Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης

Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου 2024

ΠΑΙΔΟΤΟΠΟΣ

ΑΛΦΑΒΗΤΑΡΙΟΝ Α΄ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ

ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΟ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΑΛΛΩΝ ΕΠΟΧΩΝ 



Καλοί µου φίλοι, καλό Σαββατοκύριακο!
Κείµενα και εικόνες από το “αλφαβητάριον” για τα παιδιά της Α΄ ∆ηµοτικού των Ι.Κ. Γιαννέλη - Γ. Σακκά και εικονογράφηση του Κώστα Π. Γραµµατόπουλου στον σηµερινό ‘‘Παιδότοπο’’, τον πρώτο της φετινής σχολικής χρονιάς. Από το “αλφαβητάριον” που κυκλοφόρησε περισσότερα από 20 χρόνια, απ’ το 1953 µέχρι το 1978 - η ειδική έκδοση της εφηµερίδας “ΤΟ ΒΗΜΑ” (επιµέλεια: Ελένη Κεχαγιόγλου) το 2013, η πηγή µου. Από το βιβλίο της Άννας, του Μίµη, της Έλλης, της Λόλας και των άλλων παιδιών. Από το “αλφαβητάριον” άλλων εποχών. ∆ίχως κανένα δικό µου σχόλιο. 
Καλή σχολική χρονιά στους µαθητές και στους δασκάλους όλων των βαθµίδων της εκπαίδευσης! 

Σας χαιρετώ µε αγάπη όλους!
Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης, δάσκαλος - λογοτέχνης


Η ΕΥΤΥΧΙΑ



Τα παιδιά χορεύουν.

Χορεύουν στον πεύκο.

Χορεύει και η Ευτυχία.

Πρώτη σέρνει το χορό.


Όλα μαζί τραγουδούν:

“Χαίρεται ο πεύκος το βουνό

και η ρεματιά τη λεύκα,

με το λευκό της το κορμί

και τα ασημένια φύλλα”


ΟΙ ΠΕΤΑΛΟΥΔΕΣ



Η Άννα έπαιζε με τις φίλες της.

Εκυνηγούσαν πεταλούδες.

Μόλις όμως επλησίαζαν,

οι πεταλούδες επετούσαν μακριά.

Στο τέλος η Άννα έπιασε μία.

Ήταν μια μικρή πεταλούδα.

Τα φτερά της ήταν ωραία.

Είχαν διάφορα χρώματα.

Η Άννα την εκρατούσε απαλά

και της ετραγουδούσε:


“Έλα πεταλουδίτσα μου,

στάσου να σε τσακώσω,

δεν θα σου τσαλακώσω

καθόλου τα φτερά.


Θα σε ταίζω ζάχαρη

θα σου ΄χω για σπιτάκι

μεταξωτό κουτάκι

θα ζήσεις μια χαρά…”


Η πεταλούδα όμως ήθελε να φύγει

και αν είχε φωνή θα έλεγε:


“Για τη δική σου ζάχαρη,

καθόλου δε με μέλει.

Των λουλουδιών το μέλι,

μ΄αρέσει πιο πολύ.


Έχω τον κάμπο τον πλατύ

τη χλόη τη δροσάτη

βασιλικό παλάτι,

κοπέλα μου καλή”.


Η Άννα αγαπούσε την πεταλούδα

και γι’ αυτό την άφησε να φύγει.


Η ΚΟΥΚΛΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΣ




Η Έλλη δεν πηγαίνει σχολείο.

Είναι, βλέπετε, μικρή ακόμη.

Μόλις έχει κλείσει τα πέντε.

Κάθεται σπίτι μαζί με τη Λόλα.

Πότε παίζει με την αδελφή της

και πότε με την κούκλα της.

Τη ντύνει και τη στολίζει.

Όταν τη βάζει να κοιμηθεί,

τη νανουρίζει και λέγει:


“Νάνι, νάνι το κουκλί μου,

νάνι, νάνι το μωρό μου,

νάνι, νάνι το παιδί μου,

νάνι, νάνι το χρυσό μου.


Έλα, ύπνε, αγκάλιασέ το,

έλα, πάρ΄ το αγάλι – αγάλι

κι ελαφρά να το κοιμήσεις

στη ζεστή σου την αγκάλη.


Κοιμήσου και παρήγγειλα

στην Πόλη τα προικιά σου

στα Γιάννενα τα ρούχα σου

και τα χρυσαφικά σου”.


ΚΑΘΕ ΒΡΑΔΥ



Κάθε βράδυ, ο ήλιος πηγαίνει

να κρυφτεί πίσω από το βουνό.

Βασιλεύει πέρα στη Δύση,

και σιγά σιγά έρχεται η νύκτα.

Τα πουλιά πετούν στη φωλιά των.

Εκουράσθηκαν όλη την ημέρα

και θέλουν να ησυχάσουν.

Τα παιδιά μαζεύονται στο σπίτι των.

Σε λίγο έρχεται και ο πατέρας.

Κάθονται όλοι και τρώγουν.

Έπειτα από το βραδυνό φαγητό,

τα παιδιά κοιμούνται ήσυχα.


ΕΝΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙ

Έφαγαν το βραδυνό φαγητό

κι έπειτα εβγήκαν όλοι έξω ,

για να χαρούν το φεγγάρι.

Τα παιδιά ετριγύρισαν τη θεία,

για να τους ειπεί παραμύθι.

Η θεία τότε άρχισε.


“Μια φορά κι έναν καιρό,

ο κόκορας και ο σκύλος ήσαν φίλοι,

ήσαν πολύ καλοί φίλοι.

Τα δύο ζώα αποφάσισαν κάποτε,

να κάνουν ένα μεγάλο ταξίδι,

για να γνωρίσουν τον κόσμο.

Εξεκίνησαν λοιπόν και τα δυο

κι έφθασαν το βράδυ στο δάσος.

Ο σκύλος ερώτησε τον κόκορα:

- Πού θα κοιμηθούμε απόψε;

Ο κόκορας απάντησε στο σκύλο:

-Εγώ θα κοιμηθώ εκεί υψηλά,

κι έδειξε τα κλαδιά του δένδρου.

-Εγώ θα κοιμηθώ στην κουφάλα του,

είπε ο σκύλος.

Τα ζώα ευχήθηκαν “καληνύκτα”

κι έπεσαν να κοιμηθούν.

Σε λίγο τα είχε πάρει ο ύπνος.


Πρωί πρωί εξύπνησε ο κόκορας

κι άρχισε να φωνάζει “Κικιρίκου!”

Τον ακούει μια πονηρή αλεπού

και τρέχει κάτω από το δένδρο.

-Καλημέρα, φίλε μου, λέγει.

Δεν έρχεσαι στη φωλιά μου,

να σε περιποιηθώ λίγο;

- Έρχομαι, λέγει ο κόκορας

Ας ερωτήσω όμως πρώτα το φίλο μου,

που κοιμάται μέσα στην κουφάλα.

Τρέχω να τον ξυπνήσω αμέσως…

Η πονηρή αλεπού ενόμισε

πως ήταν και δεύτερος κόκορας

κι επλησίασε στο δένδρο.

Αντί όμως να ιδεί κόκορα,

βλέπει ξαφνικά το σκύλο.

Τότε η αλεπού ετρόμαξε

κι έφυγε τρεχάτη.

Έτσι οι δυο φίλοι έμειναν ήσυχοι

κι εξακολούθησαν το ταξίδι… “


ΠΗΓΑΙΝΟΥΝ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ



Μία ημέρα ο πατέρας είπε:

-Παιδιά, θα πάμε στη θάλασσα.

Εκεί θα παίξετε, θα χαρείτε.

Εμπρός λοιπόν, ετοιμασθήτε.

- Τι χαρά, τι χαρά!

Εφώναξαν τα παδιά

κι έτρεξαν να ετοιμασθούν.


Η μητέρα ετοίμασε φαγητό,

για να πάρουν μαζί των.

Ετηγάνισε πολλούς κεφτέδες,

έβρασε αρκετά αυγά,

επήρε τυρί, ψωμί και φρούτα.

Όλα αυτά τα έφτιαξε ένα δέμα,

που το ετύλιξε με προσοχή.


Ο πατέρας επήγε στην αγορά

και έφερε ένα αυτοκίνητο,

κι εκατέβηκαν όλοι κάτω.

Σε λίγο ανέβηκαν προσεκτικά

και το αυτοκίνητο εξεκίνησε.

Τα παιδιά είχαν μεγάλη χαρά.


Ο ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ



Η Βασδέκη τραγουδά:

“Μάννα, σγουρός βασιλικός,

πλατύφυλλος και δροσερός.

Μάννα ποιος τον επότιζε

και τον εδροσολόγιζε;

Έβγαλε φύλλα και κλωνιά

κι εσκέπασαν τη γειτονιά.

Εσκέπασαν κι εμένα

που μ’ έχει η μάννα ένα…”


Αυτό έγραφε το γράμμα.

Αυτό έκανε η Βασδέκη.

Χανιώτικα νέα (Σάββατο, 21.9.2024) 

https://www.haniotika-nea.gr/paidotopos-alfavitarion-a-i-otikoy-to-proto-anagnostiko-ton-paidion-allon-epochon/









Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου