Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης

Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2020

ΧΡΥΣΑ

Μ' ΕΝΑ ΡΕΑΛΙΤΥ ΞΕΧΝΙΕΜΑΙ




Γράφει η Χρύσα Κακατσάκη


Φαίνεται πως τα reality ακολουθούν κατά πόδας τη θεωρία της εξέλιξης έστω κι από την ανάποδη, επιβεβαιώνοντας τον Όργουελ στο 1984. «Ένας κόσμος ανθρώπων που ποδοπατάνε και ποδοπατούνται, ένας κόσμος που θα γίνεται περισσότερο αμείλικτος όσο εξελίσσεται». Όταν  εμφανίστηκε ο Μεγάλος αδελφός με το τηλεοπτικό του μάτι - κάμερα που τα πάνθ’ ορά, οι ίντριγκες ήταν ακόμα σε πρωτόγονο στάδιο. Όσο το concept φαινομενικά άλλαζε, τόσο το ξεδίπλωμα των ικανοτήτων του κάθε παίκτη, αλλά κυρίως το ξεκατίνιασμα και η στρατηγική γινόταν τέχνη επιβίωσης. Γιατί στην ουσία, παρά τους διαφορετικούς τίτλους και κανόνες, τα περισσότερα ένα survivor  ήταν. Επιβίωνε όποιος άρμεγε καλύτερα τα κατσίκια σε βουκολικό περιβάλλον, όποιος  μαγείρευε τα πιο νόστιμα βατραχοπόδαρα με σος κουνουπιδιού και γαρνιτούρα από άγρια τρούφα, αυτός που επισκεύαζε εξίσου αριστοτεχνικά σπίτι και μύτη ή η κοπέλα με το καλλίγραμμο κορμί που  φόραγε την Aρτα και τα Γιάννενα, νομίζοντας πως υπηρετεί τη μόδα.

Αλλά εκεί που στη φετινή σεζόν οι επιζήσαντες και οι μιμητές τους συγκέντρωναν όλες τους τις δυνάμεις για μια μακαρονάδα, γιατί η καρύδα δεν έχει –προς το παρόν τουλάχιστον – χορηγό,   έσκασε μύτη πριν μερικές μέρες και το Game of Love. Περάσαμε δηλαδή από την επίφαση του «ευ αγωνίζεσθαι» στο «ευ κερατώνεσθαι». Σε κομψά ελληνικά, το θέμα του είναι η αναζήτηση ερωτικού συντρόφου με τη μέθοδο της παραπλάνησης- αποπλάνησης. Αν όμως ο Αντένα ήθελε να είναι συνεπής με την ποιότητα του προϊόντος του, θα έπρεπε πρώτον να το μετονομάσει σε Game of Trash. Δεύτερον να έχει για παρουσιαστή τον θρυλικό Γκουσγκούνη και τρίτον τα γυρίσματα να γίνονται όχι στο πεντάστερο ξενοδοχείο του Ναυπλίου αλλά σε «σπίτι» της οδού Φυλής με κόκκινο φανάρι. Το συγκεκριμένο πρόγραμμα δεν αντέχει σε κανέναν γλωσσικό χαρακτηρισμό, αφού και το «Χρυσό Κουφέτο» μπροστά του μοιάζει με εκπαιδευτική τηλεόραση.

Ο μόνος τρόπος πάντως για να ανακάμψουν οικονομικά τα κανάλια και να κερδίσουν τη μάχη της τηλεθέασης είναι να επινοήσουν ένα made in Greece, τo οποίο μάλιστα να πουλούν στο εξωτερικό αντί να αγοράζουν τα format του Τούρκου παραγωγού. Φαντασθείτε πχ  ένα reality με πολιτικούς. Να συστεγάζονται σε ένα κτήριο, αντίγραφο της Βουλής, ο Άδωνις με τον Πολάκη και η Αυλωνίτου με τη Βούλτεψη. Να τους αναθέτουν ένα κοινωνικό ή πολιτικό θέμα κάθε βδομάδα και να νικάει αυτός που εκτοξεύει τις χυδαιότερες βρισιές ή θα λέει τη μεγαλύτερη κοτσάνα, ενώ  μέλη της  κριτικής επιτροπής να είναι ψηφοφόροι απ’ όλα τα κόμματα.  

Για να μιλήσουμε σοβαρά, η άνθησή τους οφείλεται σε πολλούς και διάφορους λόγους: στην απαξίωση της πολιτικής και στην συνεπακόλουθη βαριά σκιά της οικονομικής κρίσης, στην ταύτιση με τους συμμετέχοντες σε πραγματικό ή φαντασιακό επίπεδο, στην επιλογή  χαλαρής  ψυχαγωγίας αφού μια χαρά περνάμε και με την υποκουλτούρα. Το κυριότερο όμως τόσο για τους παίκτες όσο και για το φιλοθεάμον κοινό τις ώρες της παρακολούθησης  είναι να ζήσουν σε ένα κοινωνικό  κενό, σ’ έναν γυάλινο κόσμο όπου δεν υπάρχουν δισεπίλυτα προβλήματα και δυσάρεστα γεγονότα, μνημόνια και δάνεια. Δεν είναι  τυχαίο ότι  στους παίκτες του πρώτου Big Brother που κλείστηκαν στο σπίτι του στις  10/9/2001 δεν ανακοινώθηκε η πτώση των Δίδυμων Πύργων, που συνέβη την επόμενη ακριβώς μέρα.

Μόνο που η ζωή δεν είναι παιχνίδι. Όταν σβήσουν τα φώτα της προβολής, άπαντες θα ξαναβρεθούν ενώπιον της  σκληρής πραγματικότητας. Υπ’ αυτή την έννοια, ίσως η πιο ουσιαστική ατάκα ήταν αυτή που είπε μια ανύπαντρη μητέρα: «Καλύτερα  παίκτρια στο Game of Love παρά υπάλληλος σε εισπρακτική εταιρεία».




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου