Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης

Τετάρτη 14 Φεβρουαρίου 2024

ΕΥΘΥΒΟΛΑ ΚΑΙ ΜΗ

 ΔΥΣΔΙΑΚΡΙΤΑ... 




Γράφει ο Νεκτάριος Ευ. Κακατσάκης


∆εν ήταν σήµερα η µέρα! Έως αύριο θα άντεχε να κάνει υποµονή;

Κοίταξε το ρολόι, είδε τον δείκτη των δευτερολέπτων να κινείται… αργά, πολύ αργά, σε ένα ρολόι αντρικό, µε δείκτες, που µόνο το λουράκι του είχε αλλάξει· χρώµα κόκκινο!

Αυτήν τη σκέψη για το χρώµα του ρολογιού που της χάρισε κάποτε, έκανε, καθώς παρακολουθούσε τον δείκτη των δευτερολέπτων να συµπληρώνει ένα ολόκληρο ηµικύκλιο. Βάσανο ο χρόνος που δεν περνά…

Έστεκε στη στάση του λεωφορείου, δίπλα σε δυο τρεις ακόµη! Άλλη µια αναµονή προστιθέµενη για το τελευταίο βραδινό λεωφορείο!

∆ίπλα της δυο ή τρεις  ανθρώπινες φιγούρες! ∆εν µπορούσε να ξέρει, δεν την ενδιέφερε να ξέρει! Ούτε να διακρίνει, µπορούσε· ένα κουσούρι που της είχε αφήσει η κατάστασή της, να µην µπορεί να διακρίνει χαρακτηριστικά προσώπων!

Τα µάτια της έφταναν πάντοτε έως το σηµείο του λαιµού του ανθρώπου που είχε απέναντί της ή κάτι τέτοιο νόµιζε!

Γιατί, από τότε που γνωρίστηκαν µε τον άνθρωπο που της είχε χαρίσει το ρολόι, πάντα µέσα στο κεφάλι της, στα µάτια της ‘‘είχε’’ το πρόσωπό του! Τη µύτη, τα µάτια, τα φρύδια, το κούτελο, τα αυτιά, τα χείλη! Όλα εκείνου, όλα δικά του!

Όλα εκείνα που θα ‘θέλε να είχε στη ζωή της, στην καθηµερινότητά της, αλλά...

∆εν τα είχε, µα τα περίµενε, κάθε τόσο να τα δει να εµφανίζονται πίσω από πλήθος, να την πλησιάζουν στον σταθµό του τρένου ή στις αφίξεις του αεροδροµίου! Και µέχρι να συµβεί κάτι τέτοιο, αυτή περίµενε! Παρέα µε τους δείκτες του ρολογιού µε το κόκκινο λουράκι και µετρούσε ανάποδα τους… αιώνες που τη χώριζαν από τη στιγµή που και πάλι θα την αγκάλιαζαν τα χέρια του! Όταν έφτανε εκείνη η στιγµή, µόνο τότε άφηνε στην άκρη το ρολόι και ένιωθε πια να αιωρείται και να νιώθει πως τώρα πια ο χρόνος έτρεχε, έτρεχε, έτρεχε…  

Χανιώτικα νέα (Τετάρτη, 14.2.2024) 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου