ΕΙΡΗΝΑΙΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ *
Γράφει ο Νεκτάριος Ευ Κακατσάκης
Αντί
προλόγου…
Λόγια
και πράξεις, µερικές όψεις από την
αλήθεια ενός µεγάλου ιεράρχη, του
αοίδιµου Ειρηναίου Γαλανάκη, έτσι όπως
ο ίδιος κατέγραψε, παρουσιάζουµε σήµερα.
Καταγεγραµµένα σε βιβλία που βρίσκονται
στη Βιβλιοθήκη των “Χανιώτικων νέων”,
περιδιαβαίνουµε αποσπασµατικά σε
κείµενα όπου καταγράφονται οι σκέψεις
του για τις γιορτινές αυτές ηµέρες!
∆έκα
χρόνια µετά την αποδηµία του Παππού (30
Απριλίου 2013), ας είναι αυτό το αφιέρωµα
ένα µικρό µνηµόσυνο για τον µεγάλο
Ειρηναίο ο οποίος µάς µιλά ακόµη και
σήµερα µε λόγο σύγχρονο ενώ διαβάζοντάς
τα, ο καθένας µπορεί να διασπιστώσει
την πανθολογουµένη αντινοµία· ο Ειρηναίος
είναι ωσεί “παρών” και η απουσία του
είναι αισθητή!
Χριστούγεννα
στην Κρήτη
Από
το βιβλίο του “Ο Χριστός σηµάδεψε την
Κρήτη”, (εκδόθηκε το 1969) παραθέτουµε
κάποια αποσπάσµατα από το κείµενό του
µε τίτλο “Τα Χριστούγεννα στην Κρήτη”.
«...Χριστούγεννα
στη Κρήτη, στη Κρήτη των Χριστιανών
προγόνων µας. Πρώτα η προσδοκία της
µεγάλης µέρας: Τα παιδιά µετρούσαν τις
µέρες του Σαρανταήµερου, οι γυναίκες
κόβανε τα καινούργια φορέµατα ακαι οι
νυκοκυραίοι λογαριάζανε τα σφακτά και
τα γουρούνια. Κι άλλη προσδοκία: Οι
δουλειές, ληοµάζωµα και ζευγαρική,
περιµένανε την ανάπαψη των Σκολάδων, η
νηστεία γέµιζε τα λαδοκούρουπα µε
τσίχλες και λαγούς και οι αρραβωνιασµένοι,
οι φίλοι κι οι συντέκνοι καρτερούσανε
τη χρονιάρα µέρα για να σµίξουνε, να
τραγουδήσουνε και να χαρούνε. Κι ακόµη
κι άλλη προσδοκία: Χριστιανοί περιµένανε
την Ξοµολόγηση, το Ευχέλαιο και τη Θεία
Κοινωνία.
Η
προσδοκία πήγαινε µπροστά κι ετοίµαζε
την ψυχή, µεγάλωνε τη χαρά. Οι παππούδες
µας δεν είχαν άλλο τρόπο κι άλλο ηµερολόγιο
για να µετρούν τις µέρες και τα χρόνια
των και τις µετρούσαν µε την µε την
καµπάνα της Εκκλησιάς και τις γιορτές
των Αγίων…[...]. Χριστούγεννα στην Κρήτη:
Το βράδυ κι από νωρίς ως τη βαθειά νύκτα
της παραµονής, τα παιδιά του χωριού και
συχνά µεγάλοι και ηλικιωµένοι άνθρωποι
γύριζαν να πουν τα κάλαντρα: “Καλήν
εσπέραν άρχοντες αν είναι ορισµός σας
Χριστού
τη θείαν Γέννησιν να πω στ’ αρχοντικό
σας...” […]Τα µικρά παιδιά των σπιτιών
µαζεύονταν τότε εκεί µπροστά στην πόρτα
κι άκουγαν µε περιέργεια και προσοχή
τους καλαντρολόγους κι οι γιαγιάδες
δίπλα των ακουµπισµένες σε κατσούνια
και παραστάτες, σταυροκοπιότανε στην
ιερή διήγηση και συνεχίζανε ύστερα στα
εγγονάκια των την ιερή κατήχηση για τα
θαυµάσια του Θεού. Η γιαγιά και τα
εγγονάκια, ένας αλησµόνητος ωραίος
κόσµος που χάνεται σιγά σιγά στην εποχή
µας. Γινήκαµε γραµµατισµένοι και
πολιτισµένοι! Κι όµως κάθε µέρα και
περισσότερο χάνοµε τη µεγάλη χαρά
πούρχεται συχνά από τα µικρά και ασήµαντα
πράγµατά της […]
Τα
φώτα ανάβανε σιγά σιγά στα σπίτια και
ξεκινούσανγια την Εκκλησιά: φανάρια,
λύχνοι, κεριά και πυροφίτυλα. Η πορεία
για το Χριστό χρειάζεται πάντα, το φως
της πίστης και της αρετής. Η µικρή
εκκλησιά έλαµπε σε φώτα και το λιβάνι
µύριζε τον αέρα της [...].
Οι
ψάλτες φυλλοµετρούσανε τα ιερά βιβλία
στ’ αναλόγιο και τραντάζανε την εκκλησία
µε τις βουνίσιες φωνές των: ‘‘Χριστός
γεννάται…’’ κι ο παπάς έδινε οδηγίες
από τη Ωραία Πύλη και σήκωνε τη ψαλµωδία
του στον υπέροχο ύµνο ‘‘Η παρθένος
σήµερον τον υπερούσιον τίκτει…’’.
[…]
Προς το τέλος της λειτουργίας οι
γεροντότεροι προσκυνούσαν τα κονίσµατα
και µπροστά από την Πύλη του Ιερού
ζητούσανε συγγνώµη από τους χωριανούς,
συνεχίζοντας το πανάρχαιο χριστιανικό
έθιµο της φανερής εξοµολόγησης. Και
παίρνανε τη Σάρκα του Χριστού, την
επίσηµη ηµέρα που Εκείνος ηυδόκησε να
καταβή και να ενσαρκωθή στον κόσµο. Και
σε λίγο, στα χαράγµατα της µέρας και
στην αυλή της εκκλησιάς των οι χριστιανοί
παππούδες µας λέγανε το γκαρδιακό τους
λόγο ‘‘Καληµέρα, χρόνια πολλά’’ και
λάµπανε από χαρά και έκσταση: Ο Χριστός
είχε γεννηθεί στην καρδιά των.
[…]
Τώρα γιορτάζοµε Χριστούγεννα στην Κρήτη
µε το Χριστουγεννιάτικο δέντρο, µε τα
ηλεκτρικά φώτα [...].
Τα
φώτα λάµπουν απ’ έξω µα η ψυχή δεν έχει
κανένα φως. Τα ραδιόφωνα µεταφέρουν την
ψαλµωδία του Καθεδρικού Ναού, µα η δική
µας η καρδιά δεν έχει να πη κανένα
τροπάρι. Ποιος θα κάµη λοιπόν τη νέα
σύνθεση; Ποιος θα µεγαλώση την ψυχή για
να µπορή και πάλι να χωρέση τον ουρανό
και τη γη; Ποιος θα συνδέση πάλι το Θεό
µε τον άνθρωπο της εποχής µας; Ποιος θα
ξανακάµη τον άνθρωπο απλό και θα δώση
στη ζωή την ποίησή της;
Χριστούγεννα
στη Γερμανία
Παραµονές
των Χριστουγέννων του 1971 ήταν όταν,
“αποφασίστηκε” να “εξορισθεί” ο
Ειρηναίος στη Μητρόπολη Γερµανίας!
Από
το βιβλίο του ‘‘Επί τον ποταµόν Ρήνον’’,
διαβάζουµε:
«Στις
17 ∆εκεµβρίου 1971 µου ήλθε στο Καστέλι
Κισάµου το τηλεγράφηµα του Οικουµενικού
Πατριαρχείου: ‘‘Εξελέγητε παµψηφεί
Μητροπολίτης Γερµανίας. Συγχαρητήρια,
Πατριάρχης Αθηναγόρας’’. Το τηλεγράφηµα
αυτό έφερε αναστάτωση στην ψυχή µου και
στις Επαρχίες Κισάµου και Σελίνου.
∆ιαµαρτυρήθηκα, γιατί χωρίς τη δική
µου θέληση και χωρίς καµία προειδοποίηση
έγινε αυτή η “επιστράτευσή” µου. Αλλά
τελικά, ύστερα από προσωπική συνάντηση
και συζήτησή µου µε το Μακαριστό Πατριάρχη
Αθηναγόρα στο Φανάρι, κατά την οποία
συχνά µου υπενθύµιζε την εντολή του
Θεού στον Αβραάµ “έξελθε εκ της γης σου
και της συγγενείας σου[…] και δεύρο εις
γην ην αν σοι δείξω” (Γεν 2,1) σεβάστηκα
και εγώ της εντολή της Μεγάλης του
Χριστού Εκκλησίας και προσπάθησα να
κάµω αποστολή και Ιεραποστολή για την
Εκκλησία και την πατρίδα µου στην καρδιά
της Ευρώπης, όπου ζούσαν τότε περί τις
τετρακόσιες χιλιάδες Έλληνες µετανάστες.
Το σάλο και την τρικυµία που ξεσήκωσε
στην ψυχή µου αυτή η απρόσµενη
“επιστράτευση” προσπάθησα να καθησυχάσω
µε την προσευχή µου: “Κύριε, αν µε
στέλνεις Εσύ στη Γερµανία, συνόδευσέ
µε. Κι αν µε ‘στέλνουν άνθρωποι’, πάλι
προστάτευσέ µε”[…]
Το
“Επί τον ποταµόν Ρήνον” (Αθήναι 1993)
γράφτηκε όπως ο ίδιος αναφέρει «µε βάση
κάποιο ηµερολόγιο και σηµειώσεις που
κρατήθηκαν στα χρόνια εκείνα».
Για
τα πρώτα Χριστούγεννα στη Γερµανία ως
µητροπολίτης Γερµανίας, ο Ειρηναίος
γράφει:
«25
∆εκεµβρίου 1972
Λειτούργησα
στη Στουτγκάρδη σε µια µεγάλη αίθουσα,
για να εκκλησιαστούνε οι άνθρωποι της
περιοχής (πέντε-έξι χιλιάδες εκκλησίασµα).
Ήταν
πολύ συγκινητικό πως έφταναν αργά-αργά
οι άνθρωποί µας µέσα σ’ αυτό το παγερό
πρωινό του Βορρά ν’ ανάψουν το κεράκι
τους και ν’ ακούσουν το “Χριστός
Γεννάται”. Ήταν όλοι καλοντυµένοι µε
γούνινα παλτά και φαίνονταν άρχοντες.[...]
Ένα
εκατοµµύριο, το “άνθος” του Ελληνισµού,
µετανάστευσε µετά το Β’ Παγκόσµιο
Πόλεµον στην Ευρώπη, την Αµερική και
την Αυστραλία. Γιατί; Γιατί; Γιατί;
Το
µεσηµέρι, αν και καλεσµένος στο σπίτι
του εφηµέριού µας, προτίµησα να πάω σ’
ένα “Heim” (οικοτροφείο) Ελλήνων εργατών
και να κάµω µαζί τους τα Χριστούγεννα.
Στο “Heim” αυτό έµεναν και µερικοί Σέρβοι
εργάτες. Τραγουδήσαµε όλοι ελληνικά
και σέρβικα τραγούδια. Αλλά η πίκρα της
ξενιτιάς φαινόταν στα πρόσωπα όλων.
Το
βράδυ γύρισα µε το τρένο κουρασµένος
στη Βόννη. Η πόρτα ήταν κλειστή. Στο
δωµάτιό µου, όµως, µε υποδέχτηκε, σαν
άλλη Μάνα, η εικόνα της Παναγίας…».
«21
Ιανουαρίου 1973
Επισκέπτοµαι
το εργοστάσιο “Kalle”[…] Οι Γερµανοί
εργοστασιάρχες υπολογίζουν πολύ την
επίσκεψη των θρησκευτικών ηγετών, γιατί
οι εκκλησίες τους έχουν πολιτική δύναµη
και συχνά συνηγορούν για τα δικαιώµατα
των εργαζοµένων. Σε κάποιο άλλο εργοστάσιο,
που έδιωχναν Έλληνες εργάτες (ίσως γιατί
έκαναν πολλές απουσίες), µετά την επίσκεψή
µου οι εργοδότες άλλαξαν τακτική. Στις
επισκέψεις µου αυτές νουθετώ τους
Έλληνες να προσέχουν την υγεία και τις
οικονοµίες τους (µερικοί παίζουν
κουµάρι). Και στους Γερµανούς λέγω:
“Αυτοί οι άνθρωποί µας είναι απόγονοι
του αρχαίου Ελληνισµού και δεν πρέπει
να τους βλέπουν µόνο σαν Gastarbeiter
(επισκέπτες-εργάτες)[…].
Ποιμαντορία
στην Ελλάδα
Χριστούγεννα
1997 και “στη Φωνή του Αποκορώνου”
δηµοσιεύεται µε τίτλο “Η γέννηση στη
Βηθλεέµ και οι γεννήσεις στην Ελλάδα”
το χριστουγεννιάτικο µήνυµά του τότε
µητροπολίτου Κισάµου και Σελίνου!
∆ιαβάζουµε
µεταξύ άλλων:
«Η
Γέννηση του ΧριστΟύ στην Βηθλεέµ τώρα
και δύο χιλιάδες χρόνια διατηρεί αµείωτη
τη γοητεία και τη ζωτικότητά της. […]
“Το ∆όξα εν υψίστοις Θελω…” συνεχίζονται
και σήµερα από αναρίθµητες χορωδίες
ψαλτών, που το ψάλλουν σ’ όλα τα πλάτη
της γης.[…] Ο αστέρας της χριστιανικής
πίστης οδηγεί τώρα και δυο χιλιάδες
χρόνια εκατοµµύρια ανθρώπων στην αλήθεια
και τη σωτηρία του Χριστού. Κι ο Χριστός
που γεννήθηκε κείνο το βράδυ, γεννάται
ακατάπαυστα κι “αυξάνεται” σε χώρες
και Λαούς της Οικουµένης.
[...]
∆ηµογραφικό πρόβληµα στη Γέννηση της
Βηθλεέµ, παρ’ όλες τις αυξοµειώσεις
των θρησκειών της Γης δεν υπάρχει.
∆ηµογραφικό πρόβληµα όµως υπάρχει στην
Ελλάδα µας...
[...]Οι
ετήσιες γεννήσεις στην Ελλάδα -κατά τα
δελτία που αναφέραµε, είναι εκατό
χιλιάδες (100.000) και οι αµβλώσεις τριακόσιες
χιλιάδες κι έτσι εξηγείται γιατί ο
πληθυσµός της χώρας µας δεν αυξάνει,
αλλά αντίθετα συρρικνώνεται...[...]. Έτσι
εξηγείται γιατί τα Σχολεία κλείνουν
και οι υπηρεσίες των Ενόπλων ∆υνάµεων
διαπιστώνουν ότι ο αριθµός των
στρατευόµενων κάθε χρόνο µειώνεται και
εκφράζουν τις ανησυχίες των… Τα φαινόµενα
αυτά µπορεί να είναι αθέατα στα µεγάλα
αστικά κέντρα της χώρας µας αλλά στην
Ελληνική επαρχία είναι ολοφάνερα και
καταθλιπτικά[…].
Πού
είναι λοιπόν η πρόοδος και η ανάπτυξή
µας, για την οποία τόσο συχνά θριαµβολογούν
οι κυβερνήσεις και τα κόµµατά µας. Όταν
µια χώρα χάνει διαρκώς τον πληθυσµό
της, ή καταντά απλώς µια χώρα γερόντων,
ποιες δυνατότητες της µένουν για να
επιζήση και να προκόψη; Ποια είναι τα
µεγάλα προβλήµατα της χώρας που µας
απασχολούν και δεν µας αφήνουν να δούµε
το ΠΡΩΤΙΣΤΟ και ΜΕΓΙΣΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ;
Το ∆ηµογραφικό µας πρόβληµα; Πότε
επιτέλους στο Ελληνικό µας Κοινοβούλιο
θα γίνει µια σοβαρή συζήτηση στο
σοβαρότερο αυτό εθνικό θέµα; [...]
<<Ευχές
στον Αποκόρωνα>>
Το
2002 µε κείµενό του στη Φ.Α. στέλνει “Ευχές
στον Αποκόρωνα”, αυτός ο τίτλος του
κειµένου του.
«Καινούργιος
χρόνος 3 Ιανουαρίου 2002 κι είπα να κάµω
το ποδαρικό στον Αποκόρωνα και να πω
τις ευχές µου στη γενέτειρα Επαρχία.
Τόποι ιεροί και αγαπηµένοι που ζήσαµε
τα παιδικά µας χρόνια στις Μεγάλες
εορτές της Εκκλησίας µας και αφήκανε
τη σφραγίδα των βαθειά στην ψυχή µας,
δεν λησµονούνται εύκολα...[…] Από την
Αγία Σοφία περπάτησα λίγο ποδαρόδροµο,
να δω το ποτάµι του χωριού µου, από την
Ατσιγκάνα ως την Πλάκα. ∆εν έτρεχε
βέβαια, όπως τους χειµώνες των παιδικών
µου χρόνων αλλά οπωσδήποτε έτρεχε θολό
νερό. Τα ρυάκια µουρµούριζαν πάλι, τα
δέντρα, τα χωράφια, όλα στη θέση των,
όπως στους παλιούς καιρούς. Έλειπαν
όµως τα ζώα, τα βόδια τα πρόβατα, τα
γαϊδουράκια. Και τι κρίµα: Έλειπαν οι
άνθρωποι που γέµιζαν τους δρόµους και
τα χωράφια [...].
Παντού
ερηµιά και σιωπή. ∆εν έβλεπα κανένα
άνθρωπο να πω τις ευχές µου. Ξάφνου από
ένα παράδροµο, φάνηκε ένα µικρό αυτοκίνητο
που ερχόταν προς εµένα, µα όταν
συναντηθήκαµε εκείνο πέρασε γρήγορα.
Εγώ φώναζα στον οδηγό τα “Χρόνια πολλά”
µα δεν άκουσα την απάντησή του.
Κι
ωστόσο βράδιαζε κι έπρεπε να γυρίσω..
Κι
αφού δεν έβλεπα ανθρώπους άρχισα να λέω
τις ευχές µου στα δέντρα που µε ήξεραν
από µικρό παιδί και τα ήξερα και γώ. Και
να µπροστά µου κάµποσες µυγδαλιές που
ετοιµάζονται ν’ ανθίσουν. Ευχήθηκα
καλή ανθοφορία και πολλά αµύγδαλα. Στα
κυπαρίσια πουναι πολλά στον Αποκόρωνα,
εχήθηκα να ψηλώνουν ακόµη τις κορφές
των για να µας δείχνουν τους δρόµους
για τον ουρανό.[…]
Έλεγα
λοιπόν τις ευχές µου στα δέντρα, αφού
δεν έβλεπα ανθρώπους και ρωτούσα µε
πόνο. Πόσοι και πόσοι φταίνε γι’ αυτήν
την ερήµωση της Ελληνικής µας υπαίθρου…
Κι
ωστόσο βράδυαζε, πήρα το πετραχείλι µου
από το Εκκλησάκι της Αγίας Σοφίας,
κοίταξα κατά το Νοτιά που ήταν κάποτε
ζωντανά χωριά του Αποκόρωνα, είδα το
Νεκροταφείο των κι άρχισα να Μνηµονεύω,
Γονιούς, Παππούδες, Γιαγιάδες, Παπάδες,
∆ασκάλους, συγγενείς χωρικούς, ριζίτες,
Αποκορωνιώτες, που τους γνώρισα στα
παιδικά µου χρόνια και τους θυµάµαι.
Τους
θυµούµαι µ’ ευγνωµοσύνη γιατί ανάµεσά
σ’ αυτούς γεννήθηκα και γω και σε πολλούς
απ’ αυτούς, χρωστώ τουλάχιστον ένα
ποτήρι νερό κι ένα καλό λόγο. Και σε σας
τα παιδιά και τα εγγόνια εκείνων των
Παππούδων, που ζείτε σήµερο στον
Αποκόρωνα, κι όπου αλλού στον κόσµο,
εύχοµαι να ζείτε χαρούµενοι και προκοµένοι
στην όµορφη Επαρχία µας. Να τη δουλεύετε,
να τη χαίρεσθε, να την κρατήσετε δική
σας και να την παραδώσετε και σεις µε
τη σειρά σας στα παιδιά και στα εγγόνια
σας.
[...]
Με
τις ευχές και την αγάπη µου
Χρόνια
Πολλά Αποκορωνιώτες
Ο
Κισσάµου & Σελίνου Ειρηναίος».
Σηµ.:
Το παρόν κείµενο αφιερώνω στον πατέρα
µου Βαγγέλη Θ. Κακατσάκη, -δική του η
ιδέα το θέµα- και στη µητέρα µου Ευδοκία
Σκορδαλά – Κακατσάκη.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
-
Μητροπολίτου Κισάµου και Σελίνου κ.κ.
Ειρηναίου “Ο Χριστός σηµάδεψε την
Κρήτη”, Αθήναι 1969.
-
Επί τον ποταµόν Ρήνον, Αθήνα 1993
-
Των γονικών µου Γη ιερή και πώς να σου
ξεχάσω (εισαγωγικά κείµενα επιµέλεια:
Σταµάτης Αποστολάκης), Έκδοση: Κοινωφελές
Ίδρυµα “Αγία Σοφία” Αποκορώνου, Χανιά
2015
-
Ειρηναίος (ένα πολυφωνικό πορτραίτο
για τον Ειρηναίο) µια έκδοση της Μαρίας
Ανουσάκη – Παλιού, Αθήνα 2009.
-
“Μητροπολίτης Ειρηναίος Γαλανάκης-
Αείφωτος πορεία”, Έκδοσις της Ιεράς
Μητροπόλεως Κισάµου & Σελίνου, Κίσαµος
2011
* Χανιώτικα νέα (ΕΙΔΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ, ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ 2023).