“ΗΤΑΝ τόσο μεγάλο το δάσος των καρφιών που μπήχτηκαν στην καρδιά μου, που δεν ξέρω με ποιο απ’ όλα καρφώθηκε η τελευταία μου κραυγή. Ηταν τόσο πηχτό το σκοτάδι που σκέπασε τη γη, που δεν ξέρω σε ποιο σημείο του χάθηκε η τελευταία μου ματιά. Ηταν τόσα πολλά τα χέρια που σηκώθηκαν εναντίον σου, που δεν ξέρω σε ποιο απ’ όλα ξώμεινε η τελευταία άπνοη κίνησή μου, πριν να φτάσει ως εσένα, ακριβογιέ μου!”. Από τα “Γράμματα της Παναγίας” (Μεγάλη Παρασκευή) του γράφοντος.
Δείτε περισσότερα... ΣΤΑ ΠΕΤΑΧΤΑ
Γράφει ο Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης
“ΗΤΑΝ τόσο μεγάλο το δάσος των καρφιών που μπήχτηκαν στην καρδιά μου, που δεν ξέρω με ποιο απ’ όλα καρφώθηκε η τελευταία μου κραυγή. Ηταν τόσο πηχτό το σκοτάδι που σκέπασε τη γη, που δεν ξέρω σε ποιο σημείο του χάθηκε η τελευταία μου ματιά. Ηταν τόσα πολλά τα χέρια που σηκώθηκαν εναντίον σου, που δεν ξέρω σε ποιο απ’ όλα ξώμεινε η τελευταία άπνοη κίνησή μου, πριν να φτάσει ως εσένα, ακριβογιέ μου!”. Από τα “Γράμματα της Παναγίας” (Μεγάλη Παρασκευή) του γράφοντος.
Ω ΓΛΥΚΥ μου έαρ, γλυκύτατόν μου τέκνον, που έδυ σου το κάλλος… Ολος ο πόνος της Παναγίας, όλη η συντριβή της μάνας που χάνει τον μοναχογιό της σ’ αυτόν τον στίχο των Εγκωμίων που ψάλλονται απόψε στους ανά την Ελλάδα Ενοριακούς Ναούς. Τι θυμάμαι τώρα! Χείμαρρος οι αναμνήσεις απ’ τους Επιταφίους των παιδικών μου χρόνων.
ΠΑΝΤΑ έλειπε η μάνα μας απ’ το σπίτι όταν ξυπνούσαμε τη Μεγάλη Παρασκευή. Το ξέραμε και δεν ανησυχούσαμε! Επρεπε να περάσει για να θυμιάσει απ’ όλες τις εκκλησίες του χωριού. Μέχρι και στα ξωκκλήσια έφτανε η χάρη της. Τέτοιαν ημέρα περιμένουνε οι Αγίοι ν’ ανοίξει η πόρτα του σπιτιού τους, έλεγε.
“ΣΗΜΕΡΟ μαύρος ουρανός, σήμερο μαύρη μέρα/ σήμερα όλοι θλίβονται και τα βουνά λυπούνται”… Να μας λούσει με νερατζόφυλλα για να μοσκομυρίζουμε, λέει, τη Λαμπρή. Η μόνη δουλειά που επέτρεπε στον εαυτό της να κάνει σήμερα η μάνα μου. Πριν βγούμε με τον Αντώνη για να πούμε από σπίτι σε σπίτι τα Πάθη του Χριστού.
ΝΑ ΠΑΙΖΟΥΜΕ τις καμπάνες ολημερνίς της μέρας, με το που τελειώναμε τα πάθη του Χριστού, το παιχνίδι μας σήμερα. Για να λιτανέψουμε μαζί μ’ όλα τ’ άλλα κοπέλια το “χαροποιό” πένθος σ’ όλην τη νιππιανή περιφέρεια και τα πέριξ. Ενώ οι κοπελιές στόλιζαν στην αυλή του Τιμίου Σταυρού τον Επιτάφιο…
ΑΠΟ ΚΑΠΟΙΑ χρονιά και ύστερα μπήκε, πάντως, και το ποδόσφαιρο, τις απογευματινές ώρες, στο πρόγραμμα της ημέρας. Αξέχαστοι οι αγώνες Νιππιανακιών και Βαφιανακιών στο Λιμνοπήγαδο. Εντάξει για εφέτος, δεν προλαβαίνουμε, αλλά τι θα ’λεγες να οργανώναμε του χρόνου έναν αγώνα παλαιμάχων, Μανόλη Βαλσαμάκη;
ΚΑΙ, ΒΕΒΑΙΑ, θα ’μαι στο Νίππος, πάντα Θεού θέλοντος, απ’ το μεσημεράκι σήμερα. Για να ψάλλω κι εγώ, γι’ άλλη μια χρονιά, στην εκκλησία του Τιμίου Σταυρού τη “Ζωή εν τάφω”. Για να συνοδεύσω κι εγώ, γι’ άλλη μία χρονιά, μέχρι το Κοιμητήρι τ’ Αϊ-Θανάση, όπου αναπαύονται οι προαπελθόντες πατέρες και αδελφοί, τον Επιτάφιο. Για να συναντήσω τη ματωμένη ρίζα της άνοιξης που παλεύει με τα χώματα… Για ν’ ακούσω τον παπα-Μιχάλη να σας μνημονεύει, αγαπημένοι μου: Θεοκλέους, Δέσποινας, γονέων και αδελφών, Γεωργίου και Ευανθίας των νηπίων…
“ΚΙ ΟΝΤΕΝ εσταυρώσανε το Χριστό, δεν εβάλανε κλήρο; Ο Χριστός, όταν εγενήθη, του ’στειλε ο Παντοδύναμος Θεός ένα ποκαμισάκι θεοΰφαντο. Κι εμεγάλωνε το παιδί κι εμεγάλωνε και το ποκαμισάκι. Εκείνο το ποκαμισάκι εφορούσε και στο Σταυρό. Το πήρε ένας, δεν κατέχω ποιος. Ίσως να ’ναι ο Πιλάτος. Ύστερα επήγανε να τονε πετροβολήσουνε και δεν εσκοτώνουντονε. Κι ύστερα τως είπε η Μαγδαληνή Μαρία να του βγάλουν το πουκάμισό ντου να πα να το ρίξουνε αλάργο. Εκάταχ’ αυτή είντα άξιοζε. Εσκοτώσαν τον ύστερα. Και είπανε τότεσα: “Το πουκάμισο που φορείς αξίζει”. Κι επήγανε κεια που το πετάξανε να πα να το πάρουνε, μα το ’χεν η Μαγδαληνή Μαρία παρμένο. (Από το βιβλίο της Μαρίας Αμαριώτου “Ιστορίες της μανούλας μου”).
“Την άνοιξη, ως γνωστόν,/ την ψάλλουν τα πουλιά κ’ οι ποιητές·/ τη λούζει ο ήλιος/ με φως ανθέων και με χρώματα,/ απ’ τα οποία ουδέποτε απουσιάζει το μενεξελί του πένθους. [...] Την ίδια ώρα ακριβώς, η Άνοιξη,/ ήρεμα σταυροχεριασμένη,/ χρυσοκέρινη, μέσα στις πασχαλιές/ και μέσα στους λεμονανθούς,/ κυκλωμένη από νέφη θυμιάματος,/ από λαμπάδες, εξαπτέρυγα/ και μάτια απορημένα παιδικά,/ κάτω από ήχους αντρίκιας φοβερής καμπάνας/ και εγκωμίων τρυχομένης Μάννας λυρικών,/ δέχεται θρήνο χαρμολύπης επιτάφιο/ και ετοιμάζεται χαράματα της Κυριακής/ να ανατείλει ως Νυμφίος/ έρωτος κάλλει ωραίος, ολοφώτεινος,/ εκ παστάδος μετά δόξης εξερχόμενος!”.
Το ποίημα “Εαρ γλυκύτατον!…” του Ι.Α. Χαρκιολάκι.
Το ποίημα “Εαρ γλυκύτατον!…” του Ι.Α. Χαρκιολάκι.
ΧΑΙΡΕΤΩ ΣΑΣ ΚΙ ΑΓΑΠΩ ΣΑΣ!
(petaxta.blogspot.com)
(petaxta.blogspot.com)
Χανιώτικα νέα (18.04.2014)
Read more: http://www.haniotika-nea.gr/files-ke-fili-kalimera-10/#ixzz2zEqNh4yv
Under Creative Commons License: Attribution Non-Commercial
Follow us: @HaniotikaNea on Twitter | haniotika.nea on Facebook
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου