ΟΛΙΓΟΛΕΚΤΗ ΧΑΝΙΩΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ*
(Μιχάλης Γρηγοράκης, Μαρινέλλα Βλαχάκη, Βαγγέλης Κακατσάκης, Ανδρονίκη Ζαχαριουδάκη, Αιμιλία Παπαβασιλείου)
Γράφει ο Σταύρος Καλαιτζόγλου
«Ποίηση δεν είναι μόνο το να γράφουμε ποιήματα. Είναι ένας τρόπος να προσεγγίσουμε τον κόσμο. Κι αυτό μπορεί να γίνει με χρώματα, με ήχους ή μέσω της φιλοσοφίας ακόμη»
(Αδωνις-Ali Ahmad Said (1930-), Σύρος, o σημαντικότερος ποιητής του αραβόφωνου κόσμου)
ΠΑΝΤΑ «διερωτάται κανείς-με τον Βολτέρο (1)-πώς η ποίηση, όντας τόσο λίγο απαραίτητη στον κόσμο, κατέχει μια τόσο ψηλή βαθμίδα ανάμεσα στις καλές τέχνες…». Την απάντηση δίνει ό Έμερσον (2) που υποστηρίζει πως «η ποίηση μάς μαθαίνει πόσο μεγάλη δύναμη έχουν ακόμη και λίγες λέξεις».
Η ΟΛΙΓΟΛΕΚΤΗ, η μικρής φόρμας δηλαδή ποίηση είναι ζητούμενο και των σύγχρονων ποιητών που -όπως οι Κρήτες μαντιναδολόγοι- επιδιώκει να συμπυκνώσει σε ελάχιστους στίχους συναισθήματα ή κοινωνικοφιλοσοφικές αναζητήσεις. Η ολιγόλεκτη ποίηση απαιτεί δουλειά, γνώσεις και ευστροφία πνεύματος.
-ΑΠΟ τους αλησμόνητους, πολύ σοφούς ανθρώπους που γνώρισα στην Κρήτη, υπήρξε ο Μιχάλης Γρηγοράκης. Ένας άνθρωπος «κινητή βιβλιοθήκη», με έναν ατέλειωτο έρωτα στη μελέτη, την αρχειοθέτηση και προβολή κάθε θέματος που είχε σχέση με τη λογοτεχνία, την παράδοση και την ιστορία της Κρήτης. Το αρχείο των «Χ.ν.» είναι απτή απόδειξη του μεγάλου πάθους του… Πριν ακριβώς 40 χρόνια είχε δημοσιεύσει (σε τρίτη μάλιστα έκδοση) τις «Ρίμες Νοσταλγικές» (1978), μια ποιητική συλλογή μοναδική για τα κρητικά δεδομένα και τη γλώσσα. Κάθε φορά που «αναθιβάνω» τη μορφή του, διαβάζω μερικούς στίχους της. Η συλλογή εντυπωσίασε και γάλλους Ελληνιστές (Gaston-Henry Aufrere) για το πυκνό και μεστό περιεχόμενό της, αλλά και τον λυρισμό της. Γράφει, λοιπόν, ο Μ.Γ. στη σελίδα κθ της συλλογής του μετριόφρονα για το ταπεινό περιεχόμενο της ζωής και των προσδοκιών του:
«Και τα βαθιά δε λόγιασα και τα πλατιά δεν είδα
Ποτέ το νου δεν έστειλα σε σφαίρες μακρυνές
Έμεινε πάντα η σκέψη μου σα μια φτωχιά ηλιαχτίδα.
Σκέψη να γίνουμουν σοφός, ποτέ δεν έχω κάνει
Τ’απλού λαού ο στοχασμός με φχαριστεί, με φτάνει» (3)
-ΣΤΑ ΠΡΩΤΑ χρόνια της δεκαείας του ’90 (1992) κυκλοφόρησε μια μικρή ποιητική συλλογή στα Χανιά, με τίτλο «Η Κόκκινη Άμμος» της πολυτάλαντης Μαρινέλλας Βλαχάκη. Αρετή της συλλογής ήταν -και παραμένει- η, με ελάχιστους στίχους, φιλοσοφική ονειροπόληση της ποιήτριας, με δόσεις αισιοδοξίας. Βλέπει το παρελθόν και το παρόν της ζωής της με καταλλαγή, απολαμβάνοντας και τις απλούστατες, έστω α-διάκριτες ομορφιές της καθημερινότητας («Ωριμότητα», σελ. 35):
«Είμαι ευτυχής /που να καταλαβαίνω μπορώ
Πως για τη διάθεση /της κάθε μου μέρας
δεν φταίει ο καιρός»
Εκφράζει δε την ευγνωμοσύνη της για όσα της προσφέρει η ζωή: χαίρεται με την παρουσία και του πιο εφήμερου πράγματος της φύσης, που ανασταίνεται με κάθε αλλαγή εποχής («Ευχή και Ελπίδα», σελ. 28) ομορφαίνοντας τα πάντα:
«Τα σύννεφα που η ζωή /συγκέντρωσε στον ουρανό μου
Μια ευεργετική βροχή /να ρίξουν θέλω.
Κι ένα μανουσάκι αν φυτρώσει /άξια θα πω
πως μου χαρίστηκε η ζωή»
-ΣΤΗΝ αξιόλογη ποιητική «σύνθεση» του Βαγγέλη Κακατσάκη, με τίτλο «Καζοβάρ» (γ’ έκδοση, «Πυξίδα», 2014) στεκόμαστε στο ποίημα «Τώρα που…» (σελ. 56) στο οποίο ο ποιητής περικλείει σε λίγους στίχους τον άστατο και παράδοξο, τον μετέωρο και επίφοβο, τον γεμάτο ποικίλες «σταυρώσεις» σύγχρονο κόσμο -τον κόσμο μας. Μόνη καταφυγή η ποίηση:
«Τώρα που οι σταυρώσεις /έγιναν καθημερινή συνήθεια,
Όσα χελιδόνια/δε βρίσκετε ανοιχτές πόρτες,
όσα φιλιά μένετε μετέωρα, /Όσα τριαντάφυλλα δε δηλώσετε
υποταγή, καλώς ωρίσατε. /Η ψυχή μου σας ανήκει!»
-ΣΤΟ «Γύμνασμα Ψυχής» (εκδ. Έρεισμα, Χανιά, 2016), την τρίτη ποιητική συλλογή της Ανδρονίκης Ζαχαριουδάκη (Αλόη Δρυός), έχουμε τα χαρακτηριστικά μιας βαθιάς ανθρώπινης, αγωνιώδους υπαρξιακής ποίησης. Η δημιουργός της, με ένα απέραντο πάθος για ζωή, καταφεύγει πολλές φορές στη σοφία του παραθεματικού λόγο. Για τον αβάσταχτο πόνο γράφει («Πόνος», σελ.16) γράφει:
«Κάθε καινούργιος πόνος/ μια πέρλα πολύτιμη
στο νήμα της ζωήςμου/ περασμένη»
Και για τη δυσκολία να δούμε ποιοί είμαστε στην πραγματικότητα («Αυτογνωσία», σελ.29) τονίζει:
«Το δύσκολο δεν είναι/ να σπάσεις τα σύνορα των άλλων.
Δύσκολο είναι να σπάσεις/ τα δικά σου σύνορα»
-ΤΗΝ ολιγόλεκτη ποίηση καλλιεργεί, με μεγάλη επιτυχία και η Αιμιλία (Έμμυ) Παπαβασιλείου, της οποίας πολλοί στίχοι είναι σχεδόν επιγραμματικοί. Προσφιλή θέματά της; Όλα τα καυτά προβλήματα που ταλανίζουν τη χώρα και το άτομο: αναζήτηση της μετεμφυλιακής ταυτότητας, διαψεύσεις και απογοητεύσεις, ανέφικτες ιδεοληψίες, προσφυγικό, δυστοπία και αίσθηση «εκτοπισμού» κ.ά. βρίσκουν χώρο στη μικρή συλλογή ποιημάτων της, «Στα Βαθιά» (εκδ. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2017). Για την πολύπλευρη κρίση, την ανωριμότητά μας, τις διαβρωτικές στρεβλώσεις που ξεκινούν απ’ το παρελθόν και τις οποίες βιώνουμε έντονα στο παρόν (σελ.12), η Αιμιλία Π. γράφει:
«Βράχηκαν τα όνειρά μας /Κόλλησαν σαν σελίδες παλιών βιβλίων.
Παίρνει καιρό να καταλάβεις /Και θέλει να θες να καταλάβεις
Το πως και το γιατί /Στο μεταξύ λαίμαργες δίνες
καραδοκούν τη λογική μας»
ΟΣΟ για τη θέση της ποίησης σε μια τόσο έντονη και σαρωτική εποχή, η ίδια «ανακεφαλαιώνει» («Θυσίες», σελ.18) με πικρία την αδυναμία έκφρασής της:
«Στίχοι που πνίγηκαν στην καταιγίδα
Θυσία στην αγριάδα των καιρών»
Η ΟΛΙΓΟΛΕΚΤΗ, η μικρής φόρμας δηλαδή ποίηση είναι ζητούμενο και των σύγχρονων ποιητών που -όπως οι Κρήτες μαντιναδολόγοι- επιδιώκει να συμπυκνώσει σε ελάχιστους στίχους συναισθήματα ή κοινωνικοφιλοσοφικές αναζητήσεις. Η ολιγόλεκτη ποίηση απαιτεί δουλειά, γνώσεις και ευστροφία πνεύματος.
-ΑΠΟ τους αλησμόνητους, πολύ σοφούς ανθρώπους που γνώρισα στην Κρήτη, υπήρξε ο Μιχάλης Γρηγοράκης. Ένας άνθρωπος «κινητή βιβλιοθήκη», με έναν ατέλειωτο έρωτα στη μελέτη, την αρχειοθέτηση και προβολή κάθε θέματος που είχε σχέση με τη λογοτεχνία, την παράδοση και την ιστορία της Κρήτης. Το αρχείο των «Χ.ν.» είναι απτή απόδειξη του μεγάλου πάθους του… Πριν ακριβώς 40 χρόνια είχε δημοσιεύσει (σε τρίτη μάλιστα έκδοση) τις «Ρίμες Νοσταλγικές» (1978), μια ποιητική συλλογή μοναδική για τα κρητικά δεδομένα και τη γλώσσα. Κάθε φορά που «αναθιβάνω» τη μορφή του, διαβάζω μερικούς στίχους της. Η συλλογή εντυπωσίασε και γάλλους Ελληνιστές (Gaston-Henry Aufrere) για το πυκνό και μεστό περιεχόμενό της, αλλά και τον λυρισμό της. Γράφει, λοιπόν, ο Μ.Γ. στη σελίδα κθ της συλλογής του μετριόφρονα για το ταπεινό περιεχόμενο της ζωής και των προσδοκιών του:
«Και τα βαθιά δε λόγιασα και τα πλατιά δεν είδα
Ποτέ το νου δεν έστειλα σε σφαίρες μακρυνές
Έμεινε πάντα η σκέψη μου σα μια φτωχιά ηλιαχτίδα.
Σκέψη να γίνουμουν σοφός, ποτέ δεν έχω κάνει
Τ’απλού λαού ο στοχασμός με φχαριστεί, με φτάνει» (3)
-ΣΤΑ ΠΡΩΤΑ χρόνια της δεκαείας του ’90 (1992) κυκλοφόρησε μια μικρή ποιητική συλλογή στα Χανιά, με τίτλο «Η Κόκκινη Άμμος» της πολυτάλαντης Μαρινέλλας Βλαχάκη. Αρετή της συλλογής ήταν -και παραμένει- η, με ελάχιστους στίχους, φιλοσοφική ονειροπόληση της ποιήτριας, με δόσεις αισιοδοξίας. Βλέπει το παρελθόν και το παρόν της ζωής της με καταλλαγή, απολαμβάνοντας και τις απλούστατες, έστω α-διάκριτες ομορφιές της καθημερινότητας («Ωριμότητα», σελ. 35):
«Είμαι ευτυχής /που να καταλαβαίνω μπορώ
Πως για τη διάθεση /της κάθε μου μέρας
δεν φταίει ο καιρός»
Εκφράζει δε την ευγνωμοσύνη της για όσα της προσφέρει η ζωή: χαίρεται με την παρουσία και του πιο εφήμερου πράγματος της φύσης, που ανασταίνεται με κάθε αλλαγή εποχής («Ευχή και Ελπίδα», σελ. 28) ομορφαίνοντας τα πάντα:
«Τα σύννεφα που η ζωή /συγκέντρωσε στον ουρανό μου
Μια ευεργετική βροχή /να ρίξουν θέλω.
Κι ένα μανουσάκι αν φυτρώσει /άξια θα πω
πως μου χαρίστηκε η ζωή»
-ΣΤΗΝ αξιόλογη ποιητική «σύνθεση» του Βαγγέλη Κακατσάκη, με τίτλο «Καζοβάρ» (γ’ έκδοση, «Πυξίδα», 2014) στεκόμαστε στο ποίημα «Τώρα που…» (σελ. 56) στο οποίο ο ποιητής περικλείει σε λίγους στίχους τον άστατο και παράδοξο, τον μετέωρο και επίφοβο, τον γεμάτο ποικίλες «σταυρώσεις» σύγχρονο κόσμο -τον κόσμο μας. Μόνη καταφυγή η ποίηση:
«Τώρα που οι σταυρώσεις /έγιναν καθημερινή συνήθεια,
Όσα χελιδόνια/δε βρίσκετε ανοιχτές πόρτες,
όσα φιλιά μένετε μετέωρα, /Όσα τριαντάφυλλα δε δηλώσετε
υποταγή, καλώς ωρίσατε. /Η ψυχή μου σας ανήκει!»
-ΣΤΟ «Γύμνασμα Ψυχής» (εκδ. Έρεισμα, Χανιά, 2016), την τρίτη ποιητική συλλογή της Ανδρονίκης Ζαχαριουδάκη (Αλόη Δρυός), έχουμε τα χαρακτηριστικά μιας βαθιάς ανθρώπινης, αγωνιώδους υπαρξιακής ποίησης. Η δημιουργός της, με ένα απέραντο πάθος για ζωή, καταφεύγει πολλές φορές στη σοφία του παραθεματικού λόγο. Για τον αβάσταχτο πόνο γράφει («Πόνος», σελ.16) γράφει:
«Κάθε καινούργιος πόνος/ μια πέρλα πολύτιμη
στο νήμα της ζωήςμου/ περασμένη»
Και για τη δυσκολία να δούμε ποιοί είμαστε στην πραγματικότητα («Αυτογνωσία», σελ.29) τονίζει:
«Το δύσκολο δεν είναι/ να σπάσεις τα σύνορα των άλλων.
Δύσκολο είναι να σπάσεις/ τα δικά σου σύνορα»
-ΤΗΝ ολιγόλεκτη ποίηση καλλιεργεί, με μεγάλη επιτυχία και η Αιμιλία (Έμμυ) Παπαβασιλείου, της οποίας πολλοί στίχοι είναι σχεδόν επιγραμματικοί. Προσφιλή θέματά της; Όλα τα καυτά προβλήματα που ταλανίζουν τη χώρα και το άτομο: αναζήτηση της μετεμφυλιακής ταυτότητας, διαψεύσεις και απογοητεύσεις, ανέφικτες ιδεοληψίες, προσφυγικό, δυστοπία και αίσθηση «εκτοπισμού» κ.ά. βρίσκουν χώρο στη μικρή συλλογή ποιημάτων της, «Στα Βαθιά» (εκδ. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2017). Για την πολύπλευρη κρίση, την ανωριμότητά μας, τις διαβρωτικές στρεβλώσεις που ξεκινούν απ’ το παρελθόν και τις οποίες βιώνουμε έντονα στο παρόν (σελ.12), η Αιμιλία Π. γράφει:
«Βράχηκαν τα όνειρά μας /Κόλλησαν σαν σελίδες παλιών βιβλίων.
Παίρνει καιρό να καταλάβεις /Και θέλει να θες να καταλάβεις
Το πως και το γιατί /Στο μεταξύ λαίμαργες δίνες
καραδοκούν τη λογική μας»
ΟΣΟ για τη θέση της ποίησης σε μια τόσο έντονη και σαρωτική εποχή, η ίδια «ανακεφαλαιώνει» («Θυσίες», σελ.18) με πικρία την αδυναμία έκφρασής της:
«Στίχοι που πνίγηκαν στην καταιγίδα
Θυσία στην αγριάδα των καιρών»
… ΙΣΩΣ αναρωτηθείτε, γιατί αυτή η αναφορά στη χανιώτικη ποίηση, ειδικότερα σε ορισμένους μόνο (εντελώς τυχαία η επιλογή) εκπροσώπους της! Επειδή ακριβώς την αγωνία που εκφράζουν όλοι οι παραπάνω στίχοι, τη βλέπουμε να διαχέεται σε όλες τις εκφάνσεις της μνημονιακής Τέχνης (αν υπάρχει κι αυτή). Η δε Αιμιλία Π., αφού «παίξει» ποικιλότροπα με το «όσο ελπίζω…» σε κάποιες σελίδες της ως μοτο (motto), καταλήγει επιγραμματικά στο απέλπιδο αιτούμενο, αλλά κι ανέφικτο για όλους μας(σελ. 47):
«Όσο ελπίζω, δρω
Απελπισμένη, γράφω.
Με τη γραφή ανασυντάσσομαι.
Όσο ελπίζω, γράφω»
ΝΑΙ! Η πραγματική ποίηση, αν μη τι άλλο, «ανασυντάσσει» τις σκέψεις και μέσα από αυτές, πιθανόν με μεγάλες τομές, και τις ζωές μας.
(Στ.Γ.Κ.)
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
-(1) Βολτέρος (François-Marie Arouet, 1694–1778), γνωστότερος ως Voltaire: Γάλλος πνευματώδης συγγραφέας, ιστορικός και φιλόσοφος.
«Όσο ελπίζω, δρω
Απελπισμένη, γράφω.
Με τη γραφή ανασυντάσσομαι.
Όσο ελπίζω, γράφω»
ΝΑΙ! Η πραγματική ποίηση, αν μη τι άλλο, «ανασυντάσσει» τις σκέψεις και μέσα από αυτές, πιθανόν με μεγάλες τομές, και τις ζωές μας.
(Στ.Γ.Κ.)
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
-(1) Βολτέρος (François-Marie Arouet, 1694–1778), γνωστότερος ως Voltaire: Γάλλος πνευματώδης συγγραφέας, ιστορικός και φιλόσοφος.
-(2) Έμερσον (Ralph Waldo Emerson, 1803–1882): Aμερικανός δοκιμιογράφος, φιλόσοφος και ποιητής.
-(3) Συνειρμικά αυτοί οι στίχοι παραπέμπουν στον Ζαχαρία Παπαντωνίου: «…Δὲν ἔχω δόξα. Εἶν᾿ ἥσυχα τὰ ἔργα ποὺ ἔχω πράξει./ Ἄκουσά τη γλυκιὰ βροχή. Τὴ δύση ἔχω κοιτάξει…» (Η προσευχή του ταπεινού, συλλογή «Τα Θεία Δώρα»).
*Με αφορμή την ημέρα της ποίησης (21 Μαρτίου 2018)
Χανιώτικα νέα (19. 3. 2018)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου