Η ΗΣΥΧΙΑ ΜΑΣ (;)
Μας είπαν,
μέχρι πού, μπορούμε
ν’ απλώσουμε τα πόδια μας τώρα,
που η γη χώρεσε την ψυχή της
σε μια στυμμένη λεμονόκουπα.
Αυτά τα μάτια, χρόνια αταξίδευτα,
που κουβαλούν τον θάνατο,
μέσα στις κόγχες τους,
πού μπορούν να στήσουν
τη σκηνή του έρωτα,
τώρα που άνθρωποι μικροί
βγάλανε τα μάτια
απ’ τις βυζαντινές μας Παναγιές;
Κι αφήσαμε και τέντωσαν
το κορμί μας σε προκρούστεια κλίνη
οι ισχυροί της μέρας,
με μόνο αντάλλαγμα, την ησυχία μας…
Δεν μπορούμε να ζούμε σε ησυχία,
όμως
όταν τα δάχτυλα της καθημερινής ανάκρισης,
ματώνουν τις ουλές του κορμιού μας.
Να γιατί,
προσευχόμαστε στην πεταλούδα,
που ζήτησε απ’ το αυγινό φως
έρωτα μαζί του, να μπορέσουμε
κάποια αυγή, να προσφέρουμε εμείς
το μπουκέτο με τις ηλιαχτίδες,
στο μπούστο της μέρας.
΄ΚΑΖΟΒΑΡ', ΠΥΞΙΔΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ, ΧΑΝΙΑ, 2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου