Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης

Σάββατο 4 Ιουλίου 2020

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ


Ο ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΚΑΚΑΤΣΑΚΗΣ ΑΠΑΝΤΑ ΣΕ 11+1 ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ 
ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΗ ΛΕΙΜΟΝΗ









https://www.bookia.gr/index.php?action=Blog&post=6f57150b-f43d-4b29-897f-d56e4cbaf801&fbclid=IwAR1--T9uQz0FmKcKuEYYngrsltqw38iMnXwjtbmwWyelquTmcVNrRtwadp8


Ο Βαγγέλης Κακατσάκης γεννήθηκε στο Νίππος Χανίων από γονείς αγρότες. Είναι απόφοιτος της Μαρασλείου Παιδαγωγικής Ακαδημίας, σπούδασε στην Πάντειο Σχολή (σημερινό Πάντειο Πανεπιστήμιο) και μετεκπαιδεύτηκε στις Επιστήμες της Αγωγής. Εργάστηκε για 36 χρόνια ως δάσκαλος. Έχει ασχοληθεί ενεργά, για μια 20ετία περίπου, με το συνδικαλισμό και συνεχίζει ν' ασχολείται εδώ και 40 χρόνια με τον πολιτισμό και την παράδοση. Είναι συνεργάτης, απ' τα μέσα της 10ετίας του 1970, της εφημερίδας "Χανιώτικα νέα". Εκτός των άλλων δημοσιευμάτων του (ποιήματα, διηγήματα, επιφυλλίδες, χρονογραφήματα, άρθρα, μελέτες κ.λπ.) έχουν κυκλοφορηθεί σε βιβλία και ποιητικές του συλλογές.

Έργα του: «Τα γράμματα της Παναγίας», Ιερά Μητρόπολη Κισάμου και Σελίνου, «Στα πεταχτά», Κοινωφελές Ίδρυμα Αγία Σοφία, «Όταν γίνεις ποίημα», Πολιτιστική Εταιρεία Κρήτης "Πυξίδα της Πόλης", «ΚΑΖΟΒΑΡ», Πολιτιστική Εταιρεία Κρήτης "Πυξίδα της Πόλης", «Μια στάση εδώ, μια στάση εκεί», Χανιώτικα Νέα και «Τα χελιδόνια του μοναχού», Δικτυακή έκδοση.



Δάσκαλος, δημοσιογράφος, αρθρογράφος, ποιητής, συγγραφέας, σύζυγος, πατέρας, παππούς… Ποιος από όλους αυτούς τους «ρόλους» μπορεί να επισκιάζει τους άλλους ή συνυπάρχουν αρμονικά;

Από ρόλους άλλο τίποτα, έχω να προσθέσω κι άλλους στους παραπάνω της ερώτησής σας. Τον ρόλο του καλλιεργητή της γης για παράδειγμα. Αγαπημένος μου κι αυτός, όπως κι όλοι οι άλλοι. Κοινός παρονομαστής όλων πάντως η φράση του Νίκου Καζαντζάκη, που καλλιτεχνικά γραμμένη την έχω, εδώ και 35 χρόνια, πάνω από το γραφείο μου. «Ν’ αγαπάς την ευθύνη. Να λες: Εγώ μονάχος μου θα σώσω τη γης. Αν δε σωθεί, εγώ θα φταίω».

Κουβαλάμε τις αφηγήσεις και τις αναγνώσεις μας… Ποιο είναι το δικό σας «φορτίο»;

«Πολλά βράδια,\ λίγο πριν κλείσω τα μάτια,\ πιάνω την ψυχή μου απ’ το χεράκι\ - «στράτα στρατούλα», της λέω - \ και τη βγάζω βόλτα\ στα παιδικά μου λημέρια», γράφω σ’ ένα από τα ποιήματά μου. Εδώ στα «παιδικά μου λημέρια» συναντώ, μεταξύ των άλλων και το τραγούδι του Άι – Γιώργη, που μου είπε η μάνα μου, δίπλα στην παρασιά, όταν ήμουν πέντε χρονών , όπως και το πρώτο βιβλίο που διάβασα, «Τα ψηλά βουνά» του Ζαχαρία Παπαντωνίου, που είχα βρει σ’ ένα παλιό μπαούλο, στα δέκα μου χρόνια. Για να μείνω μόνο στην πρώτη αφήγηση και στην πρώτη ανάγνωση, στα πρώτα «ωραία» βάρη του «φορτίου» μου…

Πώς αυτό μεταπλάθεται, αξιοποιείται, εντοπίζεται στην τέχνη σας;

«Το ύφος είναι ο άνθρωπος», έχει πει ο Byffon. Και βέβαια ισχύει στην περίπτωσή μου. Τα που βίωσα, τα που είδα, άκουσα. γεύτηκα, μυρίστηκα, άγγιξα, ένιωσα , και βέβαια τα που διάβασα, μεταπλάθονται και αξιοποιούνται «φυσικώ τω τρόπω» στα όποια γραφτά μου. Και στην ποίηση και στη δημοσιογραφία, προπάντων στις διάφορες στήλες που είχα ή έχω στα «Χανιώτικα νέα». Εντοπίζεται, νομίζω, εύκολα αυτό.

Και το γύρω περιβάλλον σας στενότερο ή ευρύτερο; Ποιο ρόλο έπαιξε ή διαδραματίζει;

Ευλογία για μένα να γεννηθώ και να περάσω τα πρώτα χρόνια της ζωής μου στο Νίππος Αποκορώνου, ένα χωριό στον ίσκιο των Λευκών Ορέων που βιγλίζει, ωστόσο τον Ψηλορείτη. Οι γονείς μου ήταν αγρότες, το λέω με καμάρι αυτό. Αυτοί μου έμαθαν να διαβάζω το βιβλίο της φύσης, σε ατέλειωτες αναγνώσεις. Τύχη αγαθή αργότερα, όταν πήγαινα στο γυμνάσιο, η ανακάλυψη ενός άλλου μαγικού κόσμου του κόσμου των εξωσχολικών βιβλίων. Από μια καθηγήτριά μου η μύηση στη λογοτεχνία…. Από ένα σημείο και πέρα διάβαζα κι έγραφα για να υπάρχω και υπήρχα διαβάζοντας και γράφοντας.

Αγαπημένο άκουσμα (ιστορία-τραγούδι-φράση);

Μένω, αφού δεν έχω περισσότερες επιλογές, στην ιστορία «Ο γάτος που έμαθε σ’ ένα γλάρο να πετάει» του Σαπούλδεβα, στον στίχο του Ομήρου «μηδέ αισχυνέμεν γένος προγόνων» και στο ριζίτικο τραγούδι «Στον ουρανό γλεντίζουνε, στον Άδη κάνουν γάμο», όπως τραγουδιέται ακόμα σε γλέντια.

Αγαπημένη εικόνα;

Η εικόνα της φωτιάς που ανάβαμε για πολλά χρόνια την παραμονή του Αγίου Πνεύματος στην εκκλησία της γειτονιάς μας, τις Κατούνες του Νίππους, με την οποία στέλναμε χαιρετίσματα στη Μαδάρα. Για πολλούς λόγους. Δεν το συζητώ…

Αν δεν αναπνέατε με οξυγόνο, τι θα σας έδινε ζωή;

Το μολυβάκι μου και το σημειωματάριό μου, που θέλω να τα έχω διαρκώς στη διάθεσή μου. Ούτε αυτό το συζητώ.

Αν έπρεπε να στερηθείτε κάτι που αγαπάτε πολύ τι θα ήταν αυτό;

Για κάτι που αγαπώ πραγματικά, νομίζω ότι αξίζει η όποια θυσία…

Αγαπημένο: Όνομα; Λουλούδι; Γεύση; Μυρωδιά;

Το πιο αγαπημένο από τα ονόματα το Θεοκλής που είναι το όνομα ενός παππού οπλαρχηγού των Κρητικών Επαναστάσεων, του πατέρα μου, του δεύτερου γιου μου και του πρώτου μου ανιψιού. Το πιο αγαπημένο από τα λουλούδια ο βασιλικός, η πιο αγαπημένη γεύση της τσικουδιάς μόλις βγει από το καζάνι και η πιο αγαπημένη μυρωδιά αυτή του βασιλικού, που την κρατά ακόμα κι όταν μαραθεί.

Ένας κακός εφιάλτης;

Να θέλω να σημειώσω κάτι σπουδαίο και να μη βρίσκω το μολυβάκι και το σημειωματάριο μου…

Ένας επόμενος στόχος στη ζωή σας, στην πορεία σας;

Λέγεται ότι όταν οι άνθρωποι κάνουν σχέδια, ο Θεός γελά, γιατί δεν ξέρουν τι τους έρχεται την επόμενη στιγμή. Ωστόσο εγώ επιμένω να βάζω στόχους στη ζωή μου, βραχυπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους. Ένας από τους πρώτους να κυκλοφορήσει σε έντυπη έκδοση η ποιητική μου συλλογή «Τα χελιδόνια του μοναχού», που κυκλοφορεί από το τέλος του Απρίλη ελεύθερα στο Διαδίκτυο.

Σας δίνω πέντε λέξεις, σας παρακαλώ κάντε μου ένα μικροδιήγημα σε 43 ακριβώς λέξεις, αυτοβιογραφικό ή μη: πυξίδα, άλογο, ναός, γη και μαντινάδα.

Ανέβηκε στο άλογό του και ξεκίνησε για άλλη γη, για άλλα μέρη. Τραγουδούσε σε όλο τον δρόμο την ίδια μαντινάδα: Πυξίδα έχω την καρδιά και βάρκα την ελπίδα\ και τη δική σου θύμηση παντοτινή ασπίδα. Λουσμένος στον ήλιο ο ναός της αγάπης του.

Σας ευχαριστώ.

Κι εγώ σας ευχαριστώ. Χαρά και τιμή για μένα η φιλοξενία στη στήλη σας.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου