Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης

Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου 2016

ΠΟΙΗΣΗ

Αγρυπνούσαν -λέει-
οι σεμνές παρθένες
και προσμένανε το Νυμφίο.
Όταν ήρθε η ώρα
άναψαν τις λαμπάδες∙
-και οι ανόητες
έμειναν εκτός νυμφώνος.
Ποιον νυμφίο, όμως, προσμένουμε,
εμείς, οι πολίτες της Κάζοβαρ,
για να οδηγήσουμε στους λάκκους;
Ποιος νιόγαπρος θα καταδεχτεί
να περάσει, την πρώτη νύχτα
του γάμου του, σ’ έναν λάκκο;
Τι γάμος θα γίνει τώρα,
που η πόλη γέμισε λάκκους





ΚΑΖΟΒΑΡ






η πρώτη φωνή

Λέμε ναι στη ζωή. Μα στη ζωή
που δε φοβάται τον θάνατο!
Χρόνια τώρα μαζεύαμε
στίγματα ονείρων, μόρια συλλαβών,
κάναμε ανασυγκόλληση θραυσμάτων,
μικρών στιγμών, σπασμένων βάζων,
ντύναμε τις όποιες απουσίες,
για να πλέξουμε το στεφάνι σου, ζωή.
Όχι! Δε δηλώνουμε ήρωες.
Όμως μάθαμε, τώρα πια, πως ο θάνατος
συντόμεψε το βήμα του
κι εμείς κουραστήκαμε
να ζούμε στη σκιά του.
Φτάνει πια! Ως εδώ ήταν…

ο ποιητής

Τρεις μέρες τώρα ανοίγουν
λάκκους στην Κάζοβαρ,
ίσαμε το μπόι ενός ανθρώπου∙
καταμεσής στις πλατείες,
στα γραφεία και στις εκκλησίες∙
στους δρόμους και στα μαγαζιά.
Ανοίγουν λάκκους στις καρδιές∙
με λοστούς, με σκαλίδες,
με δυναμίτες, με μισόλογα,
με παθιασμένες λέξεις, με συνθήματα...

η άλλη φωνή

Στιγματίζουμε τη στάση
των ανόητων συμπολιτών μας.
Εμείς δεν παίρνουμε μέρος
σ’ αυτήν την ιεροσυλία.
Εμείς ανοίγουμε λάκκους,
μόνο για να φυτεύουμε δέντρα.
Εμείς είμαστε νομοταγείς πολίτες.
Εμείς κλείνουμε τους λάκκους,
που ανοίγουν οι ανόητοι.
Είμαστε οι πολλοί
και θέλουμε να ζήσουμε!

η πρώτη φωνή

Θέλουν -λένε- να ζήσουν.
Έστω με τα σπαθιά∙
έστω με τις ψυχές λασπωμένες∙
έστω με δίχως φτερά∙
έστω υπό σκιάν θανάτου
Από σήμερα -μέρα έβδομη-
δηλώνουμε:
Η ζωή, είναι Ζωή,
μόνο αν της δώσουμε φτερά∙
μόνο αν τα χέρια μας είναι καθαρά∙
μόνο αν οι ψυχές μας
κλείνουν μέσα τους τον ουρανό!

μια άλλη φωνή

Αγρυπνούσαν -λέει-
οι σεμνές παρθένες
και προσμένανε το Νυμφίο.
Όταν ήρθε η ώρα
άναψαν τις λαμπάδες∙
-και οι ανόητες
έμειναν εκτός νυμφώνος.
Ποιον νυμφίο, όμως, προσμένουμε,
εμείς, οι πολίτες της Κάζοβαρ,
για να οδηγήσουμε στους λάκκους;
Ποιος νιόγαπρος θα καταδεχτεί
να περάσει, την πρώτη νύχτα
του γάμου του, σ’ έναν λάκκο;
Τι γάμος θα γίνει τώρα,
που η πόλη γέμισε λάκκους;

ο ποιητής

Δεκατρείς μέρες, τώρα,
ανοίγουν λάκκους στην Κάζοβαρ.
Δεν έμεινε σπιθαμή για σπιθαμή.
Δύο θρησκόληπτες γυναίκες
-του κατηχητικού- ορκίστηκαν
πως ο Θεός φώναξε «Παρών!»
σαν έκαναν τον σταυρό τους…




 ΚΑΖΟΒΑΡ , Γ' Έκδοση Πολιτιστική Εταιρεία Κρήτης-Πυξίδα, Χανιά 20014

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου