Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης

Παρασκευή 19 Σεπτεμβρίου 2025

ΠΑΙΔΟΤΟΠΟΣ

 ΤΟ ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΟ ΜΕ ΤΑ ΚΑΡΑΒΑΚΙΑ

ΧΡΩΜΑΤΑ ΚΙ ΑΡΩΜΑΤΑ ΜΙΑΣ ΑΛΛΗΣ ΕΠΟΧΗΣ

Φίλες και φίλοι, καλό Σαββατοκύριακο και καλώς βρεθήκαµε ύστερα από τρεις εβδοµάδες!
Χρώµατα και αρώµατα µιας άλλης εποχής, πολύ µακρινής µα και πολύ κοντινής ταυτόχρονα, στον σηµερινό πρώτο της φετινής σχολικής χρονιάς Παιδότοπο. Με κείµενα και εικόνες από το βιβλίο «Η ΓΛΩΣΣΑ ΜΟΥ για την πρώτη ∆ηµοτικού», το γνωστό «αναγνωστικό µε τα καραβάκια» που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1982 κι έµεινε να διδάσκεται µέχρι το σχολικό έτος 2005-06! Ο Α. Βελαλίδης, ο Κώστας Καλαπανίδας και ο Ν. Κανάκης, οι συγγραφείς του και η Ε. Μωραΐτη η εικονογράφος του. Χείµαρρος οι αναµνήσεις απ’ τα χρόνια που υπηρέτησα τη ∆ασκαλοσύνη. 
Καλή σχολική χρόνια σε µαθητές και δασκάλους.
Σας χαιρετώ µε αγάπη όλους!
Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης, δάσκαλος- λογοτέχνης 
δάσκαλος - λογοτέχνης


Η βούρτσα του παππού


Ο μπαρμπα-Γιάννης με μια βούρτσα

ασπρίζει τη μάντρα της αυλής.

Από κοντά κι ο Γιαννάκης,

το εγγονάκι του.

- Δώσε μου κι εμέγα τη βούρτσα, παππού.

Ο παππούς τού δίνει τη βούρτσα.

Πρόσεχε μη λερώσεις την μπλούζα σου.

Ο Γιαννάκης δεν μπορεί να σηκώσει τη βούρτσα.

- Είναι βαριά, παππού, λέει.

- Άμα μεγαλώσεις, αγόρι μου, θα είναι ελαφριά.

Η γιαγιά και η εγγονή της




Να τη πάλι απόψε

στο κοντό σκαμνί της

η γιαγιά η Φιορούλα

με την εγγονή της.


Η εγγονή διαβάζει

κι η γιαγιά προσέχει.

Θε μου, τι ευτυχία, τι καμάρι που έχει!


«Τώρα εσύ, γιαγιά μου,

λέγε παραμύθια

για βασιλοπούλες

και κουτά ορνίθια.


Εγώ θα σου διαβάζω,

ε γιαγιά, να μάθεις...»

Κι η γιαγιά: «Ψυχή μου,

την ευχή μου να 'χεις!»


Κώστας Καλαπανίδας

Ο κρυμμένος θησαυρός


Πού είναι πάλι τα παιδιά;

Παίζουν το παιχνίδι που το λένε

«Ο κρυμμένος θησαυρός».

Ο θησαυρός που κρύβουν σήμερα

είναι ένα άσπρο μαντιλάκι.

Τώρα έχει σειρά ο Κώστας. Τα

άλλα παιδιά κλείνουν τα μάτια τους.

Πού είναι, πού είναι; φωνάζει ο Κώστας.

Πες μας σημάδια, λένε τα παιδιά.

Δεν ακουμπάει πάνω στη γη.

Και είναι προς τα κει

που βγαίνει ο ήλιος.


Τα παιδιά τρέχουν και ψάχνουν.

Εδώ είναι, φωνάζει η Κατερίνα

και κερδίζει.

Πού νομίζετε ότι το βρήκε;

Μέσα στο λουλούδι μιας γλάστρας.

Στο ψιλικατζίδικο




Δυο αδερφάκια, ο Γιώργος και η Ισμήνη,

μπαίνουν στο ψιλικατζίδικο του κυρ Κοσμά.

Καλώς τα σγουρομάλλικα!

Τι θέλετε να σας δώσω;

Εγώ μια σβούρα, λέει βιαστικά ο Γιώργος.

Θέλουμε ακόμα

ένα σβηστήρι και μια

κρέμα ξυρίσματος για τον πατέρα,

είπε η Ισμήνη.

Ό,τι αγαπάτε, παιδιά,

λέει ο κυρ Κοσμάς

και τους τα τυλίγει σε ένα χαρτί.

Τα παιδιά πλήρωσαν,

χαιρέτισαν κι έφυγαν.



Χαρές και γέλια


Χαρές και γέλια σήμερα

στο σπίτι του Νικολάκη.

Γύρισε ο πατέρας του απ' τη Γερμανία.

Είχαν καιρό πολύ να τον ιδούν.

Με το 'να χέρι του αγκάλιασε

τη γιαγιά και με τ' άλλο τη μαμά.

«Γιόκα μου», έλεγε η γιαγιά.

Η μαμά έκλαιγε και γέλαγε μαζί.

Σε λίγο γύρισε και ο Νικολάκης

απ' το σχολείο. Βρήκε το σπίτι γεμάτο

κόσμο. Σαν να είχαν γιορτή.

Ο πατέρας τον έσφιγγε στην αγκαλιά του, τον πετούσε ψηλά

κι έλεγε: «Πόσο μεγάλωσες!»

Το πάθημα του γαϊδάρου



Σε ένα μεγάλο αλώνι μαζεύτηκαν

πολλά ζώα και διασκέδαζαν.

Άλλα το έριξαν στο φαῖ

και άλλα τραγουδούσαν.

Σε μια στιγμή σηκώθηκε η μαϊμού

και χόρεψε. Άρεσε σε όλα τα ζώα

και τη χειροκρότησαν.

Ο γάιδαρος ζήλεψε και σηκώθηκε

κι αυτός να χορέψει. Αλλά

το σόι του δεν είναι χορευταράδες.

Έκανε λοιπόν πράματα πολύ αστεία.

Γκάριζε και κλοτσούσε

δεξιά, αριστερά.

Τα ζώα όλα τον πήραν στο ψιλό.

«Είναι σπουδαίο γαϊδούρι»,

φώναζαν κοροϊδευτικά

και στο τέλος τον στεφάνωσαν

με ένα στεφάνι από γαϊδουράγκαθα.

Συνεργείο της τηλεόρασης στο σχολείο μας



Χτες μπήκαν στην τάξη μας

τρεις άγνωστοι.

Ήρθαν από την τηλεόραση,

είπε η δασκάλα.

Έβαλαν στην πρίζα του ηλεκτρικού

ένα χοντρό καλώδιο. Μετά έστριψαν

κάτι κουμπιά και έλαμψε η τάξη.

Μας ρώτησαν πώς μας λένε και τι

μας αρέσει. Η Αφροδίτη είπε πως

της αρέσει να ζωγραφίζει καράβια

κι ο Γιώργος αστροναύτες.

Ο Αντρέας είπε ότι

του αρέσουν οι εκδρομές

και τα διαλείμματα.

Γέλασαν και μας είπαν

«μπράβο». Στο τέλος εκείνος με τη

γκρίζα γραβάτα έγραψε στον πίνακα:

«Άσπρη πέτρα ξέξασπρη

κι από τον ήλιο ξεξασπρότερη».

Το διαβάζαμε, μπερδευόμασταν

και γελούσαμε.


Τ' άλογα



Μ' αρέσουν τ' άλογα.

Μ' αρέσει να τους χαϊδεύω

το λαιμό

και να τους χτενίζω τη χαίτη

με τα δάχτυλά μου.

Θέλω να τ' ακούω να χλιμιντρούν,

μα πιο πολύ να τα βλέπω

να τρέχουν.

Μια μέρα είδα στην τηλεόραση

ένα κοπάδι όμορφα άλογα.

Κάλπαζαν σ' ένα πράσινο λιβάδι

το 'να πλάι στ' άλλο.


Πόσο θα 'θελα να 'μουν καβαλάρης

στο πιο γρήγορο απ' αυτά και να

κρατιέμαι απ' την ωραία του χαίτη.


Χανιώτικα νέα (Σάββατο, 20.9.2025) 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου