Τα παιδιά γράφουν στον Χριστό. Στον Σταυρωμένο, τον επικίνδυνο Χριστό, θέλω να πω. Τον Χριστό που 'τη δεύτερη κιόλας μέρα βασανίστηκε κτηνωδώς. Σύρθηκε στους δρόμους, κρεμάστηκε. Μοιράστηκαν τα ιμάτιά του', για να θυμηθούμε τους στίχους ενός σύγχρονου ποιητή.
ΕΥΦΗΜΕΣ ΜΝΕΙΕΣ
Γράφει ο Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης
Τα παιδιά γράφουν στον Χριστό
Ενα παλιό κείμενό μου που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα πριν από 33 ακριβώς χρόνια στις σημερινές 'Εύφημες Μνείες'. Ημουν δάσκαλος στο Δημ. Σχ. Βαμβακόπουλου τη σχολική χρονιά 1978 - 79, θυμούμαι κι είχα βάλει στα παιδιά των μεγάλων τάξεων (Τετάρτης, Πέμπτης και Εκτης) να γράφουν έκθεση με θέμα τον τίτλο της εύφημης μνείας. Καρπός των εκθέσεών τους το κείμενο που ακολουθεί, χωρίς κανένα σχόλιο:
«Εχω μόλις διαβάσει τριάντα εννιά γράμματα, που έγραψαν παιδιά ηλικίας δέκα έως δώδεκα χρονών, προς τον Χριστό.
Οι κραυγές τους τρυπούν τ’ αυτιά μου, οι πληγές τους ματώνουν τα χέρια μου· το αδυσώπητο βάρος των μεγάλων λέξεων πλακώνει την καρδιά μου.
Τα παιδιά γράφουν στον Χριστό. Στον Σταυρωμένο, τον επικίνδυνο Χριστό, θέλω να πω. Τον Χριστό που 'τη δεύτερη κιόλας μέρα βασανίστηκε κτηνωδώς. Σύρθηκε στους δρόμους, κρεμάστηκε. Μοιράστηκαν τα ιμάτιά του', για να θυμηθούμε τους στίχους ενός σύγχρονου ποιητή.
Τον νιώθουν τόσο κοντά τους, τόσο δικό τους, κάτι σαν πατέρα, σαν αδελφό, φίλο... Ας τον κρατούμε εμείς μακριά τους, άγριο, εκδικητή, τιμωρό.
Τα παιδιά θα του μιλήσουν στον ενικό. Χριστέ μου, Κύριε, Ιησού... Μόνο η Ελένη χρησιμοποιεί τον πληθυντικό: 'Παντοδύναμε Κύριε. Απευθύνομαι αυτή τη στιγμή σε Σας...'. Μα είναι ένας πληθυντικός ζεστός και ανθρώπινος που μόνο η απόσταση τον επιβάλλει.
'Αν ήμουν μικρότερος θα έγραφα τι θέλω για τον εαυτό μου. Τώρα όμως θα γράψω τι θέλω για τους άλλους'.
Ετσι αρχίζει το γράμμα του ο Νίκος. Μόλις έχει κλείσει τα έντεκα κι όμως νιώθει ότι αυτή την επίσημη ώρα, που επικοινωνεί γραφτά με τον Χριστό, θα ’ναι ιεροσυλία, προδοσία, απέναντι στους άλλους, αν γράψει έστω και το παραμικρό για τον εαυτό του. Και θα κρατήσει τον λόγο του ως το τέλος.
Μα δεν είναι μόνο ο Νίκος. Απ’ τα τριάντα εννιά παιδιά που έγραψαν στον Χριστό, μόνο τρία θα τον απασχολήσουν και με δικά τους προβλήματα.
Ας τα ονομάζουμε ανεύθυνα, μαμόθρεφτα. Εχουν πολύ μεγαλώσει τα παιδιά μας στις μέρες μας. Δεν μοιάζουν με τίποτα με εκείνα τα άβγαρτα χωριατόπαιδα της Γαλιλαίας. Δεν κρύβονται πίσω από τα φουστάνια των μανάδων τους. Δεν περιμένουν τον Μεγάλο Δάσκαλο να τα φωνάξει και να τους πει πως σ’ αυτά ανήκει η βασιλεία των ουρανών. Θα πάνε μόνα τους κοντά του για να του πουν την αλήθεια.
'Αγαπητέ Χριστέ, εδώ οι άνθρωποι σ’ έχουν σχεδόν ξεχάσει. Οι επιστήμονες όλο και κάτι βόμβες βρίσκουν για να καταστρέψουν τον κόσμο', θα γράψει ο Πέτρος.
Ο Σταύρος θα πει σχεδόν το ίδιο πράγμα με άλλα λόγια. 'Εσύ Χριστέ, έφτιαξες τον κόσμο, ώστε να έχει πάντοτε ειρήνη, αλλά οι άνθρωποι τον χώρισαν σε τμήματα κι έτσι άρχισαν να μισούνται μεταξύ τους'.
Για παιδιά μιλούν κοφτά, τσεκουράτα, δίνουν στις λέξεις το ανάλογο βάρος. Ξέρουν τους υπεύθυνους και δε διστάζουν να μοιράσουν ευθύνες.
'Δεν αντέχω να βλέπω τους πρόσφυγες να ζουν στις σκηνές και τους φταίχτες αυτής της κατάστασης να κοιμούνται στα μέγαρά τους με ήσυχο το κεφαλάκι τους', θα πει απελπισμένα ο Χαράλαμπος.
Με το ίδιο πνεύμα θα μιλήσουν για την πείνα, την αδικία, τον πόλεμο. Ο Γιώργος μάλιστα δεν θα αντέξει και θα ξεσπάσει σ’ ένα απελπισμένο κατηγορώ.
'Γιατί δε σταματούν οι πολέμοι; Γιατί ταλαιπωρούνται τόσοι άνθρωποι; Γιατί δεν υπάρχει αγάπη μεταξύ των ανθρώπων;'.
Εμείς, βέβαια, διατάζουμε τα παιδιά μας να σοβαρευτούν. Τους βγάζουμε λόγους, τους μιλούμε γι’ ανθρώπινα δικαιώματα, για ειρήνη, για ψωμί, για αξιοπρέπεια. Και ξέρουμε πως οι λέξεις μας δεν έχουν χρώμα, δεν έχουν βάρος. Ομως τα παιδιά μας βρίσκουν το κουράγιο να μαζεύουν αυτές τις άδειες λέξεις, να τις βαφτίζουν στην καρδιά τους, να τις γράφουν στις σημαίες τους.
Ξέρουν πως είναι δύσκολο να γίνουν οι λέξεις αυτές πράξεις. Δεν πετούν στα σύννεφα τα παιδιά μας. Ετσι ο Νίκος, αφού περιγράψει στον Χριστό τη διεθνή κατάσταση, θα τελειώσει το γράμμα του μ’ αυτά τα λόγια:
'Γι’ αυτό σου ζητάω κι εγώ μόνο δυο πράγματα που είναι εύκολο να τα πούμε μα δύσκολο να τα κάνουμε'.
Τα ίδια θα ζητήσουν όλα τα παιδιά απ’ τον δικό τους Χριστό. Ειρήνη και Αγάπη.
'Και για μένα, ό,τι πεις', θα συμπληρώσει, γεμάτη τύψεις, στο τέλος η Αργυρώ. Γιατί νοιώθει καλά πως δεν έχει δικαίωμα να ζητήσει τίποτα, αφού υπάρχουν στον κόσμο παιδιά που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα. Τι άλλο να συμπληρώσει κανείς;
Κάποιος είπε, ότι όσο γνωρίζει τους ανθρώπους τόσο αγαπά τα ζώα. Εγώ θα έλεγα: 'Οσο γνωρίζω τα παιδιά, τόσο αγαπώ τους ανθρώπους'».
Χιονιάς καιρός Χριστόγεννα μες στο χειμώνα φέρνει
του Θεανθρώπου η Γέννηση κάθε καρδιά ζεσταίνει.
Ισο κρατήστε άνθρωποι στον ύμνο των αγγέλω
και ο καθένας μας να πει: 'όσα κι ο ύμνος θέλω'.
Ο νεογέννητος Χριστός ας μπει μες στη γ-καρδιά μας,
για να ’ναι πάντα ζωντανή ολπίδα κι η χαρά μας.
Εφανερώθηκε ο Θιος κι όλοι μαζί ελάτε,
όλοι να καλαντίσουμε πως ο Χριστός γεννάται.
Αντέστε, άθρωποι, ας ψάλλομε κιανείς να μη μ-πομείνει
μαζί μ’ αγγέλους και βοσκούς του κόσμου την ειρήνη.
Καλές Γιορτές, Χρόνια Πολλά με τση καρδιάς τ’ αντέτι
κι άλλη λοής Χριστόγεννα τση μπένας μου ραέτι.
Κωστής Λαγουδιανάκης
και για την αντιγραφή Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης
Χανιώτικα νέα (24.12.2012)
ΕΥΦΗΜΕΣ ΜΝΕΙΕΣ
Γράφει ο Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης
Τα παιδιά γράφουν στον Χριστό
Ενα παλιό κείμενό μου που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα πριν από 33 ακριβώς χρόνια στις σημερινές 'Εύφημες Μνείες'. Ημουν δάσκαλος στο Δημ. Σχ. Βαμβακόπουλου τη σχολική χρονιά 1978 - 79, θυμούμαι κι είχα βάλει στα παιδιά των μεγάλων τάξεων (Τετάρτης, Πέμπτης και Εκτης) να γράφουν έκθεση με θέμα τον τίτλο της εύφημης μνείας. Καρπός των εκθέσεών τους το κείμενο που ακολουθεί, χωρίς κανένα σχόλιο:
«Εχω μόλις διαβάσει τριάντα εννιά γράμματα, που έγραψαν παιδιά ηλικίας δέκα έως δώδεκα χρονών, προς τον Χριστό.
Οι κραυγές τους τρυπούν τ’ αυτιά μου, οι πληγές τους ματώνουν τα χέρια μου· το αδυσώπητο βάρος των μεγάλων λέξεων πλακώνει την καρδιά μου.
Τα παιδιά γράφουν στον Χριστό. Στον Σταυρωμένο, τον επικίνδυνο Χριστό, θέλω να πω. Τον Χριστό που 'τη δεύτερη κιόλας μέρα βασανίστηκε κτηνωδώς. Σύρθηκε στους δρόμους, κρεμάστηκε. Μοιράστηκαν τα ιμάτιά του', για να θυμηθούμε τους στίχους ενός σύγχρονου ποιητή.
Τον νιώθουν τόσο κοντά τους, τόσο δικό τους, κάτι σαν πατέρα, σαν αδελφό, φίλο... Ας τον κρατούμε εμείς μακριά τους, άγριο, εκδικητή, τιμωρό.
Τα παιδιά θα του μιλήσουν στον ενικό. Χριστέ μου, Κύριε, Ιησού... Μόνο η Ελένη χρησιμοποιεί τον πληθυντικό: 'Παντοδύναμε Κύριε. Απευθύνομαι αυτή τη στιγμή σε Σας...'. Μα είναι ένας πληθυντικός ζεστός και ανθρώπινος που μόνο η απόσταση τον επιβάλλει.
'Αν ήμουν μικρότερος θα έγραφα τι θέλω για τον εαυτό μου. Τώρα όμως θα γράψω τι θέλω για τους άλλους'.
Ετσι αρχίζει το γράμμα του ο Νίκος. Μόλις έχει κλείσει τα έντεκα κι όμως νιώθει ότι αυτή την επίσημη ώρα, που επικοινωνεί γραφτά με τον Χριστό, θα ’ναι ιεροσυλία, προδοσία, απέναντι στους άλλους, αν γράψει έστω και το παραμικρό για τον εαυτό του. Και θα κρατήσει τον λόγο του ως το τέλος.
Μα δεν είναι μόνο ο Νίκος. Απ’ τα τριάντα εννιά παιδιά που έγραψαν στον Χριστό, μόνο τρία θα τον απασχολήσουν και με δικά τους προβλήματα.
Ας τα ονομάζουμε ανεύθυνα, μαμόθρεφτα. Εχουν πολύ μεγαλώσει τα παιδιά μας στις μέρες μας. Δεν μοιάζουν με τίποτα με εκείνα τα άβγαρτα χωριατόπαιδα της Γαλιλαίας. Δεν κρύβονται πίσω από τα φουστάνια των μανάδων τους. Δεν περιμένουν τον Μεγάλο Δάσκαλο να τα φωνάξει και να τους πει πως σ’ αυτά ανήκει η βασιλεία των ουρανών. Θα πάνε μόνα τους κοντά του για να του πουν την αλήθεια.
'Αγαπητέ Χριστέ, εδώ οι άνθρωποι σ’ έχουν σχεδόν ξεχάσει. Οι επιστήμονες όλο και κάτι βόμβες βρίσκουν για να καταστρέψουν τον κόσμο', θα γράψει ο Πέτρος.
Ο Σταύρος θα πει σχεδόν το ίδιο πράγμα με άλλα λόγια. 'Εσύ Χριστέ, έφτιαξες τον κόσμο, ώστε να έχει πάντοτε ειρήνη, αλλά οι άνθρωποι τον χώρισαν σε τμήματα κι έτσι άρχισαν να μισούνται μεταξύ τους'.
Για παιδιά μιλούν κοφτά, τσεκουράτα, δίνουν στις λέξεις το ανάλογο βάρος. Ξέρουν τους υπεύθυνους και δε διστάζουν να μοιράσουν ευθύνες.
'Δεν αντέχω να βλέπω τους πρόσφυγες να ζουν στις σκηνές και τους φταίχτες αυτής της κατάστασης να κοιμούνται στα μέγαρά τους με ήσυχο το κεφαλάκι τους', θα πει απελπισμένα ο Χαράλαμπος.
Με το ίδιο πνεύμα θα μιλήσουν για την πείνα, την αδικία, τον πόλεμο. Ο Γιώργος μάλιστα δεν θα αντέξει και θα ξεσπάσει σ’ ένα απελπισμένο κατηγορώ.
'Γιατί δε σταματούν οι πολέμοι; Γιατί ταλαιπωρούνται τόσοι άνθρωποι; Γιατί δεν υπάρχει αγάπη μεταξύ των ανθρώπων;'.
Εμείς, βέβαια, διατάζουμε τα παιδιά μας να σοβαρευτούν. Τους βγάζουμε λόγους, τους μιλούμε γι’ ανθρώπινα δικαιώματα, για ειρήνη, για ψωμί, για αξιοπρέπεια. Και ξέρουμε πως οι λέξεις μας δεν έχουν χρώμα, δεν έχουν βάρος. Ομως τα παιδιά μας βρίσκουν το κουράγιο να μαζεύουν αυτές τις άδειες λέξεις, να τις βαφτίζουν στην καρδιά τους, να τις γράφουν στις σημαίες τους.
Ξέρουν πως είναι δύσκολο να γίνουν οι λέξεις αυτές πράξεις. Δεν πετούν στα σύννεφα τα παιδιά μας. Ετσι ο Νίκος, αφού περιγράψει στον Χριστό τη διεθνή κατάσταση, θα τελειώσει το γράμμα του μ’ αυτά τα λόγια:
'Γι’ αυτό σου ζητάω κι εγώ μόνο δυο πράγματα που είναι εύκολο να τα πούμε μα δύσκολο να τα κάνουμε'.
Τα ίδια θα ζητήσουν όλα τα παιδιά απ’ τον δικό τους Χριστό. Ειρήνη και Αγάπη.
'Και για μένα, ό,τι πεις', θα συμπληρώσει, γεμάτη τύψεις, στο τέλος η Αργυρώ. Γιατί νοιώθει καλά πως δεν έχει δικαίωμα να ζητήσει τίποτα, αφού υπάρχουν στον κόσμο παιδιά που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα. Τι άλλο να συμπληρώσει κανείς;
Κάποιος είπε, ότι όσο γνωρίζει τους ανθρώπους τόσο αγαπά τα ζώα. Εγώ θα έλεγα: 'Οσο γνωρίζω τα παιδιά, τόσο αγαπώ τους ανθρώπους'».
Χιονιάς καιρός Χριστόγεννα μες στο χειμώνα φέρνει
του Θεανθρώπου η Γέννηση κάθε καρδιά ζεσταίνει.
Ισο κρατήστε άνθρωποι στον ύμνο των αγγέλω
και ο καθένας μας να πει: 'όσα κι ο ύμνος θέλω'.
Ο νεογέννητος Χριστός ας μπει μες στη γ-καρδιά μας,
για να ’ναι πάντα ζωντανή ολπίδα κι η χαρά μας.
Εφανερώθηκε ο Θιος κι όλοι μαζί ελάτε,
όλοι να καλαντίσουμε πως ο Χριστός γεννάται.
Αντέστε, άθρωποι, ας ψάλλομε κιανείς να μη μ-πομείνει
μαζί μ’ αγγέλους και βοσκούς του κόσμου την ειρήνη.
Καλές Γιορτές, Χρόνια Πολλά με τση καρδιάς τ’ αντέτι
κι άλλη λοής Χριστόγεννα τση μπένας μου ραέτι.
Κωστής Λαγουδιανάκης
και για την αντιγραφή Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης
Χανιώτικα νέα (24.12.2012)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου