Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης

Δευτέρα 23 Μαρτίου 2015

ΠΑΙΔΟΤΟΠΟΣ

Τι καλύτερο απ’ το να φιλοξενηθούν ποιήματα μεγάλων ποιητών εμπνευσμένα απ’ την Επανάσταση του 1821! Και τι… καλυτερότερο απ’ το να διανθιστούν αυτά τα ποιήματα από πίνακες σπουδαίων ζωγράφων που εμπνεύστηκαν απ’ τον αγώνα των Ελλήνων για ελευθερία!
Η ποίηση είναι ζωγραφική που μιλά, η ζωγραφική είναι ποίηση που σωπαίνει, λένε…
Δείτε περισσότερα... ΠΑΙΔΟΤΟΠΟΣ
Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης


Καλοί μου φίλοι, καλό Σαββατοκύριακο!
Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης, σήμερα 21 Μαρτίου, δεν το ξεχνώ! Μα και προ-προ-προ-παραμονή της 25ης Μαρτίου. Τι καλύτερο απ’ το να φιλοξενηθούν ποιήματα μεγάλων ποιητών εμπνευσμένα απ’ την Επανάσταση του 1821 λοιπόν! Και τι… καλυτερότερο απ’ το να διανθιστούν αυτά τα ποιήματα από πίνακες σπουδαίων ζωγράφων που εμπνεύστηκαν απ’ τον αγώνα των Ελλήνων για ελευθερία!
Η ποίηση είναι ζωγραφική που μιλά, η ζωγραφική είναι ποίηση που σωπαίνει, λένε…
Σας χαιρετώ με αγάπη όλους!
Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης, δάσκαλος


ΕΙΣ ΤΟΝ ΙΕΡΟΝ ΛΟΧΟΝ
Ας μη βρέξει ποτέ
το σύννεφον, και ο άνεμος
σκληρός ας μή σκορπίση
το χώμα το μακάριον
που σας σκεπάζει.
Ας το δροσίση πάντοτε
με τ’ αργυρά της δάκρυα
η ροδόπεπλος κόρη’
και αυτού ας ξεφυτρώνουν
αιώνια τ’ άνθη.
Ω γνήσια της Ελλάδος
τέκνα· ψυχαί που επέσατε
εις τον αγώνα ανδρείως,
τάγμα εκλεκτών Ηρώων,
καύχημα νέον
σας άρπαξεν η τύχη
την νικητήριον δάφνην,
και από μυρτιά σας έπλεξε
και πένθιμον κυπάρισσον
στέφανον άλλον.
Αλλ’ άν τις απεθάνη
δια την πατρίδα, η μύρτος
είναι φύλλον ατίμητον
και καλά τα κλαδιά
της κυπαρίσσου.
Αφ’ ου εις του πρώτου
ανθρώπου
τους οφθαλμούς η πρόνοος
φύσις τον φόβον έχυσε
και τας χρυσάς ελπίδας
και την ημέραν
επί το μέγα πρόσωπον
της γης πολυβοτάνου,
ευθύς το ουράνιο βλέμμα
βαθυσκαφή εφανέρωσε
μνήματα μύρια.
Πολλά μεν σκοτεινά·
φέγγει επ’ ολίγα τ’ άστρον
το της αθανασίας·
την εκλογήν ελεύθερον
δίδει το θείον.
Ελληνες της πατρίδος
και των προγόνων άξιοι·
Έλληνες σεις, πώς ήθελεν
από σας προκριθείν
άδοξος τάφος;
Ο Γέρων φθονερός
και των έργων εχθρός
και πάσης μνήμης έρχεται·
περιτρέχει την θάλασσαν
και την γην όλην.
Από την στάμναν χύνει
τα ρεύματα της λήθης
και τα πάντα αφανίζει.
Χάνονται οι πόλεις, χάνονται
βασίλεια κ’ έθνη.
Αλλ’ ότε πλησιάση
την γην οπού σας έχει,
θέλει αλλάξειν τον δρόμον του
ο Χρόνος, το θαυμάσιον
χώμα σεβάζων.
Αυτού, αφού την αρχαίαν
πορφυρίδα και σκήπτρον
δώσωμεν της Ελλάδος,
θέλει φέρειν τα τέκνα της
πάσα μητέρα,
και δακρυχέουσα θέλει
την ιεράν φιλήσειν
κόνιν και ειπείν: τον ένδοξον
Λόχον, τέκνα, μιμήσατε,
Λόχον Ηρώων.
Ανδρέας Κάλβος


ΤΟ ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΟ





Τούρκοι διαβήκαν. Χαλασμός, θάνατος πέρα ως πέρα.
Η Χίο, τ’ όμορφο νησί, μαύρη απομένει ξέρα,
με τα κρασιά, με τα δεντρά
τ’ αρχοντονήσι, που βουνά και σπίτια και λαγκάδια
και στο χορό τις λυγερές καμιά φορά τα βράδια
καθρέφτιζε μεσ’ τα νερά.
Ερμιά παντού. Μα κοίταξε κι απάνου εκεί στο βράχο,
στου κάστρου τα χαλάσματα κάποιο παιδί μονάχο
κάθεται, σκύβει θλιβερά
το κεφαλάκι στήριγμα και σκέπη του απομένει
μόνο μιαν άσπρη αγράμπελη σαν αυτό ξεχασμένη
μεσ’ την αφάνταστη φθορά.
Φτωχό παιδί, που κάθεσαι ξυπόλυτο στις ράχες
για να μην κλαις λυπητερά, τ’ ήθελες τάχα να ’χες
για να τα ιδώ τα θαλασσά
ματάκια σου ν’ αστράψουνε, να ξαστερώσουν πάλι
και να σηκώσεις χαρωπά σαν πρώτα το κεφάλι
με τα μαλλάκια τα χρυσά;
Τι θέλεις άτυχο παιδί, τι θέλεις να σου δώσω
για να τα πλέξης ξέγνοιαστα, για να τα καμαρώσω
ριχτά στους ώμους σου πλατιά
μαλλάκια που του ψαλιδιού δεν τάχει αγγίξει η κόψη
και σκόρπια στη δροσάτη σου τριγύρω γέρνουν όψη
και σαν την κλαίουσα την ιτιά;
Σαν τι μπορούσε να σου διώξει τάχα το μαράζι;
Μήπως το κρίνο απ’ το Ιράν, που του ματιού σου μοιάζει;
Μην ο καρπός απ’ το δεντρί
που μεσ’ στη μουσουλμανική παράδεισο φυτρώνει,
κ’ έν’ άλογο χρόνια εκατό κι αν πιλαλάει, Δεν σώνει
μεσ’ απ’ τον ίσκιο του να βγει;
Μη το πουλί που κελαηδάει στο δάσος νύκτα μέρα
και με τη γλύκα του περνάει και ντέφι και φλογέρα;
Τι θες κι απ’ όλα τα αγαθά
τούτα; Πες. Τ’  άνθος, τον καρπό; Θες το πουλί;
-Διαβάτη,
μου κράζει το Ελληνόπουλο με το γαλάζιο μάτι:
Βόλια, μπαρούτι θέλω. Νά.
Βίκτωρ Ουγκώ
(Απόδοση στα ελληνικά Κωστής Παλαμάς)


Από τους “Ελεύθερους
Πολιορκημένους”




Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει·
λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί, κι η μάνα το ζηλεύει.
Τα μάτια η πείνα εμαύρισε· στα μάτια η μάνα μνέει·
στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει:
«Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τι σ’ έχω γω στο χέρι;
οπού συ μού ’γινες βαρύ κι ο Αγαρηνός το ξέρει».
Διονύσιος Σολωμός
Χανιώτικα νέα (21.03.2015)


Read more: http://www.haniotika-nea.gr/piimata-ke-pinakes-zografikis/#ixzz3VE2p8Ij5 
Under Creative Commons License: Attribution Non-Commercial 
Follow us: @HaniotikaNea on Twitter | haniotika.nea on Facebook







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου