Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης

Τρίτη 9 Ιουνίου 2020

ΜΙΑ ΣΤΑΣΗ ΕΔΩ ΜΙΑ ΣΤΑΣΗ ΕΚΕΙ

ΜΕ ΤΗ ΓΕΥΣΗ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ ΣΤΟΝ ΟΥΡΑΝΙΣΚΟ

«Καταφτάνουν πρώτοι/ με τα πρόσφορά των/ στη λειτουργία του Αγίου Πνεύματος,/ έχοντας αφήσει/ τα δραπάνια και τα βοσκοράβδια τους, ντυμένοι τα κυριακάτικά τους./ Στους βοστρύχους του θυμιάματος,/ στην ευωδία της δάφνης,/ στο ίσο που κρατούν/ τα πουλιά του διπλανού ελαιώνα,/ στο “ευλογητός ει Χριστέ” των ψαλτάδων.// Διχασμένες οι γνώμες/ αν παίρνουν ή δεν παίρνουν αντίδωρο,/ πριν ν’ αναχωρήσουν». Το ποίημα του γράφοντος “Οι προαπελθόντες” από την ποιητική συλλογή “Τα χελιδόνια του μοναχού” (ψηφιακή έκδοση, Χανιά 2020).
«Αναψαν κι εφέτος την Αγία Φωτιά./ Ακούμπησαν τα μάτια των/ στους τοίχους των παλαιών./ Λιτάνευσαν την εικόνα Του/ στους δρόμους της γειτονιάς των./ Λειτούργησαν και λειτουργήθηκαν.// Την άλλη μέρα, λίαν πρωί,/ επέστρεψαν εις τα ίδια, ο καθείς στο μαγγανοπήγαδό του/ με τη γεύση του ουρανού/ στον ουρανίσκο». Το ποίημα του γράφοντος “Οι εναπομείναντες” κι αυτό απ’ την παραπάνω ποιητική συλλογή.
Κι εφέτος στ’ Αγιού Πνευμάτου τις αυλές, στον γενέθλιο τόπο, στις Πάνω Κατούνες του Νίππους, από αποσπέρας στη Χάρη του. Οπως κάθε χρόνο, από τότε που θυμάμαι τον κόσμο. Εδώ μια ζωή, ξαναγεννιέμαι, εδώ ξαναγίνομαι παιδί, ένα παιδί με “κουρεμένο κεφάλι” και “πολλά ακούρευτα όνειρα” για να θυμηθώ έναν στίχο του Οδυσσέα Ελύτη. Πήγαινα στη Δεύτερη τάξη του Δημοτικού, όταν ανακαίνισαν οι γερόντοι μας τούτη τη μικρή, ερειπωμένη μέχρι τότε, εκκλησία της καρδιάς μου που είχε ανακαινισθεί, όπως γράφει η σχετική πλάκα, πάνω απ’ την πόρτα, για πρώτη φορά το 1886. Σαν να ήταν χθες θυμούμαι τα που έγιναν την παραμονή και την ημέρα εκείνου του εορτασμού της Χάρης του Αγίου Γείτονα. Τότε ανάψαμε τα γειτονάκια αποσπέρας, μετά την παράκληση, για πρώτη φορά την Αγία Φωτιά και στείλαμε τα πρώτα χαιρετίσματά μας, στ’ άλλα Αγια Πνεύματα της Μαδάρας. Τότε την άλλη μέρα, την “κυριώνυμο” ημέρα της εορτής, άκουσα για πρώτη φορά το θριαμβευτικό «ευλογητός ει Χριστέ, ο Θεός ημών»… Τότε ένιωσα για πρώτη φορά «τη γεύση του ουρανού στον ουρανίσκο!…».
Μετακορωνοϊκά….
«Το σπίτι που ζω το λένε Ελλάδα και κάθε μέρα χτίζεται κι από μια σειρά, τούβλα στα παράθυρά του. Οι άνθρωποι προσπαθούν να ψηλώσουν λίγο παραπάνω απ’ την τελευταία αράδα, που έχει χτιστεί. Στέκονται στις μύτες των παπουτσιών και παλεύουν για λίγη θέα. Τα μιστριά, όμως δουλεύουν γρήγορα. Το βλέμμα ποτέ δεν τα προλαβαίνει. Ο αέρας που μπαίνει στο σπίτι μυρίζει τσιμέντο και μούχλα. Κάθε πρωί, άλλη μια σειρά από τούβλα έχει προστεθεί πάνω στην προηγούμενη. Οι άνθρωποι τότε, παίρνουν σκαμνιά. Μέσα από χαραμάδες βλέπουν πια. Τα δωμάτια σκοτεινιάζουν όλο και πιο πολύ. Μπαίνουν τα όρια. Μέχρι εδώ η ζωή μας. Εκεί έξω υπάρχει το “αύριο”. Οι άνθρωποι κοντεύουν να πιστέψουν πως αυτό το “εκεί έξω” ονομάζεται “μη ζωή”». Δεν γράφτηκαν επί κορωνοϊού, όπως μπορεί να υποψιαστεί κάποιος, οι παραπάνω αράδες. Κι αυτές απόσπασμα απ’ το κείμενο που δημοσιεύθηκε στο Ιστολόγιο “Βιολιστής στη στέγη” στις 18.11.2009, και στο οποίο αναφέρθηκα στα “Κορωνοϊκά” της περασμένης Παρασκευής (5 Ιουνίου) είναι… Προφητικό, αν μη τι άλλο…
Ο Covid 19, η Covid 19, το Covid 19… Επίθετο διγενές, ομοιοαρίθμητο και βεβαίως εισαγόμενο ο (η), καταραμένος (-η) ιός. Το εμβόλιο θα βρεθεί όταν η διεθνής επιστημονική κοινότης καταλήξει στο φύλο, η άποψη ενός φίλου γιατρού που του αρέσει να αστειεύεται. Αλλο να είναι αρσενικού γένους κι άλλο θηλυκού η άποψή του…
Στο αδύνατο κρέας κολλούν οι μύγες… Να δείτε που στο τέλος η Ελλάδα θα πληρώσει πολύ περισσότερα απ’ τα έξοδα που της αναλογούν για το μάρμαρο κάτω από το οποίο είναι θαμμένος ο κορωνοϊός. Πράγμα που φαίνεται, κολαούζο δεν θέλει… Το τουριστικό προϊόν δεν πουλάει…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου