Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης

Δευτέρα 30 Οκτωβρίου 2017

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΕΣ

ΝΙΠΠΟΣ-ΤΕΠΕΛΕΝΙ-ΣΟΥΔΑ: MIA MNHMH ΔΡΟΜΟΣ


Γράφει ο Κυριάκος Βασιλωμανωλάκης
Τις προάλλες, η μπάντα του Δήμου έκανε πρόβες, για την παρέλαση της εθνικής γιορτής, παιανίζοντας εμβατήρια στην παραλία του Κουμ Καπί.
Ξύπνησε μνήμες προσωπικές ενός περιστατικού της Κατοχής που μου αφηγήθηκαν πριν χρόνια στην ίδια παραλία.
Σκέφτηκα «Γι’ αυτό και μόνο είναι χρήσιμες οι επέτειοι, για να θυμόμαστε. Όσοι μπορούν να θυμηθούν ακόμη». Το ταξίδι μου στο χρόνο έχει αφετηρία το Νίππος, ένα μικρό ιστορικό χωριό στη ρίζα των βουνών μας.
Επιχείρηση “Τρόφιμα για το χωριό μας”  
Είμαστε στα 1942 ή στα 1943. Η λάμψη του ήλιου που μόλις είχε βγει ανάδειχνε τα χρώματα της φθινοπωρινής φύσης. Μέσα στη γαλήνη του πρωινού μια ντουζίνα φτωχοντυμένων χωρικών με τα μουλάρια τους κατηφόριζαν τη Μαλάξα.
Μπροστά ξεχώριζε ένας λιγνός άνδρας μετρίου αναστήματος γύρω στα σαράντα με γαλανοπράσινα μάτια. Το μαύρο κοστούμι του κι η σταχτιά ρεπούμπλικα τον έκανε να δείχνει άνθρωπο της εξουσίας, θύμιζε άνθρωπο στη δούλεψη των Γερμανών κατακτητών.
Είχανε ξεκινήσει ώρες πριν από το χωριό τους, το Νίππος με στόχο να διαρρήξουν τις Γερμανικές αποθήκες τροφίμων και εφοδίων που βρίσκονταν στη Σούδα. Σύμφωνα με το παράτολμο σχέδιο, ο Μανώλης -ήταν ο καλοντυμένος σαραντάχρονος- θα παραπλανούσε τους Γερμανούς φρουρούς προφασιζόμενος ότι έχει άδεια και θα έμπαιναν στον χώρο των αποθηκών.
Τους το χρωστούσε, των Γερμανών, ο Μανώλης. Από τα πέντε αδέλφια που ντύθηκαν στολή τον Οκτώβρη του ’40, το ένα δεν γύρισε. Ο αδελφός του Κυριάκος, εθελοντής λοχίας, έπεσε ηρωικά οδηγώντας τους άντρες του στην κατάληψη ενός χιονισμένου λόφου στο Τεπελένι.
Ο Μανώλης είχε παρακολουθήσει την κίνηση στις αποθήκες κι έτσι γνώριζε τις συνήθειες της φρουράς και τι χρειαζόταν να πεις για να περάσεις. Τώρα περπατούσε με βήμα σταθερό παρά την πρόσφατη περιπέτειά του.
Πριν λίγες εβδομάδες είχε δραπετεύσει κουτρουβαλώντας σε μια πλαγιά στον αμαξιτό δρόμο. Οι κατακτητές είχαν συγκεντρώσει μερικές δεκάδες άντρες και τους οδηγούσαν σε καταναγκαστική εργασία. Ο Μανώλης χρησιμοποίησε μια καρφίτσα που είχε πάντα μαζί του για να τρυπήσει τη μύτη του. Τον πήραν τα αίματα, έμεινε λίγο πίσω και μόλις βρήκε την ευκαιρία κουτρουβάλησε κάτω στην πλαγιά. Πλησιάζοντας τις αποθήκες -κοντά στο σημερινό Ναύσταθμο- η ομάδα σχηματίζει μια μικρή πομπή. Μπροστά ο καλοντυμένος Μανώλης και πίσω οι αγωγιάτες. Με βήμα αποφασιστικό κι ύφος βλοσυρό ο Μανώλης πλησιάζει και χαιρετά το φρουρό στα Γερμανικά.
Οι αγωγιάτες κοντοστέκονται μερικά μέτρα πίσω.
Και για να φανεί πιο πειστικός δίνει εντολή, με αυστηρό τόνο, στους αγωγιάτες να προχωρήσουν στον χώρο των αποθηκών.
Εγιναν όλα τόσο γρήγορα και με αρκετή αληθοφάνεια που ο φρουρός δεν έφερε αντίρρηση. Το πρώτο μέρος της επιχείρησης είχε πετύχει.
Φτάνουν στις αποθήκες και διαπιστώνουν ότι τα λουκέτα στις πόρτες δεν παραβιάζονται. Δεν μπορούν να τα σπάσουν γιατί υποτίθεται ότι έχουν τα κλειδιά κι ο θόρυβος θα ξεσήκωνε τους φρουρούς.
Από την άλλη, δεν γινόταν να βγουν από την πύλη χωρίς φορτίο. Θα κινούσαν  υποψίες. Ηταν παγιδευμένοι. Επρεπε, οπωσδήποτε, να βρουν τρόπο να μπουν στις αποθήκες. Αρχισαν να κυκλώνουν μια-μια τις αποθήκες προσεκτικά.
Τελικά, ανακαλύπτουν ένα άνοιγμα στην ξύλινη πόρτα μιας αποθήκης. Ο μικρόσωμος της ομάδας καταφέρνει και περνά από το άνοιγμα. Χάνεται μέσα στο σκοτάδι. Η αγωνία μεγάλη, καθώς δεν ήξεραν τι είχε η κάθε αποθήκη. Μετά από μερικά αγωνιώδη λεπτά, επιστρέφει με την καλή είδηση.
Μια λέξη ήταν αρκετή ‘Τρόφιμα’.
‘Φέρνε ότι μπορείς και σβέλτα’ του λένε.
Δυστυχία του. Ήταν μικροκαμωμένος κι έπρεπε να σκαρφαλώνει στις ντάνες, να ρίχνει κάτω τα σακιά και να τα σέρνει ένα-ένα μέχρι το άνοιγμα. Μετά να το σηκώνει και να το δίνει στους απ’ έξω. Τα καταφέρνει. Και δίνει στους συντρόφους του τσουβάλια με αλεύρι, ζάχαρη κι όσπρια. Κάποια τσουβάλια σχίζονται όπως τα τραβούν βιαστικά.
Ο Μανώλης κρατάει τσίλιες. Εχει αγωνία. Η επιχείρηση πρέπει να τελειώσει το ταχύτερο. Πόσο μπορεί να καθυστερήσει το φόρτωμα μιας ντουζίνας μουλαριών;  Ο κίνδυνος να τους στείλουν για καταναγκαστικά έργα στη Γερμανία ή για εκτέλεση στην Αγυιά μεγάλος. Ο χρόνος φάνηκε αιώνας στον Μανώλη, καθώς δεν βοηθούσε για να μη λερωθεί.
«Τα καταφέραμε. Πάμε παιδιά». Με τα μουλάρια βαρυφορτωμένα σχηματίζουν πομπή και κινάνε προς την έξοδο. Ο Μανόλης χαιρετά τον φρουρό της πύλης και
με βήμα αργό, για να μη κινήσουν υποψίες, αφήνουν πίσω τους τη Σούδα. Το δεύτερο μέρος της επιχείρησης πέτυχε.
Γρήγορα εγκαταλείπουν τον αμαξιτό δρόμο κι ανηφορίζουν την πλαγιά. Ακολουθούν γνώριμα τους μονοπάτια. Πορεία επίπονη, ανηφορική σε δύσβατα μονοπάτια, προορισμός τους το Νίππος, 20 χιλιόμετρα μακριά.
Η επιχείρηση, τρόφιμα για το χωριό μας, ένα μικρό άγραφτο επεισόδιο του αγώνα των Κρητικών ενάντια στους κατακτητές είχε πετύχει.
Νίππος, Τεπελένι, Σούδα ένα ταξίδι στον χρόνο, μια μνήμη δρόμος.
Στην παραλία του Κουμ Καπί η μπάντα του Δήμου συνεχίζει, τώρα παίζει το εμβατήριό μας “Από φλόγες η Κρήτη ζωσμένη…” για να θυμόμαστε.

Χανιώτικα νέα (26.Οκτωβρίου 2017)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου