Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης

Τρίτη 25 Μαρτίου 2014

ΣΤΑ ΠΕΤΑΧΤΑ

 Καλήτερα μίαν φλόγα/ Να ιδώ παντού χυμένην,/ Τρώγουσαν πόλεις, δάση,/ Λαούς και ελπίδας./ Καλήτερα, καλήτερα/ Διασκορπισμένοι οι Έλληνες/ Να τρέχωσι τον κόσμον,/ Με εξαπλωμένην χείρα/ Ψωμοζητούντες/ Παρά προστάτας “νάχωμεν.
Ανδρέας Κάλβος (" Αι ευχαί" )
Δείτε περισσότερα... ΣΤΑ ΠΕΤΑΧΤΑ
Γράφει ο Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης

Φίλες και φίλοι, καλημέρα!
ΜΙΚΡΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ στον Ανδρέα Κάλβο, με αποσπάσματα απ’ τις ωδές του, σήμερα, ανήμερα της εθνικής μας γιορτής. Στον συμπατριώτη και σύγχρονο του Σολωμού ποιητή, που δεν είχε ωστόσο την ίδια τύχη μ’ εκείνον, καθώς το έργο του μόνο μεταθανάτια έγινε γνωστό στην Ελλάδα. Δίχως κανένα σχόλιο εκ μέρους μου. Φτάνει ακέραιος ο λόγος του ποιητή.
“ΑΣ ΜΗ ΒΡΕΞΗ ποτέ/ Το σύννεφον, και ο άνεμος/ Σκληρός ας μην σκορπίση/ Το χώμα το μακάριον/ Που σας σκεπάζει./ Ας το δροσίση πάντοτε/ Με τ’ αργυρά της δάκρυα/ Η ροδόπεπλος κόρη·/ Και αυτού ας ξεφυτρώνουν/ αιώνια τ’ άνθη./ Ω γνήσια της Ελλάδος/ Τέκνα ψυχαί που επέσατε/ Εις τον αγώνα ανδρείως,/ Τάγμα εκλεκτών Ηρώων,/ Καύχημα νέον”. Εις τον ιερόν λόχον.
“ΕΣΦΑΛΛΕΝ Ο ΤΗΝ δόξαν/ ονομάσας ματαίαν,/ Και τον άνδρα μαινόμενον/ Τον προ τοιαύτης καίοντα/ Θεάς την σμύρναν./ Δίδει αυτή τα πτερά·/ Και εις τον τραχύν, τον δύσκολον/ Της Αρετής τον δρόμον/ Του ανθρώπου τα γόνατα/ Ιδού πετάουν./ Μικράν ψυχήν, κατάπτυστον,/ Κατάπτυστον καρδίαν/ Έτυχ” όστις ακούει/ Της δόξης την παράκλησιν/ Και δειλιάζει”. Εις δόξαν.
“ΕΓΩ ΤΑ σκήπτρα στάζοντα/ Αίματος και δακρύων/ Καταπατώ· και καίω της δεισιδαιμονίας/ Το βαρύ βάκτρον./ Επάνω εις τον βωμόν/ Της αληθείας, τα σφάγια/ Τώρα εγώ ρίπτω· μ” άφθονα/ Τον λίβανον σωρεύω,/ Μ” άφθονα χέρια./ Ως απ” ένα βουνόν/ Ο αετός εις άλλο/ Πετάει, και γώ τα δύσκολα/ Κρημνά της αρετής/ Ούτω επιβαίνω”. Εις θάνατον.
“ΓΗ ΤΩΝ θεών φροντίδα,/ Ελλάς, ηρώων μητέρα,/ Φίλη, γλυκεία πατρίδα μου,/ Νύκτα δουλείας σ” εσκέπασε,/ Νύκτα αιώνων./ Ούτω εις το χάος αμέτρητον/ Των ουρανίων ερήμων,/ Νυκτερινός εξάπλωσεν/ Έρεβος τα πλατέα/ Πένθιμα εμβόλια./ Και εις την σκοτιάν βαθείαν,/ Εις το απέραντον διάστημα,/ Τα φώτα σιγαλέα/ Κινώνται των αστέρων/ Λελυπημένα”. Ο ωκεανός.
“ΥΠΕΡ ΓΟΝΕΩΝ και τέκνων/ Υπέρ γυναικών/ Υπέρ πατρίδος πρόκειται/ Και πάσης της Ελλάδος/ Όσιος αγώνα/ Θαλπτήριον της ημέρας/ Φως, διά πάντοτε χαίρε·/ Και σεις οπού ευφραίνετε/ Με φωνήν ηδυόνειρον/ Της γης τα τέκνα,/ Χαίρετ’ ελπίδες.  Ήλθε/ Της Άγαρ το υπερήφανον/ Σπέρμα· επάνω εις τας όχθας/ Των Ψαρών, αλαλάζον/ Σφόδρα, κατέβη”. Εις Ψαρά.
“ΑΥΓΕΡΙΝΑΙ ΤΟΥ ηλίου/ Ακτίνες τι προβαίνετε;/ Τάχα αγαπάει να βλέπη/ Έργα ληστών το μάτι/ Των ουρανίων;/ Δημιουργέ του κόσμου,/ Πατέρα των αθλίων/ Θνητών, αν συ του γένους μας/ Ολου ζητής τον θάνατον,/ αν συ το θέλης/ Τα γόνατά μου εμπρός σου,/ Να, πέφτουν· το υπερήφανον/ Κεφάλι μου, που αντίκρυ/ Των βασιλέων υψόνετο,/ Την γην εγγίζει”. Τα ηφαίστεια.
“ΟΣΟΙ ΤΟ χάλκεον χέρι/ Βαρύ του φόβου αισθάνονται,/ Ζυγόν δουλείας ας έχωσι./ Θέλει αρετήν και τόλμην/ Η ελευθερία./ Αυτή (και ο μύθος κρύπτει/ Νουν αληθείας) επτέρωσε/ Τον Ίκαρον· και αν έπεσεν/ Ο πτερωθείς κ’ επνίγη/ Θαλασσωμένος·/ Αφ’ υψηλά όμως έπεσε,/ Και απέθανεν ελεύθερος./ Αν γένης σφάγιον άτιμον/ Ενός τυράννου, νόμιζε/ Φρικτόν τον τάφον”. Εις Σάμον.
“ΚΑΘΕ ΧΕΡΙ, κλαδί·/ Κάθε κεφάλι φέρνει/ Στέφανον· από βράχον/  ψάλλοντες/ Πολέμιον άσμα./ Mακράν και σκοτεινήν/ Ζωήν τα παλληκάρια/ Μισούν· όνομα αθάνατον/ Θέλουν και τάφον έντιμον/ Αντίς διά στρώμα./ Ούτως εβόουν· συμφώνως/ Τ” άρματά τους εβρόνταον/ Και τ” άντρα…. – Ω δεν ακούω/ πλέον παρά τον άνεμον και τους χειμάρρους”. Εις Σούλι.
“ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΗΣ καλήτερα/ Φουσκωμένα τα κύματα/ Να πνίξουν την πατρίδα μου/ Ωσάν απελπισμένην,/ Έρημον βάρκαν./ Στην στεριάν, “ς τα νησία/ Καλήτερα μίαν φλόγα/ Να ιδώ παντού χυμένην,/ Τρώγουσαν πόλεις, δάση,/ Λαούς και ελπίδας./ Καλήτερα, καλήτερα/ Διασκορπισμένοι οι Έλληνες/ Να τρέχωσι τον κόσμον,/ Με εξαπλωμένην χείρα/ Ψωμοζητούντες/ Παρά προστάτας “νάχωμεν./ Με ποτέ δεν εθάμβωσαν/ Πλούτη ή μεγάλα ονόματα,/ Με ποτέ δεν εθάμβωσαν/ Σκήπτρων ακτίνες”. Αι ευχαί.
Χανιώτικα νέα (25.03.2014)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου