Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης

Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2011

ΠΑΙΔΟΤΟΠΟΣ


Στ’ ταξη Δημ. Σχ. Κολυμβαριου
Ιστορίες της ΚατοχήςI

Ιστορίες ανθρώπων που έζησαν στην κατοχή, έτσι όπως τις κατέγραψαν τρία απ’ τα παιδιά της Στ’ τάξης του Δημ. Σχ. Κολυμβαρίου, μαζί με κάποιες άλλες εργασίες συμμαθητών τους, διανθισμένες με σχετικές ζωγραφιές, φιλοξενούνται στον σημερινό Παιδότοπο.
'Αγιού μην τάξεις τάξιμο και κοπελιού κουλούρι', λέει μια παλιά παροιμία.
'Κρατώ στον φάκελό μου τις εργασίες που δεν χώρεσαν στον σημερινό Παιδότοπο, ελπίζοντας ότι κάποτε θα βγουν κι αυτές στο λιακωτό της δημοσιότητας', έγραψα εν είδει σημειώσεως στον πρόλογο του Παιδότοπου της 28ης Οκτωβρίου 2011, στον οποίο είχαν φιλοξενηθεί άλλες εργασίες συμμαθητών τους κάτω απ’ τον τίτλο 'Επιστροφή στις μέρες του Σαράντα'.
Γιατί να μην υλοποιήσω σήμερα την υπόσχεσή μου; Γιατί να περιμένουν κι άλλο τα Εκτάκια να δουν δημοσιευμένα τις τόσο, μα τόσο όμορφες, εργασίες; Το γοργόν και χάριν έχει!
Πάντα ανοιχτός ο Παιδότοπος και σ’ άλλες σας εργασίες, όπως αυτές που κάματε, έχοντας σαν εμψυχώτριες τις δασκάλες σας, τη Μαρία Βουτσά και τη Βασιλική Σκουρού, και με την προτροπή του διευθυντή σας, του Δημήτρη του Χαμηλάκη...

Β.Θ.Κ.

Η ιστορία του προπάππου μου

Γεννήθηκε το 1912 στο χωριό της Αγίας Μαρίνας Χανίων. Μεγάλωσε σε μια οικογένεια που ήταν πολύ ευσεβής και αυστηρή. Επίσης βίωνε την δυσκολία και τη φτώχεια της ζωής. Δεν υπήρχαν τότε δυνατότητες για σπουδές και γράμματα. Ο πατέρας του ήταν μαραγκός. Αλλά ο προπάππους μου όμως μάθαινε την τέχνη του χτίστη από κάποιον γείτονά τους στη γειτονιά του προπάππου μου.
Τελειώνοντας το στρατό, το 1933 παντρεύτηκε. Το 1935 έκανε το πρώτο του παιδί. Το 1939 γεννήθηκε ο παππούς μου, Τιμολέων.
Αλλά δυστυχώς το 1940, λόγω του πολέμου έφυγε μαζί με όλους τους συγχωριανούς του για τα Αλβανικά Μέτωπα.
Κατά τη διάρκεια του πολέμου, πιάστηκαν πολλοί αιχμάλωτοι, μέσα σε αυτούς και ο προπάππους μου.
Για τρία χρόνια η οικογένειά του δεν είχε κανένα σημείο ζωής του. Δεν ήξεραν αν ζούσε ή αν ήταν πεθαμένος.
Τους αιχμαλώτους τους είχαν σε στρατόπεδα απομονωμένους. Τους έκαναν πολλά βασανιστήρια, τους έδιναν μόνο 40γρ. φαΐ, ελάχιστο νερό γι’ αυτό το λόγο έβγαιναν έξω και έτρωγαν χορτάρι. Πολλούς από αυτούς τους έλιωναν και τους έβαζαν στον φούρνο για να τους κάνουν σαπούνι. Ο προπάππους μου ήταν έξυπνος γιατί δούλευε το μυαλό του και ξεχώρισε μαζί με κάποιους άλλους. Μερικοί μαζί μ’ αυτούς και ο προπάππους μου, τους έπαιρναν οικογένειες Γερμανών και τους έκαναν διάφορες δουλειές. Οι Γερμανοί είδαν ότι ήξερε την τέχνη του χτίστη και τον εκμεταλλευόταν, όλο και περισσότερο, αλλά αυτό ήταν και η αιτία που ζούσε ακόμα.
Μετά μέσω του Ερυθρού Σταυρού βρέθηκαν κάποιοι επιζώντες. Εν τω μεταξύ, η οικογένεια του νόμιζε ότι είχε πεθάνει. Επίσης η γυναίκα του ήταν μαυροφορεμένη, λόγω του υποτιθέμενου θανάτου του.
Αιτία ήταν ο Ερυθρός Σταυρός και γύρισαν πίσω στα σπίτια τους το 1945 ταλαιπωρημένοι, κουρασμένοι, βασανισμένοι αλλά και χαρούμενοι που ήταν πίσω στις οικογένειες τους. Μετά που γύρισε πίσω, διηγήθηκε στον παππού μου την ιστορία του και τις δυσκολίες που πέρασε. Επίσης έκανε ακόμα 2 παιδιά και συνέχισε την δουλειά του χτίστη, που αυτή ήταν η αιτία που σώθηκε η ζωή του. Πέθανε το 1997 σε ηλικία 85 ετών.
(Στοιχεία του προπάππου μου: Μιχαήλ Μουσκουντάκης)

Τίμος Μουσκουντάκης

Στην κουφάλα ενός πλατάνου

Ο παππούς μου, μου είπε ότι γεννήθηκε με τη διάρκεια του πολέμου και συγκεκριμένα τον Μάιο του 1943. Ηταν από πολυμελή οικογένεια με 12 παιδιά και λόγω του πολέμου και επειδή ήταν μεγάλη οικογένεια, η επιβίωσή τους ήταν πολύ δύσκολη.
Μου διηγήθηκε λοιπόν μια ιστορία που του έχει πει η μητέρα του. Οι Γερμανοί λοιπόν είχαν πάει πολύ πρωί στο σπίτι του, που βρισκόταν στο χωριό Μεσαύλια. Εκεί είχαν αφήσει τα στρατιωτικά τους αυτοκίνητα και με τα πόδια προχώρησαν για να πάνε στο διπλανό χωριό από ένα μονοπάτι που ήταν 4 χιλιόμετρα. Το χωριό αυτό ήταν η Μαλάθυρος. Οι Γερμανοί έφτασαν εκεί με σκοπό να εκτελέσουν 72 άτομα και ο λόγος ήταν πως είχαν εντοπίσει ανάμεσα στα 2 χωριά έναν ασύρματο της αντίστασης.
Βλέποντας η μητέρα του παππού μου τους Γερμανούς να κατεβαίνουν από τα αυτοκίνητα και να απλώνουν ένα τηλεφωνικό καλώδιο με σκοπό να εντοπίσουν τον ασύρματο φοβήθηκε. Ετσι λοιπόν η μητέρα του παππού μου είπε στις αδελφές του να πάρουν τον παππού μου και να τον κρύψουν σε μια κουφάλα ενός πλατάνου.
Ομως ο παππούς μου στάθηκε τυχερός διότι άπλωσαν το καλώδιο τους δίπλα από τον πλάτανο χωρίς να τον δουν και να τον σκοτώσουν.
Ο παππούς και όλη η οικογένεια επέζησαν από την κατοχή διότι ασχολούνταν λίγο με την κτηνοτροφία και έβαζαν τον παππού μου να βυζαίνει από μια κατσίκα.
Αλεξάνδρα Φαλελάκη

Περιστατικά απ’ την κατοχή (Μαρτυρία Σαράντου Παπαδάκη)

1. Στην Κατοχή σε ένα καφενείο κρύβαμε κάτω από το μπρίκι ένα ράδιο. Μ’ αυτόν τον τρόπο ακούγαμε τις αγγλικές συχνότητες, γράφαμε ό,τι ακούγαμε και τα μοιράζαμε με τον κίνδυνο να μας εκτελέσουν.
Ομως κάποιος από εμάς, μας πρόδωσε και είπε στους Γερμανούς τι κάναμε. Οι Γερμανοί κατέφθασαν στο καφενείο μαζί με τον προδότη για να ψάξουν αλλά δεν το βρήκαν. Ο καφετζής τους διαβεβαίωσε ότι δεν υπήρχε τίποτα και αυτοί θεώρησαν ότι ο προδότης τους είπε ψέματα και άρχισαν να τον χτυπούν.
2. Προσπαθούσαμε να κάνουμε σαμποτάζ στα αυτοκίνητα των Γερμανών. Βάζαμε άμμο μαζί με την βενζίνη. Κάποια στιγμή λοιπόν με είδε ένας Γερμανός να το κάνω αυτό και με κλώτσησε και έπεσα κάτω. Όμως για καλή μου τύχη ένας άλλος Γερμανός μπήκε στην μέση και με έσωσε. Γλίτωσα, χάρηκα πολύ, αλλά ταυτόχρονα απόρησα και με την αντίδραση του άλλου στρατιώτη.
3. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής προκειμένου οι άνθρωποι να επιζήσουν και να αποκτήσουν κάποια προνόμια όπως φαγητό, τη διασφάλιση της ζωής τους κ.λπ. από τους εχθρούς, έφταναν στο σημείο της προδοσίας. Ετσι λοιπόν κάποια στιγμή κάποιος από τους Ελληνες πρόδωσε στους Γερμανούς ότι κάποιοι έκρυβαν Αγγλους σε ένα χωριό. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα οι Γερμανοί να σκοτώσουν όλο το χωριό για να βεβαιωθούν ότι ο προδότης έλεγε αλήθεια. Ο μόνος που έζησε ήταν ο παπάς του χωριού.
4. Μετά από την βοήθεια των βρετανικών αεροπλάνων είχαν μείνει μερικοί Γερμανοί στα Κεραμιανά. Προκειμένου λοιπόν να τους εξοντώσουν οι Ελληνες έστησαν ενέδρα για να τους σκοτώσουν. Με αυτόν τον τρόπο θεώρησαν ότι πήραν εκδίκηση για όλα αυτά τα δύσκολα που είχαν περάσει. Αυτό που κυριαρχούσε ήταν μόνο το μίσος και δεν γιατρευόταν εύκολα. Από την μάχη αυτή ξεχώρισε ο Γεώργιος Ζυμβραγάκης.
5. Κατά τη διάρκεια της εφόδου των γερμανικών αεροπλάνων προσπαθούσαμε να κρυφτούμε. Ετσι λοιπόν πολλά κοριτσάκια σαν την γιαγιά σου Ευθυμία Ζυμβραγάκη προστατεύανε τα μικρότερα αδέρφια τους. Η εικόνα που μου έχει μείνει είναι η γιαγιά σου να κρατάει τον νεογέννητο θείο σου αγκαλιά για να τον προστατέψει.

Iωάννα Ζυμβραγάκη

Χανιώτικα νέα (12.11.11)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου