EYUYBOLA KAI MH...
'Πηγή μου που δροσίζεις...'
Δίχως λόγια περιττά κι εισαγωγές... Κι επειδή ανάξιος για τη Xάρη Tης να μιλήσω, νιώθω...
«Αυτά θα μοιραστώ» σκέφτομαι! «Αυτά θα γράψω», σημειώνω με χέρι σταθερό στο χαρτί!
Ποια όμως; Ποια να ξεχωρίσω απ’ όλα τα δοσμένα σε μένα, τα χαρισμένα απλόχερα σε φίλους και γνωστούς! Πολλά τα δώρα Tης! Αναρίθμητες οι περιπτώσεις της επίκλησης του ονόματός Της, πάντα στις δυσκολίες! Και πάντοτε Εκείνη παρούσα, προστρέχουσα... βοηθός, οδηγός!
Μετέωρος σε τέτοιου είδους σκέψεις που κατάληψη εντός μου έχουν κάνει...
Κάτι με αποτρέπει να μιλήσω, να γράψω, να πω! Είναι η υπέρμετρη θέλησή μου; Γιατί να μην μπορώ να μαρτυρήσω, τι να μ’ εμποδίζει;
«Δεν μου χρειάζονται όλα αυτά»!
«Το ξέρω, μα...»!
Δεν θέλω να αθετήσω την υπόσχεσή μου και όμως 'προχωρώ', εν είδει τάματος!
Αργά, ακροβατώ βασανιστικά, λέξη τη λέξη, φράση τη φράση! Γράφω και σταματώ! Διαβάζω τα που έγραψα.
Σβήνω και ξαναγράφω!
Λέξεις δεν γίνονται όλες οι σκέψεις! Σημειώνω όσα θεωρώ πως πρέπει να αποτυπωθούν σε τούτο το σημείωμα, παραμονή της γιορτής Της!
Κάπου άκουσα τη λέξη "Παρθενομάνα", μια από τις χιλιάδες που Της έχει αποδώσει ο λάος!
Ανασύρω φράσεις εντυπωμένες στο 'είναι' της ράτσας, 'Παναγιά μου σώσε με', 'Παναγιά μου βοήθησέ με'!
Ποια ’ναι η ουσία δίχως τούτη την πίστη;
Ποια η οδός; Οσοι πορεύτηκαν, πορεύονται σε αυτή, γνωρίζουν την ασφάλεια! Κι όσοι γνωρίζουν, νιώθουν τη μεγαλοσύνη...
Συνεχίζω να ψάχνω μια - μια τις λέξεις να ταιριάσω κι ακόμη δεν μου κάνουν, δεν ικανοποιούν τη θέλησή μου!
«Ο κυρ Αλέξανδρος, ο Παπαδιαμάντης», σκέφτομαι!
Αφήνομαι να αποκαλυφθώ μες από τη δική του πένα! Μέσα από το ποίημά του με τίτλο:
'Στην Παναγία του Ντομάν'!
Πηγή μου ζωηφόρος, ποὺ δροσίζεις
μὲ τὸ βαθὺ ποτάμι, μὲ τὸ νᾶμα σου
τόσες ψυχές, καὶ μένα τὴν ψυχή μου·
ὁ κρότος τῶν νερῶν σου μέσ’ στὰ ρέμματα
κι ἀνάμεσα στοὺς βράχους, στὰ βουνά,
κι ὡς κάτω, ἕως τὸ κῦμα τῆς θαλάσσης·
ὁ ρόχθος τῶν ὑδάτων σου ἀκούεται.
Καὶ εἶσαι σὺ ἡ Πόλις τοῦ Θεοῦ.
Κι ἀκόμα τὸ ἁγιασμένο σκήνωμα,
ποὺ εὐφραίνεται τὰ ρεύματα
κυλῶντος ποταμοῦ.
Εἶναι μικρό, φτωχὸ τὸ κλησιδάκι σου,
μὰ ἡ χάρις σου εἶναι ἄπειρη κι ἀτέλειωτη.
Ἀτέλειωτη, ὡς τὸ ρεῦμα τῆς πηγῆς σου,
ποὺ χύνεται καὶ χύνεται,
καὶ ἀπὸ κοντὰ ἀθόρυβα
παράδοξα τὸ ρεῦμα σου πληθύνεται.
Εἴθε καὶ στὴν καρδιά μου, ποὺ ἔχει στραγγιχτῆ,
νὰ δώσει ζωὴ καὶ δύναμιν ἡ χάρις σου.
Ἂν εἶναι ξεχασμένη κι ἔρημη
ὅμως στὸ βράχο ἡ ἐκκλησιά σου εἶναι στημένη
κι αὐτὸς ὁ βράχος μοῦ φαίνεται πῶς εἶναι
κτισμένος ἀπ’ τὰ χέρια καὶ τὸ αἷμα σου·
«Καὶ πῦλαι ᾍδου οὐ κατισχύουσιν αὐτοῦ».
Χρόνια πολλά...
Χανιώτικα νέα (15.08.2012)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου