Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης

Πέμπτη 25 Δεκεμβρίου 2014

ΣΤΑ ΠΕΤΑΧΤΑ

ΝΑ ’ΜΟΥΝ του στάβλου εν’ άχυρο, ένα φτωχό κομμάτι… Απ’ έξω από στήθους, απήγγειλα, όσο καλύτερα μπορούσα, το ποίημα του Κωστή Παλαμά για τη “Γέννηση του Χριστού”, στη χριστουγεννιάτικη γιορτή που κάναμε στο σχολειό μας. Πήγαινα Τετάρτη Δημοτικού θυμούμαι. Και τη χαρά που ζωγραφιζόταν στο πρόσωπο της μάνας μου, έτσι όπως μ’ άκουγε να το λέω ξανά και ξανά, στεντορεία τη φωνή, για να το μάθω, μπροστά απ’ την παρασιά με την ελένια φωτιά, θυμούμαι.
Δείτε περισσότερα... ΣΤΑ ΠΕΤΑΧΤΑ
Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης
Φίλες και φίλοι, καλημέρα!
ΜΕ ΤΡΕΙΣ μαντινάδες, και τις τρεις χριστουγεννιάτικες, αρχίζω τη στήλη σήμερα, αφού πρώτα σας ευχηθώ Καλά Χριστούγεννα και Χρόνια Πολλά! “Νύχτα χειμώνα, παγωνιά, παντού πυκνό σκοτάδι/ μ’ από ψηλά το σκόρπισε το θεϊκό σημάδι”, μας λέει ο φίλος ιερωμένος. “Ανήμερα Χριστούγεννα ήθελα να μπορούσα/ ελπίδα και χαμόγελα στον κόσμο να σκορπούσα”, μας λέει η Νεκταρία Θεοδωρογλάκη. “Φάτνες να γίνουν οι καρδιές του κόσμου απ’ άκρη σ’ άκρη/ σ’ αυτές να γεννηθεί (ο) Χριστός και της χαράς το δάκρυ”, εύχεται ο Ηλίας ο Σταματάκης.
ΝΑ ’ΜΟΥΝ του στάβλου εν’ άχυρο, ένα φτωχό κομμάτι… Απ’ έξω από στήθους, απήγγειλα, όσο καλύτερα μπορούσα, το ποίημα του Κωστή Παλαμά για τη “Γέννηση του Χριστού”, στη χριστουγεννιάτικη γιορτή που κάναμε στο σχολειό μας. Πήγαινα Τετάρτη Δημοτικού θυμούμαι. Και τη χαρά που ζωγραφιζόταν στο πρόσωπο της μάνας μου, έτσι όπως μ’ άκουγε να το λέω ξανά και ξανά, στεντορεία τη φωνή, για να το μάθω, μπροστά απ’ την παρασιά με την ελένια φωτιά, θυμούμαι.
ΧΕΙΜΑΡΡΟΣ οι χριστουγεννιάτικες αναμνήσεις των παιδικών μου χρόνων. Ενα ολόκληρο βιβλίο θα μπορούσα να γράψω μ’ αυτές. Ξεχωριστό το κεφάλαιο για τα κάλαντρα που τα λέγαμε πατούλιες – πατούλιες κρατώντας το μπετονάκι για το λάδι… Να ξαναγύριζαν, λέει, τα χρόνια εκείνα κι ο κόσμος όλος.
ΤΗΝ ΠΑΡΑΜΟΝΗ των Χριστουγέννων μ’ ένα κάρβουνο σβηστό κάνανε σταυρό στο λαδοπίθαρο και στο κρασοβάρελο. Πιο παλιά κάνανε τον σταυρό και στα πιθάρια ή στα κασόνια που είχαν καρπό και από τη μέσα μεριά της πόρτας του σπιτιού. Ετσι προστατεύανε τα “έχη” τους από τα καμώματα των καλικαντζάρων, μου είπε ο φίλος μου ο Αντώνης ο Καπαδουκάκης από την Ξώπολη Αποκορώνου. Αυτός κάνει, λέει, τον σταυρό, ακόμα στα λαδοπίθαρα και στα κρασοβάρελά του μαζί με τη μάνα του…
ΠΡΙΝ ΑΠΟ τέσσερα χρόνια τα τελευταία Χριστούγεννα με τη μάνα μου, στο Νίππος. Τέσσερις μέρες πριν την είχαμε βγάλει, άρον – άρον, απ’ το Νοσοκομείο. Να φύγει για το άλλο ημισφαίριο της ζωής στο σπίτι της, ήθελε… εγένετο τέσσερις μέρες μετά τον ερχομό της νέας χρονιάς…
ΗΤΟΝΕ, Θε μου, μια φορά,/ τρεις νέοι, τρεις φίλοι, τρία παιδιά/ αγάπες, όνειρα τραγούδια/ μέσα στο φως μες στα λουλούδια./ Ήτανε, Θε μου, τρία παιδιά… τρεις νέοι και τώρα είναι βαθιά… Δυο μέρες πριν από τη Γέννηση του Χριστού έχασαν τη ζωή τους σε τροχαίο δυστύχημα στον Κλαδισό ποταμό. Παραήταν, άδικος και άπονος ο Χάρος μαζί τους. Γιατί; Χριστέ μου γιατί;
«ΕΚΑΝΕ πολύ κρύο τη βραδιά που γεννήθηκε ο Χριστός. Ο σπήλιος ήτανε παγωμένος και τα ζωντανά βαραναπνέανε για να ζεστάνουν με την αναπνιά τους το μωρό. Η Παναγιά δεν εκάτεχε είντα να κάμει. Ητανε κουκουλωμένη δίπλα στη ματζαδούρα και σκεφτόταν πώς θα καταφέρει να ξημερωθεί και να μην ξεπαγιάσει το μωρό. Απάνω στην ώρα ο Ιωσήφ σκέφτηκε ν’ ανάψει φωτιά και να σπάσει λίγο την παγωνιά. Μα πού ξύλα; Βγαίνει όξω από το σπήλιο κάνει μια βόλιτα, τίποτα. Ούτ’ ένα ψιχάλι ξύλο δεν ηύρηκε. Μπαίνει πάλι μέσα μα την ώρα που δεν εκάτεχε είντα και κάμει, θωρεί ένα σωρό άχερα, μεγάλους κοντύλους και άλλα που ήτανε πολυκαιρισμένα μέσα στη ματζαδούρα. Τσοι κοντύλους δεν τσοι τρώνε τα οζά κι είχανε παραπομείνει στη φάτνη. Μοναχά τους είχανε πάει τ’ άχερα ίσαμ’ εκειά για να τους βάλουνε φωτιά και, να ζεστάνουν το Χριστό.
Ως τα ’δε η Παναγία εδάκρυσε. Κι είπε: “Να ’χουνε την ευκή μου κι ας είναι πάντα χρυσά, γιατί χρυσή ’ναι κι η ψυχή ντως”. Από τότε τα άχερα έχουνε χρυσό χρώμα. Κι είναι χρυσή η ψυχή ντως γιατί αυτά ’πομένουνε όντε λιχνίσομε το στάρι». Από μια χριστουγεννιάτικη λαϊκή διήγηση της Κρήτης (βλ. Νίκου Ψιλάκη: Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη).
«Να ’μουν του στάβλου έν’ άχυρο, ένα φτωχό κομμάτι,/ την ώρα π’ άνοιξε ο Χριστός στον ήλιο του το μάτι!/ Να ιδώ την πρώτη του ματιά και το χαμόγελό του/ το στέμμα των ακτίνων του γύρω στο μέτωπό του./ Να λάμψω απ’  τη λάμψη του κι εγώ σα διαμαντάκι, κι από τη θεία του πνοή να γίνω λουλουδάκι,/ να μοσκοβοληθώ κι εγώ απ’ την ευωδία που άναψε στα πόδια σου των Μάγων η λατρεία!».
Το ποίημα “Η γέννηση του Χριστού” του Κωστή Παλαμά.
ΧΑΙΡΕΤΩ ΣΑΣ ΚΙ ΑΓΑΠΩ ΣΑΣ!
(petaxta.blogspot.com)
Χανιώτικα νέα (25.12.2014)


Read more: http://www.haniotika-nea.gr/sta-petachta-222/#ixzz3MtxvhyUg
Under Creative Commons License: Attribution Non-Commercial
Follow us: @HaniotikaNea on Twitter | haniotika.nea on Facebook

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου