Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης

Δευτέρα 13 Ιουλίου 2020

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ


ΒΑΓΓΕΛΗΣ Θ. ΚΑΚΑΤΣΑΚΗΣ: 45 ΧΡΟΝΙΑ ΕΠΙ ΤΩΝ ΕΠΑΛΞΕΩΝ 
ΑΠΟ "ΤΑ ΑΛΟΓΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ" ΜΕΧΡΙ ΤΙΣ "ΣΤΑΣΕΙΣ"

      


Γράφει η Αθηνά Κανιτσάκη*


Δεν ξέρω γιατί, αλλά κάποιες φορές με το πέρας μιας εκδήλωσης νοιώθεις τόσο γαληνεμένος, τόσο ξαλαφρωμένος απ’ τα βάρη της καθημερινότητας, τόσο πλήρης! Να είναι το θέμα της που σε σαγήνευσε, να είναι ο χώρος, οι ομιλητές που σε καθήλωσαν; Όλοι κι όλα νομίζω! Κι αυτές τις σκέψεις τις έκανα επιστρέφοντας σπίτι από την παρουσίαση του βιβλίου «Τα Γράμματα Της Παναγίας» του κ. Βαγγέλη Κακατσάκη στην αίθουσα εκδηλώσεων του Ι. Ν. Αγίας Αικατερίνης Νέας Χώρας, που διοργάνωσε η ενορία σε συνεργασία με την Ένωση Πνευματικών Δημιουργών Χανίων. Βαθιά η συγκίνηση της ημέρας! Που κράτησε μέχρι που έπεσα για ύπνο, ενώ στ’ αυτιά μου ηχούσε ακόμα η φωνή της μάνας του Χριστού, τα λόγια που κάθε μάνα θα έλεγε στο παιδί της για να το στηρίξει, να το προφυλάξει, να το απαλλάξει απ’ τα δεινά που το περιμένουν…Το κακό προαίσθημα, η αγωνία, η οδύνη κι ο θρήνος της επίσης, εμφανή σε κάθε ξεχωριστή λέξη, φράση ή παράγραφο του κειμένου…» 

Αυτά μεταξύ άλλων είχα γράψει για την εκλεκτή παρουσίαση της ημέρας εκείνης, για να επανέλθω σήμερα να πω δυο λόγια για άλλο ένα βιβλίο του, το «Μια στάση εδώ…Μια στάση εκεί…», που περιέχει επιλεγμένα κομμάτια της στήλης από δημοσιεύματα του 2017. Ξεκινώντας απ’ την συγκίνηση που μου προκάλεσε στην πρώτη σελίδα, η ομολογία του πως ένοιωθε «τιμωρημένος» στο μικρό διάστημα που μεσολάβησε απ’ τη… «στάση» της πολυδιαβασμένης στήλης του «ΠΕΤΑΧΤΑ», μέχρι το ξεκίνημα των «Στάσεων». Γιατί δεν έγραφε φυσικά! Σαν όλους τους ορκισμένους γραφιάδες που δεν πάει καλά η μέρα τους αν δεν γράψουν μερικές παραγράφους ή και μια-δυο σελίδες. Άνθρωποι σαν κι εμένα που ξεκινήσαμε απ’ το πουθενά και χωρίς γνωριμίες στο χώρο των πνευματικών δημιουργών, δεν ξεχνούμε την πρώτη μας «Εύφημο μνεία» στην άλλη γνωστή στήλη του, όπου κατέθετε τον καλό του λόγο για κάθε παλιό ή καινούργιο δημιουργό, δίνοντάς του φτερά να πετάξει… Από βάθους καρδιάς τον ευχαριστούμε! 

«Μια στάση εδώ…Μια στάση εκεί…» λοιπόν, το καινούργιο του βιβλίο που μου έστειλε τις προάλλες και με λαχτάρα άνοιξα. «…“Επιστροφή στο Νίππος” ο τίτλος της πρώτης Στάσης», μας λέει στον πρόλογο. «Στο Νίππος των παιδικών μου χρονών. Στην αυλή των βασιλικών και του ασβέστη, στα φτερά ενός μικρού σπουργίτη, στον ίσκιο του κυπαρισσιού μου. Στις μνήμες που σταυροδένονται στις ρίζες…» Ανεξίτηλες μνήμες των πρώτων χρόνων του, σχέσεις ζωής με την πατρώα γη, αλλά υπάρχει κι η «σχέση ζωής» με τα «Χανιώτικα νέα»! Που καθώς μας λέει στη συνέχεια του προλόγου: «…άρχισε στα μέσα της δεκαετίας του 1970. Και, βέβαια σχολή, μια σχολή δια βίου επιμόρφωσης για μένα. “Γηράσκω αεί διδασκόμενος”. Δάσκαλος σου λέει ο άλλος! Να το δηλώσω και από εδώ. Καλός δάσκαλος είναι εκείνος που αισθάνεται πάντα μαθητής. Ισχύει ιδιαίτερα στον χώρο της δημοσιογραφίας αυτό. Κι αν έμαθα τα μύρια όσα, κι αν έχω ακόμα να μάθω! Χρεώστης! Χώρια ότι στα «Χανιώτικα νέα» χρωστώ την έκδοση σε βιβλίο   πριν  από πέντε  χρόνια των «Πεταχτών». «Στα πεταχτά» (Επιλογή από το 2012), ο τίτλος  του  και, βέβαια, την έκδοση του ανά χείρας βιβλίου των Στάσεων…» 

Χαιρόμαστε πραγματικά να διαβάζουμε κείμενα με την παρηγορητική γραφή του, καθώς μια φωνή φιλική, ενθαρρυντική ξεπηδά από κάθε λέξη… Φωνή φίλου! Που σου μιλά στα καλά και στα δύσκολα…. Ένα ανοιχτό, ευαίσθητο πνεύμα που εξυψώνει τον συνάνθρωπο, εκφέρει άποψη, ενημερώνει, πάνω απ’ όλα κρατά ζωντανή τη παράδοση και την αγάπη για τους γονείς και το γενέθλιο τόπο. Ο γνωστός συγγραφέας Νίκος Ψιλάκης στην πρόσφατη παρουσίαση στο Ηράκλειο, του συνολικού έργο του κ. Βαγγέλη, μιλώντας για την ποίησή του -γιατί δεν είναι μόνο εκλεκτός συνεργάτης των «Χανιώτικων νέων», αλλά και ποιητής με αξιόλογες ποιητικές συλλογές στο ενεργητικό του- είπε μεταξύ άλλων: «Είναι ευτυχισμένοι οι τόποι που γεννούν ποιητές. Μέσα από την αρμονία του λόγου διασώσουν την ιδιοσυστασία τους, όπως διασώζουν και τα χαρακτηριστικά   τα οποία διαμόρφωσαν εν τέλει την οπτική του πνευματικού δημιουργού, δηλαδή την ουσία του ίδιου του  πολιτισμού   τους . Και ο Κακατσάκης ξέρει να διαλέγεται με τον τόπο, ακόμη και όταν δεν είναι ορατό με μια πρώτη ματιά, ο τόπος είναι παρών σ' έναν αέναο διάλογο με φωνές που μπορεί και να μην εκφράζονται με φθόγγους. Είναι τα πράγματα που δεν μπορούν να ειπωθούν αλλιώς, παρά μόνο με ποίηση…» Ας δώσουμε ωστόσο, τον λόγο και σε άλλους δημιουργούς που μελέτησαν το έργο του και μίλησαν γι’ αυτό: 
Για «ΤΑ ΑΛΟΓΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ» του 1973, μας λέει ο Μανόλης Τσιράκης: «Κάθε στίχος του Κακατσάκη είναι και μια όστρια που αδιόρατο χέρι σου εναποθέτει στη ψυχή, για να σε κάνει κοινωνό μιας ζωής υπερκόσμιας. Δεν είναι δυνατόν όταν πια θα έχεις φτάσει στον τελευταίο στίχο, να μην αισθάνεσαι ξαλαφρωμένος, γιατί οι στίχοι του δεν είναι τίποτε άλλο, από μια εξομολόγηση, μια αυτοκριτική, που τελικά σου προσφέρουν την κάθαρση.» Συνεχίζουμε με το «ΚΑΖΟΒΑΡ", μια καταγγελία της αδιαφορίας του πολίτη και της καταχρηστικής συμπεριφοράς των κρατούντων -πρώτη έκδοση το 1987, δεύτερη έκδοση το 2014- κι ας δώσουμε αυτή τη φορά τον λόγο στην πολυγραφότατη Νανώ Κουτσάκη-Σπανουδάκη που συμπεραίνει: «Διαβάζοντας το ΚΑΖΟΒΑΡ ανακαλύπτω τον λόγο που -και τα καθημερινά «Πεταχτά» του είναι βαθύτατα πολιτικά σχόλια. Είναι επειδή ο ίδιος είναι πολιτικοποιημένος ποιητής. Το σύνολο των ποιημάτων της συλλογής, αν και η αναφορά σε μια συγκεκριμένη εποχή είναι φανερή, είναι τόσο επίκαιρα, που διαβάζοντάς τα βρήκα πολλά που θα μπορούσαν, σήμερα, να σταθούν στη στήλη ως αυτόνομα πολιτικά σχόλια...» Για το «Όταν γίνεις ποίημα» του 2013, ο Γιάννης Α. Φίλης τ. Πρύτανης Πολυτεχνείου Κρήτης και συγγραφέας θα ομολογήσει: «Όταν διαβάζω λογοτεχνία σκέπτομαι συχνά πώς θα έγραφα εγώ τα ίδια πράγματα. Διαβάζοντας τον Κακατσάκη, ξεχάστηκα, όχι γιατί δεν θα έγραφα διαφορετικά, αλλά γιατί ο τρόπος του είναι τόσο ευθύς και έντονος που δεν αφήνει χώρο για άλλες σκέψεις. Είναι χαρά να γνωρίζει κανείς έναν ακόμη μάστορα του λόγου.» Στο «ΟΠΩΣ ΤΟ ΨΩΜΙ» του 2018 ο βετεράνος των γραμμάτων Βασίλης Χαρωνίτης θ’ αναλύσει την γραφή του συναδέλφου εκπαιδευτικού κι εμπείρου λογοτέχνη: «Ο Κακατσάκης άλλοτε παίζει με τις λέξεις και άλλοτε με κοφτούς στίχους μας προβληματίζει και μας ενεργοποιεί. Κινείται ανάμεσα στα σύμβολα και τις έννοιες. Ζει και βιώνει το δράμα του ανθρώπου και μεσ’ από το νου και την καρδιά του χρησιμοποιεί τους στίχους για να το εκφράσει, φανερώνοντας την αλήθεια του στον κόσμο της αδιαφορίας ή της αμάθειας, κόσμος αυτός στην άγνοια του ίδιου του κόσμου.» Αλλά ας γυρίσουμε στο πιο πρόσφατο «πνευματικό παιδί» του για να δώσουμε δείγμα γραφής και απ’ αυτό. Το διαβάσαμε και ξαναδιαβάσαμε για να σταθούμε στον μήνα Απρίλιο. Λόγω των ημερών στην σελίδα 49, που είχε δημοσιευτεί την Παρασκευή 14/4/2017. Εκεί όπου βρίσκεται η κατάθεση ψυχής ενός νέου που έμελλε να εξελιχτεί σ’ ένας από τους καλύτερους λογοτέχνες μας, να είναι καλοδεχούμενος παντού, να κυκλοφορεί με το μπλοκάκι και το μολυβάκι του και να μοιράζει κλαδάκια βασιλικού και αγάπη! Είναι το πρώτο δημοσιευμένο κείμενο του αγαπητού μας κ. Βαγγέλη, μαθητή τότε της Γ’ Λυκείου Βάμου, με τίτλο «Τα όνειρα του δειλινού», και είναι η ιστορία ενός παιδιού που μέσα σε μια ανθοβολούσα άνοιξη συναντά τον Ιησού να κουβαλά τον Σταυρό του μαρτυρίου του: Άδολο, ευαίσθητο παιδί θα τον πλησιάσει και θα ρωτήσει: « …“Κουράστηκες;” Οι λόγχες των στρατιωτών έλαμπαν στον ήλιο. Οι φωνές του όχλου ακούγονταν μακριά. Και το παιδί ξαναρώτησε τον άνθρωπο με τον σταυρό “Κουράστηκες;” Ήταν βέβαιο, πως είχε κουραστεί. Το πρόσωπό του αυλακωμένο από τον ιδρώτα ολοκίτρινο -κι όμως γαλήνιο- ατάραχο. Κρατούσε τον σταυρό γερά και δεν μιλούσε σε κανένα. Τα λουλούδια μοσκοβολούσαν στην πλαγιά του βουνού και τ’ αρνάκια βέλαζαν ασταμάτητα. Δυο συννεφάκια παιχνίδιζαν με τον ήλιο και το παιδάκι με αγωνία ερώτησε “Γιατί δεν μιλάς; Κουράστηκες;” Πάλι δε μίλησε κανείς. Άλλωστε είχαν φθάσει στον Τόπο. Ήταν ένα βουνό γεμάτο σκουπίδια και σαπημένα κόκκαλα. Ξάπλωσαν τον άνθρωπο πάνω στο σταυρό. Κανείς δεν μιλούσε. Ακούονταν ξεροί οι κρότοι των σφυριών πάνω στα καρφιά που περνούσαν τα κοκκαλιάρικα χέρια και καρφώνονταν στο ξύλο. Και το παιδάκι, ντυμένο λευκά μίλησε έτσι “Τι σας έκανε ο άνθρωπος; Ήταν τόσο καλός. Σας βοήθησε, σας αγάπησε. Σας συμπόνεσε…” Ποιο να ήταν άραγε το παιδάκι του ονείρου που συμπόνεσε τον Άνθρωπο; Ήταν η συνείδηση των ανθρώπων! Κι είναι δειλή η συνείδηση και δεν μιλά δυνατά. Δεν ακούγεται. Και δεν ακούστηκε το παιδάκι παρά μόνο από τον άνθρωπο με τον σταυρό. Χτυπούσαν οι καμπάνες της αγάπης! Θα έλθουν οι μέρες, που ο κόσμος θα γίνει ένα όνειρο. Θα καταλαγιάσουν οι μαχητές. Ο πόνος θα σβήσει απ’ τα πρόσωπα. Και θα πλησιάζει τον καθένα το παιδάκι, θα τον σταματά και θα τον ρωτά “Κουράστηκες;” Και η απάντηση θα ’ναι “Γιατί να κουραστώ;”» 
Εδώ τελειώνει το πρώτο αυτό πόνημα του αγαπητού μας δημιουργού και 

δοτικούανθρώπουπου δεν θα χάσει την ευκαιρία να πει ξανά τον καλό του λόγο στην 

τελευταία παράγραφο 
του δημοσιεύματος: «…Σημείωση: Και γιατί αναφέρεται στο Μεγάλο Σάββατο, ένα Μεγάλο 

Σάββατο πριν από 51 χρόνια, η αναδημοσίευση σήμερα Μεγάλη Παρασκευή στις Στάσεις, 

από το με αριθμό 4 τεύχος (Απρ. Ιούνιος 1966) του περιοδικού “Η Φωνή των Νέων” της 

Ιεράς Μητροπόλεως Κισάμου και Σελίνου, του παραπάνω κειμένου του γράφοντος. 

Ανεκλάλητη τότε η χαρά μου θυμάμαι. Το ίδιο ανεκλάλητη όμως κι αυτή που πήρα τις 
προάλλες όταν ο μόνος που θα μπορούσε να το έχει διασώσει, ο και καλά καλός φίλος 
δάσκαλος-λαογράφος Σταμάτης Αποστολάκης, με πληροφόρησε ότι και βέβαια έχει στο 
αρχείο του το πρώτο μου δημοσίευμα…Αυτό κι αν είναι λαμπριάτικο δώρο! 
Καλή Ανάσταση, Σταμάτη! Καλή Ανάσταση καλοί μου φίλοι!»
Καλό Πάσχα κ. Βαγγέλη! Πάντα άξιος και δημιουργικός!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου