τον ξέραμε από άλλες ποιητικές αναπαραστάσεις του ΒΚ. Συχνά θλιμμένος, ποτέ θλιβερός,  «ψυχή ραγισμένη εκ κατασκευής…»[29] ,  ο «πρώτος και έσχατος άνθρωπος», έτοιμος να αναφωνήσει: «δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν.»[30]  Ο ποιητής «σε ρόλο Σίμωνος Κυρηναίου», που είχαμε δει έτοιμο να σηκώσει «την οδύνη του σύμπαντος κόσμου»[31], εδώ γίνεται μοναχός διδάσκων και διδασκόμενος από τον ηγούμενο, ανοιχτός άλλη μια φορά στο ιερό λειτούργημα της δασκαλοσύνης»[32], με ενοχική συνείδηση συχνά κι’ άλλοτε  πάλι συμβολικός οραματιστής της επανάστασης, καθώς επιζητεί το λευκό ράσο και ενδίδει στη νοσταλγία  των γήινων μικροχαρών  της ζωής.[33]

«Δίχως ήρωες και αγίους/ μένουμε μόνοι, γυμνοί και ανυπεράσπιστοι/ στο ανελέητο “κατηγορώ” της Ιστορίας» είπε ο Β Κ πρόσφατα στην Ορθόδοξη Ακαδημία Κρήτης (15.4.2021)[34] και τόνισε ότι «τα ποιήματα είναι ξεκλείδωτα ξωκλήσια, όπου ο καθένας μπορεί να εισέλθει και ιδιαίτερα εκείνος που έχει ανάγκη». Η ιερότητα των προσώπων των Καπεταναίων των αρμάτων και των Γραμμάτων τονίζεται, αφού στην αντίληψή του  οι άνθρωποι του καιρού μας πρωτίστως έχουν ανάγκη από την ιστορία και τους θρύλους της, που τους δίνει την αίσθηση της υπέρβασης του χρόνου της προσέγγισης της αιωνιότητας.

Ανατόμος της διαχρονικά βιούμενης ελληνικής ιστορικής πραγματικότητας, παρών σε κάθε κάλεσμα της επετειακής επικαιρότητας με την χρονογραφική του παρέμβαση, αλλά και με την ποιητική του γραφίδα ο ΒΚ , μας παρουσιάζει το Μακρυγιάννη ηρωικό και γήινο να σκορπά τις καλημέρες του[35], ενώ περιγράφει τον Διάκο[36] να υπομένει ηρωικά το  μαρτύριο – θυσία και να οικειοποιείται τα λόγια που η ιστορική και λογοτεχνική παράδοση του αποδίδει. Η αγάπη της πατρίδας συμπορεύεται με την αγάπη του Θεού, του ανθρώπου και της φύσης, γιατί η αγάπη είναι ακέραιη, δεν διασπάται ούτε διαμοιράζεται, δεν περιορίζεται ούτε παζαρεύεται.

Πέρα όμως από τον μοναχό και τον ηγούμενο, πέρα από τις εξωκοσμικές σκιαγραφήσεις και τα ιερά δρομολόγια των αγίων της πίστης και της εθνικής παράδοσης, στο βιβλίο αυτό είναι παρόντες ιεράρχες[37] και  διανοούμενοι, φίλοι και  συμπολίτες, οικογενειακά πρόσωπα και συνάδελφοι του «χάρτινου ημερήσιου πλαισίου», με τους οποίους ο ποιητής διατηρεί σχέση ζωής και ταύτισης, υμνώντας έτσι τους ιερούς δεσμούς του ανθρώπου στο δικό του «μοναχικό κοινόβιο», όπου η οικογένεια, η φιλία, η πατρίδα νοηματοδοτούν τη ζωή και τη δράση, φωτίζουν με τη χαρά της προσφοράς την καθημερινότητα.

Και τα χελιδόνια παραμένουν μάρτυρες ιεροί των μεγάλων αποκαλύψεων , των μοναδικών βιωμάτων  της απλής ζωής των ξωμάχων της φύσης, όμως, όταν απουσιάζουν, δεν λείπουν τα  κελαϊδίσματα άλλων πουλιών, που κρατούν το ίσο, δεν παραβλέπονται τα περιστέρια και τα σπουργίτια ούτε  οι γλάροι, ενώ η προσδοκία της ανάστασης εστιάζεται στων νέων κορυδαλλών τα πετάγματα. Παρόντα όλα τα πετούμενα, με τη συναίσθηση της σπουδαίας αναγκαιότητάς τους[38] στις ποιητικές ζωγραφιές της φύσης , που μοσχοβολά[39] και ζωντανεύει στα μάτια της ψυχής του αναγνώστη.

Μυρωδιές από τα γιασεμιά και τις δάφνες, από τα χαμομήλια και τους βαλσάμους, τους βασιλικούς και τ’ αροσμαρή, ομορφιές από τους κρίνους, μυστικά της αιωνόβιας ελιάς[40], γεύσεις στον ουρανίσκο συνυμνούν το Θεό με τις εκκλησιαστικές ψαλμωδίες[41] τονίζουν τη χαρά της φύτευσης και της φροντίδας αλλά και την ευλογία της επίδοσης από τον φυτευτή. Και τότε ο διάλογος των αισθήσεων ανατροφοδοτείται από το διάλογο των οπτικών εικόνων, των λάμψεων και των συναισθήσεων.

Εργαλείο κατασκευής όλων όσων παρουσιάστηκαν,  χρωστήρας και πινέλο του δημιουργού, η γλώσσα του : απλή, απέριττη, λιτή, αισθαντική, κατά περίπτωση αντιφατική και σιβυλλική, αλλά συχνά φωτισμένη από τη θρησκευτική ορολογία, αντλεί τη δύναμη της από την ευρηματικότητα, τον πλούτο, τα λογοπαίγνια και τους αναγραμματισμούς. Πίστη και σπίτι, άλληλοι και υπάλληλοι, κατήγοροι και κατηγορούμενοι,[42] τα μ και τα ου, τα πλούσια σημεία στίξης και η εναλλαγή των καταλήξεων[43] τονίζουν πόσο είναι προφανές  το απροσδόκητο της ανατομίας των λέξεων και της πολύσημης νοηματικής πρόσληψής τους. «Όπως τα σύννεφα έτσι και οι άνθρωποι» λέει ο ΒΚ, έτσι κι η γλώσσα τολμώ να πω, «ταξιδεύουν και δεν ξέρουν που πάνε» ·  στον Ποιητή, λοιπόν,  ο τελευταίος λόγος. [44]

Όσο πλούσια είναι η γλωσσική πολυσημία άλλο τόσο πλούσια είναι και η  ποιητική θεματολογία : ζητούνται καθοδηγητές, στρώνονται τραπέζια με θέσεις για τον ξένο, ετοιμάζονται γιορτές, αναζητούνται οι συμβολισμοί των ιερών γιορτών της χριστιανοσύνης και των μεγάλων αγίων της, υπολανθάνει ο έρωτας και η ευθύνη του ανθρώπου, η πάντα παρούσα. Μνημονεύεται ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης[45] και ο Νίκος Καζαντζάκης[46], ως μεγάλοι δάσκαλοι της συνείδησης, του λόγου και της σκέψης του συγγραφέα. Δεν αποκρύπτεται η ανησυχία για το άγνωστο μέλλον «Κύριος οίδε» , για την οποία η τεχνολογία και ο σύγχρονος Μάρκος (Μαρκ Ζάκενμπεργκ)[47] δεν μπορούν να πουν τίποτε καλύτερο από τη διαχρονική χριστιανική έκκληση «Κύριε ελέησον».[48]

 

 

Από την παρουσίαση της ποιητικής συλλογής στα Χανιά

 

 

Είναι η ίδια επίκληση στην προσευχή των μαθητών μιας άλλης εποχής, όταν τα παιδιά χρειάζονταν να  περπατούν από το χωριό τους 18 ή και περισσότερα χιλιόμετρα ημερησίως, για να … μάθουν γράμματα και να φέρουν τη δική τους άνοιξη στα χρόνια της προσωπικής αυτοπραγμάτωσης και της μεταπολιτευτικής αλλαγής στη χώρα μας. Μέσα σε αυτά ήταν και ο ΒΚ, που σήμερα μετά από μία μακρά πορεία πνευματικού μόχθου και επίμονης εσωτερικής αναζήτησης, φωτογραφίζεται  «γυμνός» στα ποιήματα και αποτυπώνεται αυθεντικός στα γραφτά του, προσφέροντας τη χαρά της άνοιξης σε όλους τους συνοδοιπόρους της ζωής του, υποσχόμενος συγκινήσεις μυστηριακές για τους επιγενέστερους αναγνώστες του.

Βραβευμένος και πρόσφατα ακόμη[49] και διακεκριμένος πνευματικός δημιουργός, παππούς και οικογενειάρχης πολυαγαπημένος, εμπνευσμένος δάσκαλος, φίλος πιστός και καρδιακός εκθέτει με το λόγο και τα πλούσια συναισθήματά του καθημερινά στη  βροχή της ανθρωπιάς [50], συνεπαίρνει τον αναγνώστη με τη γραφή του στην υπέρβαση της έγνοιας του επιούσιου, παρασύρει με τα ποιήματά του στο ρεμβασμό του υπερχρονικού και στον οραματισμό του αιώνιου και υπενθυμίζει με την απλότητα των μηνυμάτων του «Η ζωή συνεχίζεται» με τις απαραίτητες τρεις τελείες στο τέλος (η ζωή συνεχίζεται…), καθώς κανείς δεν ξέρει το παρακάτω».[51]

 

 

Για όσους επιθυμούν να παρακολουθήσουν την παρουσίαση της ποιητικής συλλογής στα Χανιά ο σχετικός σύνδεσμος είναι: https://www.youtube.com/watch?v=kLhpnaGHPI8

 

Από την παρουσίαση της ποιητικής συλλογής στα Χανιά στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και Μελετών «Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος».
Διακρίνεται ο δάσκαλος, μουσικός Γιάννης Τσαραμανίδης που μελοποίησε ποιήματα της ποιητικής συλλογής.

 

 

 

* Η Στέλλα Αλιγιζάκη είναι φιλόλογος – ιστορικός

 

 

___________________

[1] Α. Κοκοτσάκη, «Βαγγέλης Κακατσάκης, μου αρέσει η λέξη «δάσκαλος» και τη χρησιμοποιώ συχνά στα ποιήματά μου, όπως και τη  λέξη «δασκαλοσύνη», Κρήτη 360, 17.12.2ο19.

[2] Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του ουρανού. Χανιά 2020,  σ. 60.

[3] Η μνεία του ονόματος γίνεται από τον ίδιο τον ποιητή στο ποίημα Τα κατά Μάρκ . Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του ουρανού…, σ. 79.

[4] https://online.fliphtml5.com/rsfkr/otem

[5] Γ. Τζεμανάκης, «Τα χελιδόνια του μοναχού του Β. Κακατσάκη». Χανιώτικα Νέα 13.6.2020.

[6] Β. Κακατσάκης, Καζοβάρ. Χανιά, Πυξίδα της πόλης, 2014. Στέλλα Αλιγιζάκη, «Καζοβάρ, μια άλλη ανάγνωση», Χανιώτικα Νέα 15.7.2014.

[7] Β. Κακατσάκης, Όπως το ψωμί. Χανιά 2018.

[8] Ο όρος από το ποίημα «Ορθοδοξίας ανάγνωσμα», Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του ουρανού…, σ. 77.

[9] Αργυρώ Μουντάκη, «Βαγγέλης Κακατσάκης: «Η ποίηση που μας συγκινεί, μας προσκαλεί σε διάλογο διαρκείας». Fractal, 21.1.2015.

[10] Πρόκειται για φράσεις και θέματα από την προαναφερθείσα ποιητική συλλογή Όπως το ψωμί.

[11] Η χριστιανική παράδοση, όμως, αναφέρει πως τα παλιά χρόνια τα φτερά των χελιδονιών δεν ήταν μαύρα, μα άσπρα. Όταν ήταν ο Χριστός στη γη, όπου πήγαινε τον ακολουθούσαν τα χελιδόνια κοπάδια-κοπάδια. Και όταν σταύρωσαν τον Χριστό οι Εβραίοι, τα χελιδόνια πήγαιναν και του έβγαζαν με το ράμφος τους τα αγκάθια από την κεφαλή. Όταν ο Χριστός ξεψύχησε, αυτά έκλαψαν πολύ και από τη μεγάλη τους λύπη άλλαξε το χρώμα των φτερών τους και έγινε μαύρο. Από τότε θεωρούνται ιερά πτηνά και είναι αμαρτία να τα σκοτώνουμε. Ν. Μπούρα, «Χελιδόνι ο τελάλης της άνοιξης και οι μύθοι του»,

https://www.google.com/url?sa=t&rct=j&q=&esrc=s&source=web&cd=&ved=2ahUKEwiZ–bRlJDyAhXgf0HHSKAB6AQFjACegQIBhAD&url=https%3A%2F%2Fwww.willowisps.gr%2Fmain%2F-%2F9%2F4%2F2019&usg=AOvVaw0nRPln3aH8NHcggHcD6l6F

[12] Οι άνθρωποι θεωρούσαν και θεωρούν πώς όταν σκοτώσει κάποιος χελιδόνι, θα πεθάνει κάποιος από το σπίτι του, ακριβώς τη μέρα που θα φύγουν τα χελιδόνια για την Αφρική και η ψυχή του θ’ ακολουθήσει το κοπάδι για να καλύψει την κενή θέση που δημιούργησε. Γι’ αυτόν τον λόγο δεν γκρεμίζουν τις άδειες φωλιές στα σπίτια τους, καθώς ελπίζουν πως ο ερχομός των χελιδονιών θα φέρει καλοτυχία. Όπου παραπάνω.

[13] «Μόνοι μάρτυρες τα πρώτα χελιδόνια της άνοιξης», Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του ουρανού.., σ.11.

[14] «Μοναχική καθημερινότητα», https://www.google.com/url?sa=t&rct=j&q=&esrc=s&source=web&cd=&ved=2ahUKEwiEwoqBppDyAhXOhP0HHSK2AdgQFjAAegQIAhAD&url=https%3A%2F%2Fbigorski.org.mk%2Fel%2Fmonastiki-kathimerinotita%2F&usg=AOvVaw0SUkbWx-K3FWlsg3bcb3Og

[15] «Η Παναγία των Εισοδίων», Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του ουρανού…, σ. 55.

[16] «Το κλάμα του Αγίου», Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του ουρανού…, σ. 34.

[17] Α. Κοκοτσάκη, «Βαγγέλης Κακατσάκης…”, όπου παραπάνω.

[18] «Το τάξιμο του Άη –  Γιώργη…, Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του ουρανού…,σ. 16.

[19] «Ο γυμνός άγιος», Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του ουρανού…,σ. 21.

[20] Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του ουρανού…,σ. 30, 33, 58,71,

[21] «Οι τέσσερις μάρτυρες», Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του ουρανού…, σ. 52.

[22] «Των αγίων ανδρογύνων», Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του ουρανού…, σ. 49.

[23] Ευκαιριακά και συμβολικά αναφέρομαι στον πίνακα Ελ Γκρέκο, Το όραμα του Αγίου Ιωάννη, 1608-1614, όπου ο Ευαγγελιστής Ιωάννης ικετεύει το Θεό ως αντιπρόσωπος των ψυχών για τη λύτρωσή τους και παρουσιάζεται υπερμεγέθης, για να τονιστεί αυτός ο ρόλος του.

[24] «Παιχνίδια», Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του ουρανού…, σ. 35.

[25] «Υπάρχοντας», Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του ουρανού…, σ. 31.

[26] «Συναπαντήματα», Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του ουρανού…, σ. 22.

[27] Όπου παραπάνω.

[28] Γιώργος Ιωάννου, «Μες στους προσφυγικούς συνοικισμούς». Για ένα φιλότιμο. Κέδρος, 1964.

[29] Β. Κακατσάκης, Όπως το ψωμί. Χανιά, Πυξίδα, 2018, σ. 43.

[30] Β. Κακατσάκης, Όπως το ψωμί. Χανιά, Πυξίδα, 2018, σ. 58

[31] Από την παρουσίαση της σχετικής ποιητικής συλλογής, απόσπασμα της Στέλλας Αλιγιζάκη. Σχετικά βλ. Δ. Μαριδάκης, «Όπως το ψωμί», Χανιώτικα Νέα, 7.5.2018.

[32] Α. Κοκοτσάκη, «Βαγγέλης Κακατσάκης…».

[33] «Ιλάσθητί μοι», Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του ουρανού…, σ. 48. «Λευκό ονειρεύεται τα βράδια το ράσο του ο μοναχός..», όπου παραπάνω, σ. 29.

[34] «Η Ελλάδα μέσα από τα μάτια των ποιητών στην ΟΑΚ», 15.4.2021. https://www.google.com/url?sa=t&rct=j&q=&esrc=s&source=web&cd=&ved=2ahUKEwjbmN2NnZDyAhXlhv0HHRVhAnIQFjAAegQIBxAD&url=https%3A%2F%2Fwww.oac.gr%2Fel%2Fepikaira%2Fenimerwtika-deltia%2Fi-ellada-mesa-apo-ta-matia-twn-poiitwn-stin-oak-p571.html&usg=AOvVaw20CgFHzL7Ouyx5oXpKLlMP

[35] Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του μοναχού…, σ.42.

[36] «Το χαμόγελο του Διάκου», Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του ουρανού…, σ. 17.

[37] Σχετικές αφιερώσεις σε πρόσωπα τέτοια έχουν γίνει και σε προηγούμενες ποιητικές συλλογές. Ενδεικτικά, βλ. Β. Κακατσάκης, Όπως το ψωμί…, σ. 48.

[38] «μεγάλη υπόθεση να είσαι σπουργίτι»,  Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του μοναχού…, σ. 65

[39] Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του μοναχού…, σελ. 43, 59, 78.

[40] Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του μοναχού…, σελ. 43.

[41] «μυρίζει χαμομήλι η φωνή του ψάλτη» Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του μοναχού…, σ. 37

[42] Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του μοναχού…, σ. 36.

[43] «Τα ρόδα και η Ρόδω», Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του μοναχού…, σ. 48.

[44] Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του μοναχού…, σ. 54.

[45] «Μνήμη Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη», Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του μοναχού…, σ. 69.

[46] Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του μοναχού…, σ. 50.

[47] Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του μοναχού…, σ. 79.

[48] Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του μοναχού…, σ. 75.

[49] Στον  6ο  Διαγωνισμό Ποίησης «Κ. Π. Καβάφης» 2020, τιμήθηκαν οι Χανιώτες ποιητές: Βαγγέλης Κακατσάκης και ο Γρηγόρης Γεωργουδάκης. ¨Δύο Χανιώτες ποιητές βραβεύτηκαν»,  Creta Voice, 26.1.2021.

[50] Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του μοναχού…, σ. 57.

[51] Β. Κακατσάκης, Τα χελιδόνια του μοναχού…, σ. 51.

https://www.facebook.com/kakatsakes/?show_switched_toast=0&show_switched_tooltip=0&show_podcast_settings=0

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου