Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης

Τρίτη 24 Μαρτίου 2015

ΣΤΑ ΠΕΤΑΧΤΑ

ΔΕΝ ΛΟΓΑΡΙΑΖΕ τους καιρούς και τους ανέμους μια ζωή με το που άρχιζε να κατηφορίζει ο ήλιος την παραμονή του Ευαγγελισμού, σαν απόψε, η μάνα μου. Τίποτα, μα τίποτα, δεν τη σταματούσε απ’ το τάξιμό της να πάει ξυπόλυτη απ’ το Νίππος στον Φρε, στη Βαγγελίστρα, για να της κάνει τα ευχαριστήρια που μ’ έφερε στον κόσμο. Σαράντα πέντε χρόνια εκεί την οδηγούσαν τ’ αγιασμένα της βήματα.
Δείτε περισσότερα... ΣΤΑ ΠΕΤΑΧΤΑ
Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης

Φίλες και φίλοι, καλημέρα!
ΕΣΥ κοιμάσαι κι η τύχη σου δουλεύει! Γνωστή σε όλους μας η παροιμία, σ’ έναν τοίχο, ωστόσο, της Αθήνας, όπου βρέθηκα το Παρασκευο-Σαββατοκύριακο, μέχρι και χθες το πρωί, την είδα… ανάποδα. «Εσύ δουλεύεις κι η τύχη σου κοιμάται», έγραφε. Καμιά αντίρρηση ότι στον βαθμό που ισχύει η παλιά παροιμία ισχύει και η ας την πούμε, σύγχρονη εκδοχή της, σκέφτομαι. Αμπελοφιλοσοφίες, για να πάρει… φόρα το μολύβι -είναι μεσημέρι Δευτέρας κι έχω μόλις γυρίσει από το αεροδρόμιο- να… με μαρτυρήσω! Εντάξει, πήρε! ΗΤΑΝ πραγματικά μια πανδαισία ποίησης και μουσικής η εκδήλωση που έγινε την Παρασκευή με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης από την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών στην Αθήνα. Τιμή για μένα το ότι συμμετείχα σ’ αυτήν διαβάζοντας δύο ποιήματά μου. Εντάξει η ποίηση, δεν μπορεί ν’ αλλάξει τον κόσμο. Μπορεί, όμως να βοηθήσει, έστω ελάχιστα, τους ανθρώπους ν’ αλλάξουν, για ν’ αλλάξουν αυτοί με τη σειρά τους τον κόσμο. Μια παρηγοριά είναι κι αυτή η σκέψη… Πάμε παρακάτω!
«ΔΙΠΛΗ ΓΙΟΡΤΗ, διπλή χαρά, πατρίδα κι εκκλησιά μου/ για σας σημαίνουν σήμαντρα παντού και στην καρδιά μου». Από τον φίλο ιερωμένο η σημερινή μαντινάδα για την αυριανή θρησκευτική και εθνική γιορτή. Για τον Ευαγγελισμό της Παναγίας και για την επέτειο της Εναρξης της Επανάστασης του 1821. Χρόνια πολλά σε όλους, ιδιαίτερα, ωστόσο, στους σύνομους και στις συνόμισσες, για την ονομαστική μας γιορτή.
«ΤΟ ΚΑΛΟΝ δεν είναι δύσκολον να γίνει, αλλά μόνον η αληθής αξιότης διδάσκει πώς πρέπει να γίνει», γράφει, μεταξύ των άλλων, ο “Ανώνυμος Ελλην” στην “Ελληνική Νομαρχία” του, ήτοι εις τον “λόγον του περί ελευθερίας”, που κυκλοφορήθηκε για πρώτη φορά στη Βενετία, εν έτει 1806. Ζητούμενο πάντα “η αξιότης” προπάντων σε συλλογικό επίπεδο. Κι ας ελευθερώθηκε η Ελλάδα, όπως ελευθερώθηκε από τον Τούρκο δυνάστη. Με τον μέσα μας δυνάστη, τι γίνεται!
ΜΕΤΑ ΤΗ μίνι διάσκεψη κορυφής των Βρυξελλών, απ’ την οποία δεν βγήκε μαύρος καπνός, όπως κάποιοι φοβόντουσαν, η συνάντηση του Ελληνα πρωθυπουργού, με τη σιδηρά καγκελάριο, χθες. Πάλι στο άγνωστο με βάρκα… τ’ ακρογιάλι! Καθόλου εύκολες οι θύρες «εάν η χρεία τες κουρταλεί». Πάντα σε ισχύ ο λόγος του Εθνικού μας Ποιητή. Αχ αυτή η “χρεία” και πότε θα γίνει… αχρείαστη!
ΔΕΝ ΛΟΓΑΡΙΑΖΕ τους καιρούς και τους ανέμους μια ζωή με το που άρχιζε να κατηφορίζει ο ήλιος την παραμονή του Ευαγγελισμού, σαν απόψε, η μάνα μου. Τίποτα, μα τίποτα, δεν τη σταματούσε απ’ το τάξιμό της να πάει ξυπόλυτη απ’ το Νίππος στον Φρε, στη Βαγγελίστρα, για να της κάνει τα ευχαριστήρια που μ’ έφερε στον κόσμο. Σαράντα πέντε χρόνια εκεί την οδηγούσαν τ’ αγιασμένα της βήματα.
ΣΤΟΝ πόλεμο του Κεφαλόβρυσου, όπου σκοτώθηκε ο Μάρκος Μπότσαρης, είχε στείλει κι ο Καραϊσκάκης ένα μικρό σώμα, αυτός όμως δεν έλαβε μέρος γιατί ήταν άρρωστος στο μοναστήρι του Προυσού. Αφού σκοτώθηκε ο Μάρκος, οι Σουλιώτες φέρανε το λείψανό του και το ξαπλώσαν εμπρός στο νάρθηκα της εκκλησίας του μοναστηριού. Σηκώθηκε τότε ο Καραϊσκάκης από το κρεβάτι και πήγε σέρνοντας και φίλησε με δάκρυα το νεκρό του Μάρκου και είπε: «Άποτε, ήρωα Μάρκο, κι εγώ από τέτοιο θάνατο να πάω». Και πήγε αληθινά όπως ευχήθηκε… Από το βιβλίο “Ιστορική Ανθολογία” του Γιάννη Βλαχογιάννη. «Καβάλα πάει ο Χάροντας/ το Διγενή στον Άδη/ κι άλλους μαζί κλαίει, δέρνεται/ τ’ ανθρώπινο κοπάδι./ Και τους κρατεί στου αλόγου του/ δεμένους τα καπούλια/ της λεβεντιάς τον άνεμο/ της ομορφιάς την πούλια./ Και σαν να μην την πάτησε του Χάρου το ποδάρι/ ο Ακρίτας μόνο ατάραχα/ κοιτάει τον καβαλάρη./ – Ο Ακρίτας είμαι, Χάροντα,/ δεν περνώ με τα χρόνια μ’ άγγιξες και δε μ’ ένιωσες/ στα μαρμαρένια αλώνια./ Ειμ’ εγώ η ακατάλυτη/ ψυχή των Σαλαμίνων/ στην Εφτάλοφον έφερα το σπαθί των Ελλήνων./ Δεν χάνομαι στα Τάρταρα/ μονάχα ξαποσταίνω./ Στη ζωή ξαναφαίνομαι/ και λαούς ανασταίνω». Το ποίημα “Ο Διγενής” του Κωστή Παλαμά.
ΧΑΙΡΕΤΩ ΣΑΣ ΚΙ ΑΓΑΠΩ ΣΑΣ! (petaxta.blogspot.com)

Χανιώτικα νέα (24.03.2015)


Read more: http://www.haniotika-nea.gr/sta-petachta-268/#ixzz3VIsHwCDg 
Under Creative Commons License: Attribution Non-Commercial 
Follow us: @HaniotikaNea on Twitter | haniotika.nea on Facebook

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου