Ε1 10OY ΔΗΜ. ΣΧ. ΧΑΝΙΩΝ
Το Πολυτεχνείο εξακολουθεί να συγκινεί
Στον απόηχο του εορτασμού της 38ης Επετείου από την εξέγερση του Πολυτεχνείου ο σημερινός Παιδότοπος. Κύριο σώμα του το ποίημα 'Εθνικόν Μετσόβιον Πολυτεχνείον' του Νίκου Παππά (Από την συλλογή 'Μετά την 21ην', εκδ. 'Καρανάση', 1974). Στις γωνιές του κάποιες απ’ τις ζωγραφιές εμπνευσμένες απ’ τις μέρες εκείνες. Ζωγραφιές παιδιών της Ε1 τάξης του 10ου Δημ. Σχ. Χανίων που τις έκαναν στην τάξη τους με την προτροπή της δασκάλας τους των Καλλιτεχνικών Μαθημάτων Ευαγγελίας Βολακάκη, ύστερα από σχετική συζήτηση. Ποιoς είπε ότι το Πολυτεχνείο δεν εξακολουθεί να συγκινεί τα σημερινά παιδιά;
Β.Θ.Κ.
ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΠΑΣ
Εθνικόν Μετσόβιον
Πολυτεχνείον
Επεσε.
Δεν ξέρω από τι,
δεν ξέρω ποιος ήταν
δεν ξέρω πώς ήρθε ως εδώ.
Eπεσε.
Νόμιζε πως πλησίαζε τ’ όνειρο
ήταν είκοσι χρονών
ήξερε να ζητωκραυγάζει
είναι αυτό που με σφάζει συνάδελφε...
Eπεσε. Eπεσαν.
Πέσαμε μαζί τους.
Hταν αυτοί
ήταν τα παιδιά τους
τα παιδιά μας, τα στεφάνια τους,
τα φωτοστέφανα της ιστορίας
το πυροτέχνημα μιας βραδιάς
έπεσαν
εμείς
εκείνοι
όλοι μαζί
όλοι και κανένας,
πέσαμε, έπεσαν,
φωνάξαμε
πού να τους βρεις
πού να βρούμε τη φωνή τους
ηρωική, ακατάσχετη,
κύμα ψυχής αφρισμένο
ακούσαμε το νυχτερινό 'χαίρε' στην πολιορκία
τον ηλεκτρισμό της νεότητας
πέφτοντας
αυτοί, εμείς, όλα τ’ αγάλματα
από τον Υψηλάντη ως τον έσχατο ιερολοχίτη του,
απ’ τον Καραϊσκάκη ως τον Μπάυρον
μια νύχτα ένα ξημέρωμα 'εδώ Πολυτεχνείο',
'σας μιλούμε', 'απόψε λευτερωνόμαστε'
παιδιά, στρατός,
άοπλοι κι οπλισμένοι
έπεσαν όλοι κι όσοι έζησαν
κι όσοι βασάνισαν, κι όσοι πρόδωσαν,
έπεσαν,
στη μέση ένας μεγάλος θάνατος
πάνω απ’ όλα η αθανασία
πιο πάνω απ’ όλους το χαμόγελο
τα στήθη
η σοφή απερισκεψία
στον επερχόμενο
στο σιδερόφραχτο
η τελευταία φωνή τους:
'θα ξανασυνδεθούμε'
'θα σας μεταδώσουμε τα τελευταία νέα μας'
'όσοι έχουν πομπούς ας ενισχύσουν τη φωνή μας'
'θα σας μιλήσουμε ζωντανοί ή νεκροί',
έπεσαν.
- Ζήτω η τραυματισμένη Πατρίδα!
- Ζήτω τα όνειρα που δε σκοτώνονται
οι φωνές που δεν σωπαίνουν!
Eπεσαν - Σηκώθηκαν.
Ξανάπεσαν. Θα σηκωθούνε.
Συνέχεια από αλλεπάλληλες Αναστάσεις.
Φλόγα,
αστραπή
(από πού, σ’ αυτό το σκοτάδι;)
λάμψη
πανόραμα
ιαχή από ομορφιά
λοχαγοί εναντίον Πρυτάνεων
νεαροί μηχανολόγοι αιχμαλωτισμένοι
ενθουσιασμός πάλλευκος
φώναζαν
έκλαιγαν
κλαίγαμε όλοι
ένας μεγάλος ήλιος στα μεσάνυχτα
ένα τριαντάφυλλο σ’ ανοιχτό στόμα
ένας ανδριάντας από εκατομμύρια
ένας ανδριάντας σ’ όλα τ' αναστήματα.
Ο Γρηγόρης ζητωκραύγαζε
με τα μεγάλα του βήματα άνοιγε δρόμους
εφτά ριπές τον γάζωσαν
προσπαθούσαν να τον γυρίσουν πίσω
προχωρούσε μεθυσμένος απ’ τα βήματα στα πόδια
πληγωμένοι κι οι άλλοι
πληγωμένοι κι οι ένοπλοι
ο Γρηγόρης έγερνε, παραπατούσε,
προχωρούσε νηφάλιος
ήταν εκεί
ο Γρηγόρης πανόραμα να τον βλέπουν
ο Γρηγόρης ο μέγας, ο μικρός,
ο άνθρωπος στολίδι των ανθρώπων
άγαλμα υπέροχο
οίστρος μεγάλης στιγμής.
Eγειρε.
Hταν σα να εξορμούσε.
Εγερνε κι εξορμούσε
ζητωκραύγαζε
μεθυσμένος από τα τραύματα του
μιλούσε για μας
φώναζε για μας
πληγωνότανε για μας
προχωρούσε για να μας διασώσει
ο Γρηγόρης
ο άγνωστος
ο γνωστός
ο αθάνατος
ο τόσο ταπεινός κι αγνοημένος
έγερνε κι ανορθωνότανε
όπως ένα νόημα που κυριεύει τη γη...
Εδώ Πολυτεχνείο...
Εθνικόν... Μετσόβιον...
Ολης της Οικουμένης.
Ενας Νοέμβρης σού πήρε τ’ όνομα
εδώ Πολυτεχνείο...
Κατακλυσμός που ρέει απ’ τα βιβλία σας
φωνή που μας επέτρεψε να ζούμε...
Νοέμβρης 1973
Χανιώτικα νέα (19.11.2011)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου