Εσκοτώθηκε ο Γιώργης. Εικοσιπέντε χρονώ κοπέλι! Απάνω στον αθό τσ’ ηλικίας του! Ανοιξη και Πασχαλιά, σε ξεφάντωση, ανάμεσα σε φίλους, δίπλα σε συγγενείς, στα χέρια τση μάνας του, εξεψύχα…! Και δεν εμπόρεσε η βαριοκακομοίρα να φέρει το βλαστό τση πίσω στη ζωή! Δεν εμπόρεσε να καταπιεί η ίδια τσι σφαίρες, να το γλυτώσει, να το βλέπει να το χαίρεται και πάλι ολόρθο κι όμορφο κυπαρίσσι…!
Δείτε περισσότερα... ΕΥΘΥΒΟΛΑ ΚΑΙ ΜΗ...
Γράφει ο Νεκτάριος Ευ. Κακατσάκης
Ο Γιώργης και η μάνα του
Εσκοτώθηκε ο Γιώργης. Εικοσιπέντε χρονώ κοπέλι! Απάνω στον αθό τσ’ ηλικίας του! Ανοιξη και Πασχαλιά, σε ξεφάντωση, ανάμεσα σε φίλους, δίπλα σε συγγενείς, στα χέρια τση μάνας του, εξεψύχα…! Και δεν εμπόρεσε η βαριοκακομοίρα να φέρει το βλαστό τση πίσω στη ζωή! Δεν εμπόρεσε να καταπιεί η ίδια τσι σφαίρες, να το γλυτώσει, να το βλέπει να το χαίρεται και πάλι ολόρθο κι όμορφο κυπαρίσσι…! Να το σφιχταγκαλιάσει στσ’ αγκάλες τση και να του ευχηθεί σήμερο που γιορτάζει τ’ όνομά του «Χρόνια πολλά υγιέ μου, και του χρόνου ακριβέ μου»… Εσκοτώσανε το Γιώργη! Τα ’μαθες εδά ίντα να στα λέω! Απάνω στο γλέντι, ανήμερα του Πάσχα, στη χαρά την αναστάσιμη εβασιλέψανε τα μάθια ντου, με τρόπο άγριο, ξαφνικά, μ’ ένα μπαμ!
Δυο τρεις μπαλωθιές και τέλος! Τέλος, εκόπηκε η ζωή του! Και να ’ταν Θε μου, εφιάλτης μα δεν είναι! Η ζωή συνεχίζεται γι’ άλλους! Περάσανε κι οι ώρες γλήγορα, “έφυγε” μια μέρα απ’ το κακό και τονε πήραν απ’ τσ’ αγκάλες τση μάνας του, τονε βάλανε στο χώμα! Και μετά… άργησε να βασιλέψει ο ήλιος! Αργά επέρασε κι άλλη μέρα κι ο κόσμος ακόμη το συζητά! …Κυλούνε οι ώρες! Και σήμερο, πάνω στην τρίτη μέρα, ανήμερα τ’ αη Γιωργιού, σήμερο στη γιορτή ντου, πού ’ντον ο Γιώργης, να φανεί, να του πουν χρόνια πολλά; Ακόμη το συζητά ο κόσμος: «να ’τανε λέει ψώμα», «να ’τανε ένας εφιάλτης που λίγο θα κρατήσει»…
Ο άγριος, ο βίαιος θάνατος του Γιώργου, δεν είναι προσωρινός. Μόνιμος είναι και θα μείνει τώρα πια οεφιάλτης που θα σημαδεύει καθημερινά τα στήθια της μάνας του, τα μηλίγγια και τα μάτια της, να θωρεί μπροστά της να χύνεται το αίμα του παιδιού της, σα του προβάτου να ρέει! Ολοκόκκινο απάνω στο ρούχο του, χάμαι ν’ αυλακώνει το πάτωμα! Εφιάλτης μόνιμος γίνηκε ΚΑΙ τούτος ο θάνατος, ο άδικος! Κι η μάνα του θα ζει καθημερινά τον θάνατο, τις στιγμές που έβλεπε τη ψυχή του σπλάχνου τζη να γοργοφτερουγίζει, να πετά μακριά! Κι αυτή να μη μπορεί να την αρπάξει να τη συγκρατήσει! Με τούτο τον εφιάλτη θα ζει πια! Κι αμέτε δα να τη παρηγορήσετε και να τση πείτε πως «έφταιξε η κακιά στιγμή»! Αμέτε δα να απαντήσετε τα “γιατί” που της κατατρώγουνε το νου…
Read more: http://www.haniotika-nea.gr/o-giorgis-ke-mana-tou/#ixzz2zi2Uc43P
Under Creative Commons License: Attribution Non-Commercial
Follow us: @HaniotikaNea on Twitter | haniotika.nea on Facebook
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου