'
«Με τα ρούχα αιματωμένα,/ ξέρω ότι έβγαινες κρυφά/ να γυρεύεις εις τα ξένα/ άλλα χέρια δυνατά.// Μοναχή τον δρόμο επήρες,/ εξανάλθες μοναχή/ δεν είν’ εύκολες οι θύρες/ εάν η χρεία τες κουρταλεί.// Άλλος σου έκλαψε εις τα στήθια,/ αλλ’ ανάσασιν καμμιά·/ άλλος σου έταξε βοήθεια,/ και σε γέλασε φρικτά.// Άλλοι, ωϊμέ, στη συμφορά σου/ οπού εχαίροντο πολύ,/ “σύρε να βρεις τα παιδιά σου,/ σύρε”, έλεγαν οι σκληροί». Από τον “Ύμνον εις την Ελευθερίαν”, του Διονυσίου Σολωμού.
«Της θαλάσσης καλύτερα/ φουσκωμένα τα κύματα/ να πνίξουν την πατρίδα μου/ ωσάν απελπισμένην,/ έρημον βάρκαν.// – στην στεριάν, στα νησία/ καλύτερα μίαν φλόγα/ να ιδώ παντού χυμένην,/ τρώγουσαν πόλεις, δάση,/ λαούς και ελπίδας.// – καλύτερα, καλύτερα/ διασκορπισμένοι οι Έλληνες/ να τρέχωσι τον κόσμον,/ με εξαπλωμένην χείρα/ ψωμοζητούντες·// Παρά προστάτας να ‘χωμεν./ Με ποτέ δεν εθάμβωσαν/ πλούτη ή μεγάλα ονόματα,/ με ποτέ δεν εθάμβωσαν/ σκήπτρων ακτίνες». Από το ποίημα “Αι ευχαί” του Ανδρέα Κάλβου.
«Βαπόρι στολισμένο βγαίνει τα βουνά/ κι αρχίζει τις μανούβρες “βίρα μάινα”/ Την άγκυρα φουντάρει στις κουκουναριές/ φορτώνει φρέσκο αέρα κι απ’ τις δυο μεριές […] Κατακλυσμούς ποτέ δε λογαριάσαμε/ μπήκαμε μες στα όλα και περάσαμε/ Κι έχουμε στο κατάρτι μας βιγλάτορα/ παντοτινό τον Ήλιο τον Ηλιάτορα!» Από το ποίημα “Το τρελοβάπορο” του Οδυσσέα Ελύτη.
Με αφορμή τη διεξαγωγή της πρόσφατης Συνόδου Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι στίχοι του Διονυσίου Σολωμού, του Ανδρέα Κάλβου και του Οδυσσέα Ελύτη. Για ένα ευρύτερο προβληματισμό. Στη 10ετία του 1820, όταν οι Έλληνες αγωνίζονταν για την ελευθερία τους γράφτηκαν ο “Ύμνος εις την ελευθερίαν” και “Αι ευχαί”, 120 χρόνια αργότερα, την περίοδο της Γερμανικής Κατοχής “Το τρελοβάπορο”. Καθόλου αντικρουόμενα μεταξύ τους, κι ας είναι διαφορετικές οι προσεγγίσεις των. Ωστόσο κι ενώ το “Τρελοβάπορο” εξακολουθεί να ταξιδεύει, στις διεθνείς σχέσεις ισχύει πάντα το ρηθέν από τον Ελευθέριο Βενιζέλο ότι δεν υπάρχουν εθνικά δίκαια αλλά εθνικά συμφέροντα…
ΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ ΜΑΣ ΕΠΙΜΕΝΟΥΝ ΝΑ ΜΙΛΟΥΝ
«Ο ίδιος αιγιαλός, το λιμάνι, ο φάρος, η προκυμαία./ Οι παραλλαγές προσαρμόζονται στην παλιά εικόνα/ που έχω κλείσει μέσα μου από παιδί,/ δεν μπορούσε να ‘ναι αλλιώς, δεν μπορούσε να ‘ναι./ Τριάντα χρόνια πες ανέβαινα την ίδια κλίμακα,/ τον ορίζοντα τον ίδιο εθωρούσα/ να με πνίγει και να με λυτρώνει.// Από σήμερα πρέπει να ‘ναι ανάμνηση όλ’ αυτά,/ το “σοφό μέγαρο” κι ό,τι ονειρεύτηκα εντός του/ και ό,τι έζησα κοντά σ’ αγαπημένες εκφράσεις/ που τα βήματά τους δεν ακούγονται στην κλίμακα,/ καθώς και τα δικά μου θα σιγήσουν.// Εδώ μέσα είχε μορφωθεί ο αγώνας και τ’ όνειρο/ που χιλιάδες μάτια ξετυλίσσουν σήμερα/ σε ψυχρές αίθουσες χωρίς θάλασσα κι ορίζοντα,/ δίχως να φαντάζονται/ τη σημασία που είχε για το “δάσκαλο”/ ένα ερείπιο ασήμαντο καθώς αυτό». Το ποίημα “Παλαιόν Τελωνείον” του Νικολάου Β. Τωμαδάκη.
«Όλα σαν τα φύλλα πέφτουν/ γίνονται σκόνη/ Αν φυσήξεις δυνατά αποκαλύπτονται σπασμένα οστά/ κρανία θρυμματισμένα κορασίδας/ και ζώου θυσίας/ σε υποχθόνιους θεούς./ Πάνω απ’ το λιμάνι στο Καστέλι/ κοιμάται ακόμη η αρχαία πόλη/ Ακούγονται χτύποι από μαραγκούς ή σιδεράδες/ κι είναι φορές που ξεχειλίζει άρωμα από κυδώνι/ Κτυπούν τα νερά/ τα κουπιά τα καΐκια/ Είναι φορές/ ακροπατώ μη τους ταράξω/ εκεί που μερεμένοι/ κοιμούνται/ άλλοτε ψάχνοντας/ κάποιο ξεχασμένο δαχτυλίδι/ ή ένα όμορφο αγγείο ή μια πυξίδα/ Ποιός ψάχνει αυτοί ή εγώ δεν ξέρω/ εκείνοι ή εμείς/ Να ακουμπήσουμε τα δάχτυλα/ στους αρχαίους εκείνους προγόνους/ να τους δούμε/ ή ν’ ακουμπήσουν αυτοί πάνω μας να μας νιώσουν/ Όλα δεν πωλούνται, όλα δεν ενοικιάζονται/ Η ψυχή της πόλης δεν μπορεί να γίνει ξενοδοχείο». Άτιτλο ποίημα του Γρηγόρη Γεωργουδάκη.
Στο Παλιό Τελωνείο των Χανίων που στέγαζε το Ιστορικό Αρχείο Κρήτης, και που δεν υπάρχει σήμερα, αναφέρεται ο και ποιητής, σοφός καθηγητής, Νικόλαος Τωμαδάκης, εν έτει 1959. Στον παρακείμενο λόφο του Καστελιού, που θέλουν να “ξενοδοχοποιήσουν” αναφέρεται στο δικό του, πρόσφατο (το αλίευσα τις προάλλες απ’ το Διαδίκτυο) ο επίσης Χανιώτης γιατρός – ποιητής Γρηγόρης Γεωργουδάκης. Αν μη τι άλλο, οι ποιητές μας επιμένουν να μιλούν!
Χανιώτικα νέα (Τρίτη, 6.10.2020)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου